Ο Έλληνας ηθοποιός Αλέκος Αλεξανδράκης γεννήθηκε το 1928 και πέθανε το 2005. Διακρίθηκε σημαντικά τόσο στην τηλεόραση όσο και στον κινηματογράφο και από νωρίς καθιερώθηκε σε ρόλους ζεν πρεμιέ. Με την νεορεαλιστική ταινια “Συνοικία το όνειρο” το 1961, βραβεύτηκε στο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Αλέκος Αλεξανδράκης: Η ζωή του ζεν πρεμιέ
Γιος δικηγόρου από τη Μάνη, ο Αλέκος Αλεξανδράκης γεννήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 1928 στην Αθήνα. Φοίτησε στα καλύτερα σχολεία της εποχής και μεγάλωσε σε ένα σπίτι γεμάτο βιβλία. Αγαπημένο του άθλημα ήταν η ξιφασκία και στα 15 του έγινε μέλος της εθνικής ομάδας.
Ένα χρόνο αργότερα μπήκε στη Σχολή Δοκίμων, θέλοντας να γίνει αξιωματικός του Ναυτικού. Μία παράσταση, όμως, του Κάρολου Κουν, με πρωταγωνίστρια την Έλλη Λαμπέτη, του άλλαξε τη ζωή. Αποφάσισε να δώσει εξετάσεις στο Βασιλικό Θέατρο και πέρασε πρώτος. Ο Δημήτρης Χορν ήταν τόσο σίγουρος για το ταλέντο του Αλέκου, που είχε στοιχηματίσει για την επιτυχία του.
Αλέκος Αλεξανδράκης: Καριέρα
Τον καιρό εκείνο, η Κατερίνα (Ανδρεάδη) έψαχνε για έναν «ζεν πρεμιέ», για το έργο «Φθινοπωρινή Παλίρροια». Ο νεαρός ηθοποιός την επισκέφτηκε με λουλούδια στο σπίτι της μαζί με την Άννα Συνοδινού και πήρε το ρόλο. Έκανε τα πρώτα του βήματα στο θεατρικό σανίδι στις 9 Ιουλίου 1949 και άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις σε κριτικούς και κοινό. «Παρουσιάστε όπλα. Επιτέλους, ένας εραστής στο ελληνικό θέατρο», έγραψε χαρακτηριστικά ο Αιμίλιος Χουρμούζιος στην Καθημερινή.
Εντύπωση έκανε και στον Φιλοποίμηνα Φίνο, ο οποίος του πρότεινε να παίξει στον κινηματογράφο. Την ίδια, κιόλας, χρονιά έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη, με την ταινία «Δύο κόσμοι», σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Γρηγορίου. Ακολούθησαν αμέτρητες άλλες, και όλοι συμφωνούσαν πως επρόκειτο για έναν μεγάλο ηθοποιό και τον μεγαλύτερο γόη της εποχής. Η απήχησή του στον γυναικείο πληθυσμό ήταν άνευ προηγουμένου.
Εκτός από την ιδιότητα του θιασάρχη, που ξεκίνησε το 1956 και είχε για τουλάχιστον 35 χρόνια, ο Αλέκος Αλεξανδράκης σκηνοθέτησε θεατρικά έργα και ταινίες, όπως ο Θρίαμβος (1960) με τον Αριστείδη Καρύδη-Φουκς και η νεορεαλιστική ταινία Συνοικία το όνειρο (1961), που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αλλά η προβολή της αρχικά απαγορεύτηκε από τη λογοκρισία της εποχής, για να κυκλοφορήσει μετά από καιρό μια λογοκριμένη έκδοση της ταινίας. Συνεργάστηκε με λαμπερές πρωταγωνίστριες όπως τη Μελίνα Μερκούρη, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τη Τζένη Καρέζη, τη Μάρω Κοντού, τη Μαίρη Χρονοπούλου και τη Ζωή Λάσκαρη.
Συνολικά πρωταγωνίστησε σε περισσότερες από 75 κινηματογραφικές ταινίες, μερικές εκ των οποίων είναι οι εξής: Ο Βαφτιστικός, Στέλλα, Το Νησί των Γενναίων, Ραντεβού στην Κέρκυρα, Δεσποινίς Διευθυντής, Δάκρυα για την Ηλέκτρα, Όμορφες Μέρες, Η Κόμησσα της Κέρκυρας, Η Μαρία της Σιωπής, Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο και Τα Παιδιά της Χελιδόνας.
Στο θέατρο υποδύθηκε σημαντικούς ρόλους σε παραστάσεις, μεταξύ των οποίων είναι οι: Παράξενο ιντερμέτζο, Ταξίδι της μέρας μέσα στην νύχτα, Ήταν όλοι τους παιδιά μου, Μαντάμα Μπατερφλάι, Η γυναίκα με τα μαύρα, Τέσσερα δωμάτια με κήπο, Έγκλημα και τιμωρία, Τα μεγάλα χρόνια και Ο γλάρος. Το 1994 ανέβασε με τη Μιμή Ντενίση τον Θείο Βάνια και δύο χρόνια αργότερα επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο, απ’ όπου είχε ξεκινήσει.
Επίσης, πρωταγωνίστησε σε πολλές τηλεοπτικές σειρές με μεγάλη επιτυχία. Ο Παράξενος Ταξιδιώτης, που προβλήθηκε από την ΕΙΡΤ το 1972-73, γνώρισε πρωτοφανή επιτυχία σε βαθμό να οδηγήσει την αντίπαλη σειρά, Ο Άγνωστος Πόλεμος, στο τέλος της. Το 1976 επέστρεψε στην τηλεόραση με την μεταφορά του μυθιστορήματος Γιούγκερμαν του Μ. Καραγάτση στην ΥΕΝΕΔ. Το 1979 προβλήθηκε η σειρά Οι Μυστικοί Αρραβώνες του Γρηγορίου Ξενόπουλου με τεράστια επιτυχία-αναδείχθηκε το δημοφιλίστερο πρόγραμμα της περιόδου. Μετά από μια περίοδο αποχής -και αφού μεσολάβησε η σειρά Ξενοδοχείο, που δεν συγκέντρωσε την αναμενόμενη τηλεθέαση- επέστρεψε με σειρές όπως: Ο Χαρτοπαίχτης, Ξενοδοχείο Αμόρε, Τμήμα Ηθών, Οι Δικηγόροι της Αθήνας, Ανατομία ενός εγκλήματος, Η Αίθουσα του Θρόνου, Να με Προσέχεις και άλλες.
Το 1994 ανέβασε με τη Μιμή Ντενίση, τον «Θείο Βάνια» και δύο χρόνια αργότερα επέστρεψε στο Εθνικό, απ’ όπου είχε ξεκινήσει. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του δίδασκε υποκριτική στο Εργαστήρι του Διαμαντόπουλου, ενώ το 2001 ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, του απένειμε τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής για την προσφορά του στην τέχνη.
Αλέκος Αλεξανδράκης: Η προσωπική ζωη του μεγαλύτερου γόη της εποχής
Στη γοητεία του είχε υποκύψει πρώτη η Έλλη Λαμπέτη. Ο δεσμός τους, όμως, δεν κράτησε πολύ, καθώς ο Αλεξανδράκης προτίμησε να ακολουθήσει την Κατερίνα σε μία περιοδεία. Στο Σουδάν γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, Μαρτζ Βάλβη, με την οποία παντρεύτηκε λίγο αργότερα στην Αθήνα. Ο γάμος τους κράτησε τρία χρόνια, όσο κι αυτός με την Κλοντ Σαμπαντού, μια πανέμορφη Γαλλίδα.
Το 1956, παντρεύτηκε την ηθοποιό Αλίκη Γεωργούλη. Μαζί ανέβασαν στο θέατρο «Γκλόρια» της Πλατείας Αμερικής, το «Πικνίκ», ενώ συμμετείχαν σε πορείες ειρήνης και δημοκρατικά συλλαλητήρια. Όμως, ύστερα από τέσσερα χρόνια χώρισαν. Ο τέταρτος γάμος του ήταν με την ελβετίδα Βερένα Γκάουερ. Στα πέντε χρόνια που κράτησε ο γάμος τους απέκτησαν δύο παιδιά. Το 1969 γνώρισε τη Νόνικα Γαληνέα και την ερωτεύτηκε βαθιά. Παρότι αυτή η σχέση κράτησε 21 ολόκληρα χρόνια, δεν παντρεύτηκαν ποτέ.
Αλέκος Αλεξανδράκης: Πολιτική Δράση
Ο Αλεξανδράκης ήταν μαχητικός αριστερός και πολλές φορές οι προοδευτικές απόψεις του είχαν προκαλέσει διαμάχες στους κύκλους της τέχνης και της κοινής γνώμης, όπως όταν είχε στηρίξει τον Μανώλη Γλέζο τη δεκαετία του 1960. Σε διάφορες συνεντεύξεις του έχει σχολιάσει την πολιτική, την αριστερά, τη δεξιά, αλλά και την ΕΠΟΝ.
Αλέκος Αλεξανδράκης: Το τέλος του ζεν πρεμιέ
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του δίδασκε υποκριτική στο Εργαστήρι του Διαμαντόπουλου. Το 2001 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος του απένειμε τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής για την προσφορά του στην τέχνη
Πέθανε στις 8 Νοεμβρίου του 2005, έπειτα από μακροχρόνια μάχη με τον καρκίνο.