Ο Ανδρέας Μπάρκουλης θεωρείται σπουδαίος ηθοποιός του ελληνικού κινηματογράφου και του θεάτρου, καθώς το επίθετό του ήταν συνώνυμο ενός καρδιοκατακτητή γόη και είναι μέχρι και σήμερα. Ο ίδιος είχε μεγάλη αγάπη στο γυναικείο φύλο και έζησε θυελλώδεις έρωτες στη ζωή του, με την μεγαλύτερη από όλες του τις αγάπες, Μαρία, να αναφέρεται και στην βιογραφία του.
Έφυγε στα 80 του χρόνια, αφήνοντας πίσω του μία μεγάλη προίκα στον ελληνικό κινηματογράφο αλλά και πολλά μαθήματα ζωής. Περνώντας πάνω από σαράντα κύματα, έχοντας συντριβεί σε «Συμπληγάδες πέτρες» και μη μπορώντας να κλείσει τα αυτιά του στις «Σειρήνες» που τον οδήγησαν σε σκοτεινά μονοπάτια, ο Ανδρέας Μπάρκουλης βρέθηκε πολλές φορές από το ναδίρ στο ζενίθ και από την κορυφή στον πάτο.
Ανδρέας Μπάρκουλης: Η θυελλώδης ζωή του σπουδαίου ηθοποιού
Γνώρισε την απόλυτη δόξα, την καλλιτεχνική καταξίωση, πέρασαν πολλά λεφτά από τα χέρια του, αγάπησε και αγαπήθηκε στο έπακρον. Φυλακή, ναρκωτικά, Δρομοΐκατειο, κέντρα απεξάρτησης, νοσοκομεία, θυελλώδεις έρωτες, πάθη και λάθη, είναι μερικά από τα πιο «μαύρα» αποσπάσματα της λαμπερής ζωής του, που ξανά «ζωντάνεψαν» μέσα από τη βιογραφία του, «Κορίτσια ο Μπάρκουλης και άλλα δεινά» που επιμελήθηκε η Βενετία Μακρυνόρη.
«Ο Αντρέας Μπάρκουλης, αυτό το δοξαστικό ρεμάλι, έπαιξε και έχασε ό,τι ήταν να χαθεί στην ίδια του την παρτίδα. Κάθισε σε θρόνο με την ίδια άνεση όπως άλλοι κάθονται σε καρέκλες. Ήπιε ό,τι πινόταν, γ…σε ό,τι απαγορευόταν να περάσει από δίπλα του, κατρακύλησε στους δρόμους που επέλεξε με τα μούτρα σπασμένα. Ταλαντούχος, γυναικάς, αλητοπρίγκηπας, σαρκαστικός και καταστροφικός όσο δεν έπαιρνε άλλο. Ένας σταρ που πληρώθηκε αδρά και ξόφλησε ξοδεύοντας την πάρτη του. Στα μεθύσια του, στη μοναξιά του και στον όλεθρο αχόρταγος. (…) Ο Αντρέας έδωσε της ζωής από όλες τις μεριές της λύσσας και κατάλαβε…», ήταν ο επίλογος της συγγραφέα της ζωής του αείμνηστου ηθοποιού.
Ανδρέας Μπάρκουλης: Το χασίς και η σύλληψη
Το 1973 και όντας στο pick up της καριέρας του, ο Α. Μπάρκουλης εμπλέκεται σε μία υπόθεση ναρκωτικών που στήθηκε εις βάρος του από μία ιερόδουλη. «Ο καθρέπτης μου πότε-πότε συνομιλούσε με το χάος… Το αλκοόλ και τα ναρκωτικά με συντηρούσαν στην άγνοια… Εκείνη τη χρονιά έκανα μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες μου στο θέατρο. Ο επιχειρηματίας μού έλεγε θα μας έκλειναν μέσα… Είχα πολλά χρωστούμενα ως αντιστασιακός. Πέραν τούτου η υπογραφή μου το ’71 για την αμνηστία των εξοριζομένων, κάτι τα γκομενικά που τα είχα κάνει μπάχαλο, μία που είχαν πάρει φόρα και με τις κατηγορίες στο στρατό που είχαν αποδώσει την πάτησα. Μου την έστησαν. Η πρώην ιερόδουλος Ελένη Καραγιαννίδου-Ντρέβις ομολόγησε εμπόριο ναρκωτικών, τους οδήγησε σε εμένα.
Η αστυνομία ήρθε στο θέατρο την ώρα που έμπαινα στο αυτοκίνητό μου, με συνέλαβαν. Βρήκαν πάνω μου δυο τσιγαριλίκια κι ένα μικρό κομμάτι χασίς στο καμαρίνι μου. Παρόλο που μετέπειτα (η Καραγιαννίδου-Ντρέβις) είπε πως εν αγνοία μου άφησε τα ναρκωτικά, δεν μέτρησε. Ήμουν όμως ο Μπάρκουλης, ήταν επιτυχία να με βάλουν στο εδώλιο. Ο επίλογος αυτής της ιστορίας ήταν πως προφυλακίστηκα στα κρατητήρια της Αίγινας, βγήκα με εγγύηση 50.000 δραχμών και στις 16-041974 έφυγα στο εξωτερικό», ανέφερε στην βιογραφία του ο Α. Μπάρκουλης, παραδεχόμενος ότι έφτασε στον πάτο.
«Έφτασα εντελώς στον πάτο. Βγήκα καθαρός, ευπρεπής και μάγκας. Εγώ αυτά τα 3,17 γραμμάρια τα πλήρωσα. Κι αν έφτασα εντελώς στον πάτο, να μην ξεχνάτε, πως στο τέλος μονάχα τα σκατά και οι φελλοί επιπλέουν…» ανέφερε χαρακτηριστικά στο υστερόγραφό του.
Ανδρέας Μπάρκουλης: Η φυγή στην Αμερική
Η μόνη διέξοδος σωτηρίας ήταν η φυγή στην Αμερική, όπου άρχισε να ασχολείται επαγγελματικά με το τραγούδι. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1983, και νιώθοντας ότι έχει συνέλθει ψυχολογικά, θέλησε να επιστρέψει στο θέατρο αλλά δεν τα κατάφερε. Προβλήματα υγείας και καταχρήσεις έκαναν την επανεμφάνισή τους.
«Το αλκοόλ και οι ουσίες συμπλήρωναν την αγάπη που μου έλειπε», αναφέρει στο βιβλίο του ο ηθοποιός, που το 1998 πέρασε την πόρτα του Δρομοκαΐτιου για να σωθεί από δαιμόνια που τον είχαν «στοιχειώσει». Εκείνο το διάστημα θα γνώριζε και τη Μαρία, που 13 χρόνια μετά έγινε και επίσημα η κυρία Μπάρκουλη, βοηθώντας τον να ξεφύγει από τις κακές συνήθειες και να του δώσει την αγάπη που του έλειπε.
Ανδρέας Μπάρκουλης: Ο μεγάλος καρδιοκατακτητής
«Μαρία, μπορώ να σε αγαπώ, μέχρι να σε σκοτώσω»
Μέγας καρδιοκατακτητής, που σκόρπιζε έρωτα, πόνο, δάκρυα, ακόμα και ξύλο στο πέρασμά του. Μεγάλος του έρωτας η Αλέκα Στρατηγού. Ο αρραβώνας του με την Καίτη Γκρέυ έγινε το πρώτο σκανδαλοθηρικό θέμα. Λάτρεψε την Τζένη Καρέζη, και από τη στιγμή που έγιναν «ένα» το 1966 κατά τη διάρκεια της ταινίας «Τζένη Τζένη», του πήρε πολλά χρόνια να την ξεπεράσει. Τα περιοδικά τότε τον παρουσίαζαν ως άπιστο και ότι χειροδικεί σε γυναίκες. Ο ίδιος παραδέχεται στη βιογραφία του ότι πολλές φορές έστειλε στο νοσοκομείο συνάδελφό του με την οποία είχαν δεσμό, αφού την έσπαγε καθημερινά στο ξύλο.
Τον Ιούλιο του 1998 και ενώ νοσηλεύεται στο Δρομοκαΐτιο, γνωρίζει τη Μαρία. Εκείνη δηλώνει εντυπωσιασμένη από τον μύθο του και παρά τα δεκάδες χρόνια διαφορά ηλικίας τους, τυφλώνεται από το μεγαλείο της ψυχής και των εμπειριών του. Τον Οκτώβριο του 1998 έγιναν ζευγάρι, το 2000 γεννήθηκε ο γιος τους Νικόλας, ενώ τον Ιούνιο του 2015 ενώθηκαν με τα ιερά δεσμά του γάμου. Μέχρι και την τελευταία του πνοή, η Μαρία στάθηκε βράχος στο πλευρό του, και μέσα από έναν συγκλονιστικό μονόλογο στη βιογραφία του, ο Α. Μπάρκουλης ξεδίπλωνε τα συναισθήματά του για την πιο σημαντική γυναίκα της ζωής του.
Ανδρέας Μπάρκουλης: Η εξομολόγηση του έρωτα του για τη Μαρία
«Είμαι σκληρός κάποιες φορές, κυνικός, μα η αγάπη λένε πως είναι όλα αυτά που δεν τολμήσαμε να κοιτάξουμε αλλά μας κρατούσαν νεότερους τις νύχτες. Αμαρτίες που έκανα και άλλες που δεν πρόλαβα. Πάγος και πέτρα. Κρατώ στα χέρια την ιστορία μου. Δοξασμένη, θλιμμένη, γελαστή, σκόρπια… Και αν το παρελθόν μου ήταν εδώ τώρα, χειροπιαστό, θα έτρεχα μαζί σου, κρατώντας σε, να του ξεφύγω. Κοίτα με σου λέω, μην κατεβάζεις τα μάτια. Ειλικρινά, Μαρία, μπορώ να σε αγαπώ μέχρι να σε σκοτώσω. Ακόμη και τη στιγμή που ανοίγεις το φως, να σου ποδοπατήσω ό,τι ελπίζεις, ό,τι αναζήτησες, ό,τι μέσα σου για ένα λεπτό μονάχα επαναστάτησε μέχρι να γίνει για πάντα νύχτα. Γιατί, αύριο το πρωί –αν δεν σε σκοτώσω– θα τα κάνουμε όλα σιωπηλά… Γιατί, αύριο θα μπορώ να σε χτυπάω όπου θέλω. Με όλους τους κανόνες μου λεκιασμένους. Αυτός που τυλιγμένος στην αγκαλιά σου τώρα, δεν μπορούσε τελικά να βλάψει ούτε μύγα. Δεν θέλω μονάχα να αντέχεις, Μαρία. Να μείνεις θέλω…»!