Γιώργος Φούντας: Ο ηθοποιός που έγινε κυρίως γνωστός για τις συμμετοχές του στη μεγάλη οθόνη και μετέπειτα στην τηλεόραση. Ο Γιώργος Φούντας ήταν πολύ γοητευτικός στα νιάτα του και πολλοί τον θυμόμαστε σίγουρα από την θρυλική ατάκα του στη Μελίνα Μερκούρη “Φύγε Στέλλα, κρατάω μαχαίρι” την περίοδο που συμπρωταγωνιστούσαν.
Γιώργος Φούντας: Λίγα λόγια
Ο Γιώργος Φούντας (13 Φεβρουαρίου 1924 – 28 Νοεμβρίου 2010) ήταν ‘Έλληνας ηθοποιός από τους σημαντικότερους του κινηματογράφου, του θεάτρου και της τηλεόρασης, γνωστός εκτός άλλων και για τον ρόλο του στην ταινία Στέλλα (1955) του Μιχάλη Κακογιάννη.[2] Συμμετείχε σε πολλές ακόμη διακεκριμένες ταινίες των δεκαετιών του 1950 και 1960, μεταξύ των οποίων οι Μαγική Πόλη (1954), Το κορίτσι με τα μαύρα (1956), Ποτέ την Κυριακή (1960) και Τα κόκκινα φανάρια (1963), ενώ εμφανίστηκε και στις ξένες παραγωγές Αμέρικα, Αμέρικα (1963) και Αλέξης Ζορμπάς (1964). Η σημαντικότερη στιγμή του στην τηλεόραση είναι ο ρόλος του στην σειρά Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (1975-1976).
Γιώργος Φούντας: Παραλίγο Τζέιμς Μποντ
Βρισκόμαστε στην δεκαετία του ’60 και το Ποτέ την Κυριακή κατακτούσε τον κόσμο. Το φιλμ-φαινόμενο συμπαρέσυρε και τους πρωταγωνιστές του σε μια περίοδο που το Χόλιγουντ έψαχνε την ανανέωση εκ των… έξω. Έτσι βρέθηκε να κοιτάζει αυτούς τους άγνωστους ηθοποιούς που έβαλαν στον κινηματογραφικό χάρτη μία χώρα άγνωστη στην 7η Τέχνη.
Δεν ήταν βέβαια νεαροί ηθοποιοί, αλλά ποιος είπε ότι μόνο το νέο αίμα ήθελαν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού;Για τον Γιώργο Φούντα η πρώτη μεγάλη πρόταση ήρθε από τον σπουδαίο σκηνοθέτη Μπίλι Γουάιλντερ. Ο ηθοποιός, αν και κολακευμένος, αρνήθηκε προφασιζόμενος ότι δεν μπαίνει σε αεροπλάνο.
Γιώργος Φούντας: Η καριέρα
Ο κινηματογράφος πάντα τον γοήτευε και όταν του δόθηκε η ευκαιρία έλαβε μέρος στα δοκιμαστικά της ταινίας του Γιώργου Τζαβέλλα «Χειροκροτήματα» (1943). Κέρδισε ένα μικρό ρόλο, παίρνοντας το βάπτισμα του πυρός στη μεγάλη οθόνη. Στη συνέχεια σπούδασε υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, με δάσκαλο τον κορυφαίο έλληνα ηθοποιό Αιμίλιο Βεάκη.
Φαντάρος πραγματοποιεί την πρώτη του θεατρική εμφάνιση στο θέατρο «Περοκέ», με το «Νυφιάτικο τραγούδι» του Νότη Περγιάλη. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον θίασο Μουσούρη και τον θίασο της Κατερίνας. Αρχές του 1951 συναντά τον Φίνο και παίζει στη «Νεκρή Πολιτεία» του Φρίξου Ηλιάδη, που προβλήθηκε στο Φεστιβάλ των Καννών κι έκανε γνωστή στο διεθνές κοινό την πρωταγωνίστρια της Ειρήνη Παππά.
Την ίδια χρονιά συμμετέχει στο εμβληματικό νεορεαλιστικό δράμα του Γρηγόρη Γρηγορίου «Πικρό ψωμί» και το 1954 πρωταγωνιστεί στη «Μαγική Πόλη» του Νίκου Κούνδουρου, όπου γίνεται ευρύτερα γνωστός. Σταθμό στην καριέρα του αποτελεί το ερωτικό δράμα του Μιχάλη Κακογιάννη «Στέλλα» (1955). Η ατάκα «Φύγε, Στέλλα, κρατάω μαχαίρι!», που εκστόμισε στη συμπρωταγωνίστριά του Μελίνα Μερκούρη παραμένει κλασική. Η ταινία κέρδισε τη«Χρυσή Σφαίρα» καλύτερης ξένης ταινίας και ο Γιώργος Φούντας αρχίζει να γίνεται γνωστός και στο εξωτερικό. Ο κινηματογράφος, τώρα, αποτελεί την πρώτη του προτεραιότητα. Αφήνει το θέατρο, στο οποίο θα επιστρέψει χρόνια αργότερα.
Γιώργος Φούντας: Οι φήμες για τη Μελίνα και ο μεγάλος ζεν πρεμιέ
Το 1960 ξανασυναντιένται με τη Μελίνα Μερκούρη στην ταινία του Ζιλ Ντασέν «Ποτέ την Κυριακή». Ξεχωριστή χρονιά ήταν το 1963, όταν τα «Κόκκινα Φανάρια» του Βασίλη Γεωργιάδη φτάνουν ένα βήμα πριν από το Όσκαρ Ξένης Ταινίας (το χάνουν από το «8 ½» του Φελίνι). Τον ίδιο χρόνο γνωρίζει τη λυγερόκορμη χορεύτρια Χρυσούλα Ζώκα (1931-2015). Την ερωτεύεται κεραυνοβόλα και την παντρεύεται σε δεύτερο γάμο. Ο γιος του Πάνος έρχεται να συμπληρώσει την ευτυχία τους. Είχε αποκτήσει δύο ακόμη παιδιά από τον πρώτο του γάμο.
Το 1997 ολοκλήρωσε την κινηματογραφική του καριέρας, συμμετέχοντας στο δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ της Βίκυ Πεζίρη «Οι Λεβέντες της Θάλασσας» για τους σφουγγαράδες της Καλύμνου. Στην κινηματογραφική του διαδρομή, που ξεπέρασε τον μισό αιώνα, ο Γιώργος Φούντας διακρίθηκε όχι μόνο για τον τρόπο που έπαιζε, αλλά και για τον τρόπο που αγκάλιαζε και φιλούσε τις συμπρωταγωνίστριές του στην οθόνη, κάτι που τον είχε καταστήσει αυθεντικό σύμβολο του σεξ, μακριά από το στιλ του ζεν πρεμιέ, ως ένα δυναμικό, παραδοσιακό, αλλά και με ευαισθησίες αρσενικό. Τιμήθηκε δύο φορές με το βραβείο α’ ανδρικού ρόλου του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία του στις ταινίες «Με τη Λάμψη στα Μάτια» (1966) και «Πυρετός στην Άσφαλτο» (1967).
Γιώργος Φούντας: Τι συνέβη τελικά με τη Μελίνα;
«Όταν τους είδα μαζί ήξερα πως θα ζωντάνευε ιδανικά τον Μίλτο, το θηρίο που της έπρεπε, στην κορμοστασιά, στη λεβεντιά και στο μαχαίρι», είχε δηλώσει ο Μιχάλης Κακογιάννης.
Η οντισιόν του Γιώργου Φούντα για τη Στέλλα έγινε στο σπίτι της Μελίνας. Εκείνος ήταν ήδη όνομα στον κινηματογράφο, και δη σε «δύσκολες» ταινίες. Η ερμηνεία του όμως στη Στέλλα σε συνδυασμό με το ρόλο του στο Κορίτσι με τα μαύρα την ίδια χρονιά με τον ίδιο σκηνοθέτη τον εκτόξευσαν στην κορυφή.
Και προσέξτε, σε ρόλους… τζιζ. Ένας εκδικητικός νησιώτης έγινε στο ένα φιλμ, το καμάρι των γηπέδων που διασύρεται και φτάνει ως το φόνο ήταν στο άλλο. Γενναίες επιλογές. Και δικαιώθηκε.
Γιώργος Φούντας: Ο Κώτσος και η φαμίλια του
Καλοκαίρι του 1967. Ο Γιώργος Φούντας υποδυόταν έναν αρχιφύλακα της Άμεσης Δράσης στα γυρίσματα του Πυρετού στην άσφαλτο που έγινε μία από τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές επιτυχίες του. Τότε, ως κινηματογραφικός αστυνομικός, συνάντησε την αυτοκινητοπομπή του βασιλιά Κωνσταντίνου σε κάποια γέφυρα της Αθήνας, περασμένα μεσάνυχτα.
Ο βασιλιάς βγήκε από το πολυτελές αυτοκίνητο ζητώντας να μάθει για το γύρισμα και ο Γιώργος Φούντας τον προϋπάντησε απλώνοντας το χέρι και λέγοντάς του: «Γεια σου Κώτσο! Τι κάνει η κυρά; Τι κάνουν τα κουτσούβελα;». Σοκ ο σκηνοθέτης Ντίνος Δημόπουλος.
Την ώρα που η βασιλική πομπή έφευγε με ταχύτητα, ο Δημόπουλος τον ρώτησε: «Aλήθεια, βρε Γιώργο, δεν μου είπες, είστε γνωστοί με τον βασιλιά;». Αφού πήρε αρνητική απάντηση, επανήλθε ρωτώντας πού βρήκε το θάρρος και τον αποκάλεσε Κώτσο.
«Πώς να τον πω; Εμείς στο χωριό τους Κωνσταντίνους, Κώτσους τους φωνάζουμε», του είπε.
Γιώργος Φούντας: Η γυναίκα της ζωής του
Ο Γιώργος Φούντας παντρεύτηκε δύο φορές. Η πρώτη του σύζυγος ήταν μοδίστρα, η Ελένη Επισκόπου με την οποία απέκτησε δύο παιδιά.
Όμως όλα άλλαξαν όταν γνώρισε τη Χρυσούλα Ζώκα, μία από τις σπουδαιότερες χορεύτριες του ελληνικού θεάτρου, η οποία είχε γράψει ιστορία με τον Μανώλη Καστρινό. Μαζί έζησαν πάνω από μισό αιώνα· το 1969 ο γιος τους Παναγιώτης ολοκλήρωσε την ευτυχία τους.
Η σκληροτράχηλη χορεύτρια έγινε ο φύλακας άγγελος του ηθοποιού όταν άρχισαν τα πρώτα σημάδια του αλτσχάιμερ. Ήταν η περίοδος που βγήκαν στα ΜΜΕ τα παράπονα του γιου του ηθοποιού από τον πρώτο γάμο, ότι δεν έβλεπε τον πατέρα του και ότι το θάνατο του το 2010 τον έμαθε από αλλού και όχι από την οικογένειά του.