Διονύσης Παπαγιαννόπουλος: Ο μεγάλος ηθοποιούς του ελληνικού κινηματογράφου με την πολυτάραχη ζωή και τις πολλές γυναικείες κατακτήσεις. Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος ήταν πολύ αγαπητός από το κοινό αν και άργησε να αναγνωριστεί το ταλέντο του αφού η επιτροπή του Εθνικού Θεάτρου τον έκοψε στην πρώτη του προσπάθεια. Ο ίδιος δεν το έβαλε κάτω και σήμερα έχει μείνει στην ιστορία ως ένας από τους σπουδαιότερους της γενιάς του. Διέπρεψε στον ρόλο του αυστηρού πατέρα μεγαλώνοντας και αν και σήμερα δεν βρίσκεται στη ζωή τον απολαμβάνουμε και τον θυμόμαστε μέσα από τις μεγάλες παραγωγές που συμμετείχε.
Διονύσης Παπαγιαννόπουλος: Η ζωή του
Έπαιζε στο σινεμά αλλά και στο θέατρο. Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου του 1912 στο Διακοφτό. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπου και πρωτοεμφανίστηκε το 1938, στον «Βασιλιά Ληρ» του Σαίξπηρ, σε ρόλο που του έδωσε ο δάσκαλός του Αιμίλιος Βεάκης. Τα χρόνια που ακολούθησαν συνέπραξε με τους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη, των Αρώνη – Χορν, Χατζίσκου – Συνοδινού, του Μουσούρη και του Ντίνου Ηλιόπουλου. Ως τα μέσα της δεκαετίας του 1950 εμφανίστηκε σε ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου, ενώ αργότερα άρχισε να εμφανίζεται σε ελαφρές κωμωδίες. Το 1961 συγκρότησε τον δικό του θίασο, δίνοντας αξέχαστες ερμηνείες, σε έργα όπως «Ζήτω η ζωή» του Γεράσιμου Σταύρου και «Δεσποινίς Διευθυντής» των Ασημάκη Γιαλαμά και Κώστα Πρετεντέρη. Στο τελευταίο ενσάρκωσε τον κ. Βασιλείου, έναν ρόλο που επανέλαβε το 1964 στη μεγάλη οθόνη, δίπλα στην Τζένη Καρέζη.
Πρώτη κινηματογραφική εμφάνισή του ήταν το 1947, στην ταινία «Παιδιά της Αθήνας» του Τάκη Μπακόπουλου. Ακολούθησαν άλλες 134 ταινίες, στις περισσότερες από τις οποίες κράτησε δευτερεύοντες ρόλους, κλέβοντας όμως πάντα την παράσταση. Ξεχωρίζουν: «Το Ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (1959), «Χτυποκάρδια στο θρανίο» (1963), «Η βίλα των οργίων» (1964), «Μια τρελή, τρελή οικογένεια» (1965), «Υπάρχει και φιλότιμο» (1965), «Κάτι κουρασμένα παλικάρια» (1967), «Για ποιον χτυπά η κουδούνα» (1968), «Ένας ιππότης για τη Βασούλα» (1968), «Ο δασκαλάκος ήταν λεβεντιά» (1970), «Ο Κυρ Γιώργης εκπαιδεύεται» (1977). Το ρόλο του Μπαρμπα-Γιώργη είχε ενσαρκώσει με μεγάλη επιτυχία και στην τηλεοπτική σειρά «Το Λούνα Παρκ» το 1974. Πέθανε ολομόναχος, στο διαμέρισμά του στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, στις 13 Απριλίου του 1984.
Διονύσης Παπαγιαννόπουλος: Ήρωας στο Αλβανικό μέτωπο
Ήταν άνθρωπος που δεν καβαλούσε το καλάμι και για αυτό δεχόταν και κόσμο που ήθελε να τον συγχαρεί στο καμαρίνι του. Όταν ένα βράδυ χτύπησε την πόρτα του ένας γερμανός διοικητής, ο «Νιόνιος» αρνήθηκε να τον δεχτεί. Ο ηθοποιός είχε έναν λόγο παραπάνω να μη θέλει οποιαδήποτε επαφή με τους κατακτητές, αφού είχε βιώσει προσωπικά τη βαναυσότητα του πολέμου.
Στην αρχή της κήρυξής του, το 1940, κλήθηκε να υπηρετήσει στην πρώτη γραμμή και πήρε μέρος σε μεγάλες μάχες. Οι συνθήκες διαβίωσης πάνω στα βουνά ήταν πολύ σκληρές για εκείνον και τους υπόλοιπους φαντάρους. Πολύ αργότερα, όταν ο πόλεμος ήταν μια μακρινή ανάμνηση από το παρελθόν, ό ίδιος είχε πει σε συνέντευξή του: «Δεν ξεχνιούνται όσα χρόνια και αν περάσουν. Πώς να σβήσει από τη μνήμη μου η εξόρμησις στο ύψωμα του Αγ. Αθανασίου στη Χειμάρα; Ανεβήκαμε με χέρια και πόδια, πολεμώντας με πέτρες.
Είχα, θυμάμαι, πέντε φυσίγγια επί 20 ώρες.
Εκεί που είχαμε σκαρφαλώσει, δεν μπορούσαν να μας φτάσουν τα μεταγωγικά. Κι εμείς πολεμούσαμε με πέτρες». Ο Παπαγιανόπουλος βγήκε ζωντανός από την πρώτη γραμμή του μετώπου και μετά τη συνθηκολόγηση επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Διακοφτό, με το μόνο διαθέσιμο μέσο. Τα πόδια του.
Διονύσης Παπαγιαννόπουλος: Το θέατρο στην κατοχή
Όταν έπεσε η αυλαία, ο «δήμιος της Θεσσαλονίκης» θέλησε να συγχαρεί τον ηθοποιό, που του είχε τραβήξει την προσοχή. Οι προσπάθειες του απεσταλμένου του Μέρτεν να έρθει σε επαφή με τον Παπαγιαννόπουλο, έπεσαν στο κενό. Αρχικά ο ηθοποιός ισχυρίστηκε ότι δεν μπορούσε να ανοίξει την πόρτα του, γιατί άλλαζε ρούχα.
Ο γερμανός απεσταλμένος επέμεινε, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να μεταδώσει προφορικά το μήνυμα του Μέρτεν προς τον Παπαγιαννόπουλο. Το μήνυμα του ναζί έλεγε: «Τον ρόλο αυτό στη Γερμανία τον παίζει ο καλύτερος ηθοποιός που έχουμε, αλλά σε ορισμένες σκηνές ο δικός σας, δηλαδή ο Παπαγιαννόπουλος, ήταν καλύτερος. Και αυτό έγκειται στην πονηριά και στην καπατσοσύνη την οποία έχει ο Έλληνας». Τι κι αν ο Μέρτεν έδειξε ένα ψήγμα ανθρωπιάς, με το να θέλει να συγχαρεί έναν Έλληνα για το ταλέντο του; Τα εγκλήματα πολέμου, που είχε διαπράξει ήταν αισχρά και η περιφρόνηση ήταν το μόνο που μπορούσε να κάνει ο Παπαγιαννόπουλος για να δείξει την απέχθειά του.
Και παρά τους κινδύνους, το έκανε.
Διονύσης Παπαγιαννόπουλος: Γιατί δεν παντρεύτηκε ποτέ;
Τις κατακτήσεις του τις είχε ο σπουδαίος κωμικός. Πιθανότατα ένας από τους λόγους που δεν παντρεύτηκε ποτέ να ήταν και αυτή η ροπή του προς το γυναικείο φύλο και η αδυναμία του στο φλερτ και το… κυνήγι, πολύ πριν γίνει… viral ο χαρακτηρισμός «γυπαετός»!
Εκείνος, βέβαια, συνήθιζε να κάνει πλάκα όταν κάποιοι τον ρωτούσαν γιατί δεν παντρεύεται, απαντώντας πως καμία δεν αντέχει το ροχαλητό του, αλλά φαίνεται πως απλά του ήταν αδιανόητη η ιδέα πως θα έπρεπε να μαζευτεί, να νοικοκυρευτεί και να δέσει «άγκυρα» στο πλάι μιας και μόνης γυναίκας.
Άλλωστε, ένα φιλί από ένα κορίτσι μάλλον ήταν η αιτία για την οποία ο Παπαγιαννόπουλος έγινε ηθοποιός, αλλά και… γυναικάς! Στο σχολείο ακόμα, συνήθιζε να στήνει για τους συμμαθητές του παραστάσεις και σε μία από τις πρώτες… δουλειές του, μια μικρή κοπέλα με την οποία ήταν τσιμπημένος, τον αντάμειψε φιλώντας τον. Ο μικρός –τότε- Διονύσης ενθουσιάστηκε τόσο πολύ που είπε «αν είναι να με φιλάει, θα παίζω θέατρο κάθε μέρα»! Και κάπως έτσι οι δυο του αγάπες συνδυάστηκαν για πάντα.
Διονύσης Παπαγιαννόπουλος: Ποθούσε τη γυναίκα του φίλου του
Όμως όπως λέει ο θρύλος υπήρξε κάποια γυναικεία παρουσία την οποία ο Παπαγιαννόπουλος δεν μπόρεσε να κάνει δική του. Κι όπως συχνά συμβαίνει σε ανάλογες περιπτώσεις, δυσκολεύτηκε αφάνταστα να ξεπεράσει την απόρριψή της.
Ήταν η Άννα Καλουτά. Η «βασίλισσα της επιθεώρησης» και παράλληλα μια γυναίκα που όσο κι αν προσπαθούσε ο Παπαγιαννόπουλος (ή οποιοσδήποτε άλλος εκείνη την εποχή) δεν θα μπορούσε να την έχει. Εκείνη είχε μάτια μόνο για τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, με τον οποίο είχαν αναπτύξει μια θυελλώδη σχέση, για την οποία οι κακές γλώσσες τότε υποστήριζαν ότι ο αγαπημένος, γοητευτικός ηθοποιός χάλασε τον γάμο του. Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος την ήθελε πολύ, αλλά θα ήταν αδύνατο να μπει ανάμεσά τους. Κυρίως επειδή σεβόταν και εκτιμούσε τον συνάδελφό του, αλλά και εξαιτίας της ίδιας της φύσης της σχέσης μεταξύ Κωνσταντάρα-Καλουτά, που όπως έμαθε, ήταν από εκείνους τους σφοδρούς έpωτες που συχνά περιγράφονταν στις ταινίες τους.
Πάντως –και παρά το γεγονός ότι θα μπορούσε να παρηγορηθεί στην αγκαλιά οποιασδήποτε άλλης- ο Παπαγιαννόπουλος δεν διαχειρίστηκε καλά την απόρριψη. Σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής, πληγώθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε για ένα σημαντικό διάστημα να κλειστεί στον εαυτό του και να φλερτάρει με την μελαγχολία.
Συνέχισε ασφαλώς τη ζωή του και τις γνωριμίες με τις…ανιψιές του όμως την Καλουτά, δεν την ξεπέρασε ποτέ. Έχασε τη γυναίκα που ήθελε κέρδισε όμως την εκτίμηση του φίλου του. Και αυτό ήταν το πιο σημαντικό για εκείνον…
Ο μεγάλος γόης Διονύσης Παπαγιαννόπουλος μπορεί να είχε πολλές γυναίκες στη ζωή του, όμως δεν κατάφερε να αποκτήσει αυτή που κρυφά λαχταρούσε.