Eλάχιστοι ηθοποιοί στην Ελλάδα μπορούν να σταθούν απέναντι στον Διονύση Παπαγιαννόπουλο, από όποια σκοπιά κι αν τον προσεγγίσεις. Ενσάρκωσε με απαράμιλλη δεξιοτεχνία μια ευρεία γκάμα κωμικών και δραματικών ρόλων, γνώρισε επιτυχία σε ό,τι κι αν δοκίμασε σε σινεμά, θέατρο και τηλεόραση και αφού επέστρεψε ζωντανός από το μέτωπο του πολέμου, έζησε όπως ακριβώς ήθελε την ζωή του χωρίς να απολογηθεί για αυτήν σε κανέναν.
Γεννημένος το 1912 στο Διακοφτό Αχαΐας, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος πήρε από πολύ νωρίς την παράξενη για εκείνη την εποχή απόφαση να ασχοληθεί με την υποκριτική. Δυστυχώς για εκείνον, ο β’ Παγκόσμιος Πόλεμος σταμάτησε βάναυσα την πορεία του, που είχε ξεκινήσει δυναμικά με τον ρόλο του ιππότη στον «Βασιλιά Ληρ», στο Εθνικό Θέατρο. Ως έφεδρος υπολοχαγός διακρίθηκε για την ανδρεία του, αν και εκείνος αυτό που κράτησε κυρίως ήταν η φρίκη του πώς μπορεί κάποιος τον εαυτό του μέσα στην παραφροσύνη. «Στον πόλεμο παραφρονείς, αν θυμηθείς για μια στιγμή πού ήσουν πριν», θα πει χαρακτηριστικά μιλώντας στον Φρέντυ Γερμανό…
Ενδεχομένως τα όσα είδε και βίωσε στην Αλβανία να διαμόρφωσαν και άλλο τον χαρακτήρα του Παπαγιαννόπουλου που ως καλλιτέχνης δεν φοβήθηκε να δοκιμάσει τον εαυτό του σε κάθε λογής ρόλο. Δύσκολα βρίσκεις ανάλογη γκάμα ερμηνείας σε άλλον ηθοποιό. Μπορούσε να σκορπά το γέλιο σε κωμωδίες, χωρίς κανένα φτηνό τρικ ή αβάντα από το σενάριο και την επόμενη στιγμή να πρωταγωνιστεί σε νουάρ φιλμ, υποδυόμενος ανθρώπους της νύχτας. Η εκφραστικότητά του ήταν μοναδική, με αποτέλεσμα στο τέλος της καριέρας του να διαθέτει ένα βιογραφικό που δύσκολα το συναντάς.
Ακόμη και η απλή αναφορά στις 136 ταινίες του είναι… κόπος, ενώ το να ξεχωρίσεις ορισμένους ρόλους, μάλλον άδικο. Σε κάθε παρουσία του ήταν αξεπέραστος… Στην τηλεόραση, πάντως, ξεχωριστή θέση έχει το μοναδικό σίριαλ στο οποίο πρωταγωνίστησε, στο θρυλικό «Λούνα Παρκ», όταν και μπήκε σε κάθε σπίτι ως ο δικός μας «Κυρ-Γιώργης», σ’ αυτό το χρονογράφημα που λάτρεψαν οι τηλεθεατές.
Η προσωπική του ζωή ήταν επίσης περιπετειώδης. Παίρνοντας για άλλη μια φορά μια απόφαση που δεν ήταν και η πιο συνηθισμένη, παρέμεινε εργένης και μάλιστα φανατικός. Αρνιόταν να συνδεθεί μόνιμα με κάποια γυναίκα, ίσως γνωρίζοντας ότι δύσκολα θα έμενε πιστός. Έτσι, δεν ορκίστηκε ποτέ παντοτινή αγάπη ούτε έδωσε υποσχέσεις για γάμο. Του άρεσε να ζει με ένταση και είχε την φήμη του γυναικοκατακτητή. «Την βλέπεις αυτήν την καράφλα. Όσες τρίχες της λείπουν, τόσες είναι οι γυναίκες που έχουν μείνει ικανοποιημένες» συνήθιζε να λέει, επιβεβαιώνοντας το… σουξέ που είχε στο αντίθετο φύλλο. Σύμφωνα με τις διηγήσεις της εποχής, φρόντιζε να μην μιλά για τα προσωπικά του και κυρίως να μην δίνει τροφή για σκάνδαλα κι επομένως να μην εκθέτει τις συντρόφους του.
Μεγαλώνοντας δεν άλλαξαν πολλά, με εξαίρεση το γεγονός ότι μεγάλωνε η ηλικιακή διαφορά που είχε με τις κατακτήσεις του. Τότε ήταν που κάποιοι άρχισαν να μιλάνε για τις πολλές «ανιψιές» που κατά καιρούς εμφανιζόταν στο προσκήνιο, με τον ίδιο να ζητά ορισμένες φορές φίλους παραγωγούς και σκηνοθέτες «να δώσουν κανένα ρολάκι στην ανιψούλα του», όπως έλεγε…
Πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας είχε αναπτύξει φιλανθρωπική δράση, πάντα χωρίς να κομπάζει για αυτές και δίχως να επιδεικνύει τις πράξεις του. Την ίδια ώρα συνέχιζε να ζει μόνος και δεν σκέφτηκε ούτε στιγμή να αλλάξει στάση και απόφαση. Παρέμεινε μόνος με το… ροχαλητό του που συνήθιζε να λέει ότι ήταν η βασική αιτία που δεν παντρευόταν αφού καμία γυναίκα δεν θα άντεχε το… μαρτύριο. Στην πραγματικότητα, βέβαια, απλά ήταν η επιλογή του για την οποία δεν χρειαζόταν να απολογηθεί σε κανέναν.
Και κάπως έτσι, έφυγε μόνος στο διαμέρισμά του και ο θάνατός του έγινε αντιληπτός αρκετές ημέρες αργότερα. Το ημερολόγιο έγραφε 13 Απριλίου 1984 και ο μόλις 72 ετών Διονύσης Παπαγιαννόπουλος μόλις είχε πραγματοποιήσει μια ερμηνεία ζωής στο «Ταξίδι στα Κύθηρα» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου.
Ο «Νιόνιος» βρέθηκε νεκρός στο διαμέρισμά του, σε ένα δυάρι του δευτέρου ορόφου στην πολυκατοικία Σούτσου και Αλεξάνδρας. Λες και επέλεξε στο φευγιό του να ήταν όπως και η ίδια του η ζωή. Σκληρή και μοναχική. Το σοκαριστικό, αλλά και εξοργιστικό είναι ότι η φωτογραφία του (πεσμένος ανάσκελα με ορθάνοικτα μάτια και ανοικτό το στόμα) κυκλοφόρησε, χωρίς καμιά επεξεργασία. Ο Παπαγιαννόπουλος πούλαγε στη ζωή, έπρεπε να πουλήσει και στο θάνατο του…