Με αφορμη την σημερινή ημέρα ας γνωρίσουμε μερικες απο τις μεγάλες ηρωικές μορφές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου :
1. Ο Κώστας Κουκίδης που στις 27 Απριλίου του 1941 ήταν φρουρός-εύζωνας στην Ακρόπολη και όταν οι ναζιστές Γερμανοί τον διέταξαν να κατεβάσει την ελληνική σημαία για να ανεβάσουν τον αγκυλωτό σταυρό, αυτός τυλίχθηκε με την ελληνική σημαία και έπεσε από τον «ιερό» βράχο επειδή δεν άντεξε την ταπείνωση του εθνικού του συμβόλου και της Πατρίδος του.
2. Τα δυο ηρωικά ελληνόπουλα Μανώλης Γλέζος καιΑπόστολος Σάντας, οι οποίοι κατέβασαν την ναζιστική σημαία στις 31 Μαΐου του 1941 και ανέβασαν την γαλανόλευκη στην Ακρόπολη.
3. Ο ξεχασμένος, από τους ιστορικούς, Έλληναςπρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής, που αυτοκτόνησε στις 18 Απριλίου 1941, για να μην υπογράψει αυτός το πρωτόκολλο παράδοσης της Ελλάδος στους Γερμανούς.
4. Ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρύσανθος Φιλιππίδης που είχε ξεσηκώσει τον ελληνικό λαό τον Οκτώβριο του 1940 καλώντας τον να προτιμήσει το θάνατο από τη σκλαβιά, και το 1941 καλώντας τον σε πόλεμο υπέρ βωμών και εστιών. Ο μακαριστός Χρύσανθος αρνήθηκε να παραστεί στην παράδοση της Αθήνας στους κατακτητές λέγοντας ότι: «Καθήκον του Αρχιεπισκόπου είναι η απελευθέρωση της πόλης και όχι η παράδοσή της». Μετά από λίγες ημέρες, αρνήθηκε να ορκίσει και την προδοτική κυβέρνηση Τσολάκογλου, λέγοντας στον Γερμανό Φρούραρχο φον Στούμε ότι: «Δουλειά μου είναι να ορκίζω κυβερνήσεις που εκλέγει ο λαός και όχι ο κατακτητής».
Τα παραδείγματα αυτά οι Έλληνες αν και τα γνωρίζουμε, πλέον ούτε μας ενδιαφέρουν, ούτε έχουμε διάθεση να τα μιμηθούμε, επειδή απέχουμε από τους ήρωες προγόνους μας. Ευτυχώς όμως που υπάρχουν και οι εξαιρέσεις όπως αυτή του νεαρού Έλληνα-Κυπρίου Σολωμού Σολωμού που στις 22 Αυγούστου του 1996 προσπάθησε να κατεβάσει την εχθρική σημαία που προκλητικά υψώνεται σε κυπριακά εδάφη, γιατί απλά δεν άντεχε να την βλέπει να κυματίζει μέσα στην πατρίδα του. Και κάτι ακομα: Εάν δεν μπορούμε να τιμήσουμε την σημαία με τον τρόπο που ζούμε και αν δεν μπορούμε να έχουμε ως πρότυπα τους αγωνιστές που θυσιάστηκαν για τη σημαία και την Πατρίδα και τα εθνικά δίκαια, τουλάχιστον να μην ανεχόμαστε να την καίνε έξω από οποιοδήποτε Πολυτεχνείο και από οποιαδήποτε πρεσβεία. Κι αν δεν μπορούμε να νιώσουμε ρίγος συγκινήσεως από τον κυματισμό της, τουλάχιστον ας την τοποθετήσουμε, έστω τυπικά, στα μπαλκόνια των σπιτιών μας. Η Πατρίδα από μας δεν ζητά τίποτα, αλλά δεν μπορούμε να ξεχάσουμε και τα λόγια του πολύπαθου στρατηγού μας Μακρυγιάννη: «Για την πατρίδα μου έκανα ότι μπορούσα. Είχα δυο ποδάρια τσακίστηκε το έναν, είχα δυο χέρια, έχω έναν· την κοιλιά μου τρύπια, το κεφάλι με δυο τρύπες, Το λοιπόν αν θέλωμεν το λίγον να γένη μεγάλον, πρέπει να λατρεύωμεν Θεόν, να αγαπάμε Πατρίδα· να ‘χωμεν αρετή, τα παιδιά μας να τα μαθαίνωμεν γράμματα κι ηθική. Αυτό μου κόβει το κεφάλι μου και το λέω.
Η παράδοση της πρωτεύουσας στους Γερμανούς – Η θυσία του Κουκίδη – Επίσημα και ανεπίσημα στοιχεία – Τα επιχειρήματα όσων θεωρούν «μύθο και θρύλο» την πράξη του Κουκίδη
Με ένα ακόμα επίμαχο θέμα θα ασχοληθούμε στο άρθρο αυτό. Πρόκειται για ένα πρόσωπο που αν υπήρξε, σίγουρα ήταν ήρωας. Υπήρξε όμως;
Το πρόσωπο αυτό είναι ο Κωνσταντίνος Κουκίδης. Εύζωνας, κατά μία εκδοχή, ο οποίος στις 27 Απριλίου 1941 ήταν φρουρός της ελληνικής σημαίας στην Ακρόπολη. Οι Γερμανοί, που εκείνη τη μέρα μπήκαν στην Αθήνα, ανέβηκαν στην Ακρόπολη για να υψώσουν τη σβάστικα. Σύμφωνα με όσα γράφτηκαν (και γράφονται) και ειπώθηκαν, ο Κουκίδης, μην αντέχοντας να βλέπει την υποστολή της ελληνικής σημαίας, όταν αυτή κατέβηκε από τον ιστό της, την πήρε, την τύλιξε γύρω από το σώμα του και έπεσε από τον Ιερό Βράχο βρίσκοντας ακαριαίο θάνατο, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Γερμανών.
Έγιναν όμως έτσι τα πράγματα;
Η παράδοση της Αθήνας στους Γερμανούς
Στις 27 Απριλίου 1941, οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές που είχαν μείνει στην πρωτεύουσα, ήταν ο Νομάρχης, ο Δήμαρχος και ο φρούραρχος.
Ο βασιλιάς και η κυβέρνηση βρίσκονταν στην Κρήτη για να συνεχίσουν από εκεί τον αγώνα. Από τα Χάνια, ο υφυπουργός Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκης ζήτησε από το Νομάρχη και τον Δήμαρχο Αθηναίων να συναντήσουν τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρύσανθο και να του ζητήσουν να παραστεί στην παράδοση της πόλης. Η συνάντηση έγινε, αλλά ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε κατηγορηματικά. Έτσι, την επιτροπή που συγκροτήθηκε για την παράδοση της πόλης αποτελούσαν οι: Υποστράτηγος Χρήστος Καβράκος-φρούραρχος Αθηνών Κων/νος Πεζόπουλος -Νομάρχης Αττικοβοιωτίας ,Αμβρόσιος Πλυτάς -Δήμαρχος Αθηναίων Μιχαήλ Μανούσκος- Δήμαρχος Πειραιώς ,Συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Κανελλόπουλος (ως διερμηνέας).
Αποφασίστηκε η παράδοση της πόλης να γίνει στη συμβολή της Λεωφόρου Αλεξάνδρας με την Κηφισίας και την Βασιλίσσης Σοφίας, απέναντι από την έπαυλη Θων στους Αμπελοκήπους.
Γύρω στις 8 π.μ., άρχισαν να καταφθάνουν τα πρώτα τμήματα μοτοσικλετιστών του γερμανικού στρατού. Στις 10.15 π.μ. έκανε την εμφάνισή του ο επικεφαλής των γερμανικών στρατευμάτων, αντισυνταγματάρχης Ότο φον Σέιμπεν.
Στο καφενείο «Παρθενών», μπροστά από τη βίλα Θων, υπογράφτηκε το πρωτόκολλο παράδοσης κι από τις δύο πλευρές.
Ο Κωνσταντίνος Κουκίδης πέφτει στο κενό με τη γαλανόλευκη – Η σβάστικα υψώνεται στην Ακρόπολη
Λίγο νωρίτερα, στις 8.45 π.μ., είχε φτάσει στον ιερό βράχο της Ακρόπολης γερμανικό απόσπασμα με επικεφαλής τον λοχαγό Γιάκομπι και τον υπολοχαγό Έλσνιτς, για να υψώσει τη γερμανική σημαία.
Στη θέση Καλλιθέα της Ακρόπολης, ο επικεφαλής των Γερμανών ζήτησε από τον Έλληνα στρατιώτη φρουρό να υποστείλει την ελληνική σημαία, προκειμένου να πάρει τη θέση της η γερμανική.
Ο στρατιώτης ( ; ) Κωνσταντίνος Κουκίδης, που ήταν φρουρός της σημαίας εκείνο το πρωινό, αρνήθηκε να υπακούσει.
Τότε, ο Γερμανός αξιωματικός διέταξε τους δικούς του στρατιώτες να κατεβάσουν την ελληνική σημαία, κάτι που έγινε. Η ελληνική σημαία τυλίχθηκε με προσοχή και παραδόθηκε στον Κ. Κουκίδη. Ο νεαρός Έλληνας δεν άντεξε την ταπείνωση του εθνικού μας συμβόλου. Τυλίχτηκε με την γαλανόλευκη και από το σημείο που βρισκόταν έπεσε προς τη βορειοανατολική πλευρά της Πλάκας και σκοτώθηκε ακαριαία, την ίδια στιγμή που η σβάστικα ανυψωνόταν στον ιστό όπου κυμάτιζε λίγο νωρίτερα η ελληνική σημαία και το παρατεταγμένο άγημα παρουσίαζε όπλα για να αποδώσει τιμές.
Η ενέργεια του Κ. Κουκίδη έκανε μεγάλη εντύπωση στους Γερμανούς και ιδιαίτερα στον επικεφαλής τους, ο οποίος ανέφερε το περιστατικό λίγο αργότερα στην Ανωτέρα Στρατιωτική Διοίκηση.
Λέγεται ότι η θυσία του Κ. Κουκίδη ήταν η αιτία να εκδοθεί διαταγή από τον Γερμανό φρούραχο να υψώνεται στην Ακρόπολη και η ελληνική μαζί με τη γερμανική σημαία. Πιθανότατα η Ελλάδα ήταν η μόνη από τις χώρες που βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή και συνέβαινε το γεγονός αυτό.
(Τα στοιχεία για τη θυσία του Κωνσταντίνου Κουκίδη προέρχονται από το βιβλίο του δημοσιογράφου Τάσου Κοντογιαννίδη, εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ. Από το ίδιο βιβλίο προέρχεται και το δημοσίευμα της Daily Mail. Να σημειώσουμε ότι 200 πόδια ισοδυναμούν με 60 μέτρα περίπου).
Μαρτυρίες και πράξεις που επιβεβαιώνουν την ηρωική ενέργεια του Κωνσταντίνου Κουκίδη
Την πτώση του Κουκίδη από τον Ιερό Βράχο είδαν αρκετοί αυτόπτες μάρτυρες, που έσπευσαν στο σημείο που είχε πέσει.
Σύμφωνα με τον αντιστασιακό ερευνητή Κ. Κωστόπουλο, το άψυχο σώμα του Κουκίδη βρέθηκε στην οδό Θρασύλλου στην Πλάκα. Ήταν πολτοποιημένο και η στολή του κομματιασμένη. Πάνω του δεν βρέθηκε ταυτότητα ή κάποιο άλλο στοιχέιο που να γράφει ποιος είναι, παρά μόνο ένα ταχυδρομικό δελτάριο με το όνομα του παραλήπτη του : ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΟΥΚΙΔΗΣ.
Ο Κώστας Κωστόπουλος, πριν λίγα χρόνια βρήκε έναν ηλικιωμένο τσαγκάρη, ο πατέρας του οποίου το 1941 ήταν παγοπώλης. Αυτός με ένα φίλο του έβαλαν τον νεκρό Κουκίδη, τυλιγμένο με τη γαλανόλευκη και σκεπασμένο με μια κουβέρτα, σε ένα καρότσι που χρησιμοποιούσε για τη μεταφορά του πάγου. Τον μετέφεραν στο Α’ Νεκροταφείο, όπου και τάφηκε. Αυτή ήταν η διήγηση του ηλικιωμένου τσαγκάρη στον Κ. Κωστόπουλο.
Εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι, ενώ τα πρώτα χρόνια υπήρχαν προφορικές και γραπτές μαρτυρίες για τη θυσία του Κουκίδη, για 50 χρόνια περίπου η υπόθεση αυτή είχε ξεχαστεί ή αποσιωπηθεί.
Εκτός από το δημοσίευμα της Daily Mail, ο τότε αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος έγραφε στα απομνημονεύματά του : « O Έλλην φρουρός της Ελληνικής Σημαίας επί της Ακροπόλεως, μη θελήσας να παραστεί μάρτυς του θλιβερού θεάματος της αναρτήσεως εις τον ιστόν, της εχθρικής σημαίας, όρμησεν εκ της Ακροπόλεως κρημνισθείς κατεφονεύθη. Εκάθησα στο γραφείο μου περίλυπος μέχρι θανάτου και δακρύων».
Ο Βρετανός ιστορικός Nicholas Hammond (1907 – 2001), καθηγητής του Κέμπριτζ, αξιωματικός Ειδικών Επιχειρήσεων Καΐρου κατά την Κατοχή, γράφει χαρακτηριστικά :
« Την 27η Απριλίου 1941, λίγο προτού χαράξει, όλα ήσαν κλειστά. Τότε έμαθα ότι οι Γερμανοί διέταξαν το φρουρό (ενν. της σημαίας) της Ακροπόλεως να κατεβάσει το Ελληνικό Σύμβολο. Πράγματι, εκείνος, μετά την υποστολή, τυλίχθηκε με αυτήν και αυτοκτόνησε πέφτοντας από τον βράχο.»
Ο μεγάλος λογοτέχνης μας Μενέλαος Λουντέμης, στο έργο του «Αυτοί που Φέρανε την Καταχνιά» (1946), γράφει: « Θα σας πω κι εγώ δόκτωρ φον Γρέβεντις μια μικρή, ασήμαντη ελληνική ιστορία. Όταν το 1941 ο φρουρός της δικής μας σεμνής σημαίας διατάχθηκε να την κατεβάσει, για να υψωθεί η δική σας, την κατέβασε, τυλίχτηκε μετά κι έπεσε χωρίς ηρωισμούς από το βράχο. Το ξέρετε ; Όχι. Βλέπετε τα πιο χρήσιμα πράγματα τα μαθαίνει κανείς πάντα αργά…»
Στο λεύκωμα «Έπεσαν για τη Ζωή», του Κ.Κ.Ε., γράφονται τα εξής : «Τη στιγμή που άλλοι έδιναν γη και ύδωρ στους χιτλερικούς, ο Έλληνας στρατιώτης, πιστός στα πατριωτικά ιδανικά, προτίμησε να αυτοκτονήσει τυλιγμένος με τη γαλανόλευκη, πέφτοντας από τον ιερό βράχο της Ακρόπολης, παρά ν’ ανεβάσει στον ιστό τη σβάστικα» (Τόμος 2, εκδ. 1994).
Στο βιβλίο του «Η Μυστική Ακρόπολη», εκδόσεις Έσοπτρον, 2004, ο Ιωάννης Γιαννόπουλος γράφει: «Στρατιώτες δεν υπάρχουν λοιπόν (ενν. στην Ακρόπολη), να φυλάττουν τη Σημαία. Κι όμως ένας φρουρός είναι εκεί. Είναι η πρώτη του ημέρα που του ανέθεσαν αυτή τη δουλειά και είναι πολύ υπερήφανος. Είναι μόλις 17 χρονών και μέλος της Εθνικής Οργάνωσης Νέων (ΕΟΝ).
Μόλις χθες, η τοπική επιτροπή της Νεολαίας του Θησείου αποφάσισε όπως τα νεαρά μέλη εκτελούν τα καθήκοντα του φρουρού της σημαίας μέχρις ότου το κατοχικό κράτος θα απεφάσιζε – με τη συναργασία των κατοχικών δυνάμεων – το τι θα έμελλε να γίνει. Σκέπτεται ότι η ευθύνη του είναι μεγάλη, να φυλάει τη σημαία της χώρας του. Είχε φτιάξει από πολύ πρωί με προσοχή την στολή του – στολή βαθμοφόρου – και ανέβηκε μόνος στην Ακρόπολη, πλησίασε τη σημαία, στάθηκε προσοχή και την χαιρέτησε».
Παρακάτω αναφέρεται στην άφιξη των Γερμανών στον Ιερό Βράχο : « Μόλις έφθασαν στον Παρθενώνα είδαν – με έκπληξή τους – ότι η Σημαία δεν ήταν μόνη. Κάποιος νεαρός με στολή – όχι στρατιωτική – ήταν εκεί. Συνέχισαννα προχωρούν. Ο Κώστας τους είχε δει κι αυτός. Είχε χάσει τη χαλαρότητά του και τέντωσε από ένστικτο το σώμα του. Δεν ήξερε ακόμα τι θα γινόταν αλλά ένιωθε…»
Αφού περιγράφει την υποστολή της σημαίας, ο Ιωάννης Γιαννόπουλος συνεχίζει :
«Ο Κώστας ήδη έχει πάρει έναν άλλο δρόμο. Ένα συμπαντικό δρόμο, αυτόν που λίγοι ζωντανοί νιώθουν. Ένα ακόμη βήμα προς το τείχος. Μετά οι επάλξεις. Μετά το κενό. Το παιδί πέφτει στο γκρεμό χωρίς ν’ αφήσει την σημαία του. Συνειδητά. Ελληνικά. Υπέροχα.
Γι’ αυτόν, απλά κρατεί την υπόσχεσή του. Η σημαία δεν παραδίδεται. Ο Κώστας Κουκίδης ανήκει στην ιστορία πλέον. Οι Γερμανοί τα χάνουν. Μερικοί από τους στρατιώτες ήδη ετοιμάζονται να ορμήσουν προς το τείχος…».
Παρακάτω, ο Ιωάννης Γιαννόπουλος παραθέτει τις μαρτυρίες των, παιδιών το 1941, Κυριάκου Γιαννακόπουλου και Στάθη Αρβανίτη, που είδαν την πτώση του Κουκίδη από την Ακρόπολη. Μάλιστα, ο δεύτερος αναφέρει ότι ο πατέρας του 15 μέρες αργότερα άκουσε στο BBC την είδηση για την ηρωική ενέργεια του Κουκίδη.
Ο ίδιος ο Ι. Γιαννόπουλος, παιδάκι στα χρόνια της Κατοχής, θυμάται κατοίκους της περιοχής γύρω από την Ακρόπολη, να μιλάνε για το γεγονός και ένα καντήλι μ’ ένα εικονισματάκι να υπάρχουν «για τον τσολιά που έπεσε με τη σημαία την ημέρα που μπήκαν οι Γερμανοί». Ότι ο Κ. Κουκίδης ίσως δεν ήταν εύζωνας (ή στρατιώτης), αλλά μέλος της Ε.Ο.Ν., αναφέρει κι ο Τάσος Κοντογιαννίδης στο βιβλίο του «Ήρωες και Προδότες στην Κατοχική Ελλάδα» :
«Λέγεται πως ο Κων. Κουκίδης δεν ήταν στρατιώτης, αλλά φαλαγγίτης της ΕΟΝ, που εκ περιτροπής τις τελευταίες ημέρες με άλλους ΕΟΝίτες φύλαγαν σκοπιά στη σημαία όταν η στρατιωτική φρουρά είχε αποσυρθεί, για να πάρουν οι στρατιώτες προσωρινά απολυτήρια… Μια πληροφορία που δόθηκε στον γράφοντα (Τ. Κοντογιαννίδη), από παλιό κάτοικο της Πλάκας, χωρίς να μπορεί να διασταυρωθεί και να επιβεβαιωθεί)».
Σαράντα χρόνια σιωπής
Από το τέλος του πολέμου, περίπου, ως τη δεκαετία του 1980, η ιστορία του Κ.Κουκίδη φαίνεται ότι ξεχάστηκε (ή αποσιωπήθηκε). Τη δεκαετία του 1980, λοιπόν, ένας ιδιώτης, ο Μ. Ναυπλιώτης, ανακίνησε το θέμα και ζήτησε από το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης την επίσημη αναγνώριση της θυσίας του ηρωικού φρουρού της σημαίας. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, μετά από κάποιες τηλεοπτικές εκπομπές, το θέμα άρχισε να αναζωπυρώνεται και να εμφανίζονται αυτόπτες μάρτυρες, ηλικιωμένοι πλέον, παιδιά το 1941, που είδαν με τα μάτια τους την πτώση του Κουκίδη από την Ακρόπολη ή την άκουσαν από τους μεγαλύτερους να την διηγούνται.
Παράλληλα, άρχισαν να ακούγονται και αντίθετες απόψεις κάποιων που υποστήριζαν ότι η θυσία Κουκίδη ήταν μύθος.
Ο Φοίβος Γρηγοριάδης, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι στις 27 Απριλίου 1941 που οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα, δεν υπήρχαν Έλληνες στρατιώτες στην Ακρόπολη, αμφισβητεί την ιστορία Κουκίδη.
Ωστόσο, στις 17 Απριλίου 1994, στους στρατώνες της Προεδρικής Φρουράς, εντοιχίστηκε τιμητική πλάκα για τον Κ. Κουκίδη, στην οποία αναγράφονται τα εξής : « Πλατεία Εύζωνα Κουκίδη Κωνσταντίνου. Έπεσε υπέρ πατρίδος την 27η Απριλίου 1941, κατακρημνισθείς απ’ τον Ιερό Βράχο της Ακροπόλεως, τυλιγμένος με την Ελληνική Σημαία, υπερασπιζόμενος ταύτην μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματός του, αρνούμενος να την παραδώσει στον Γερμανό κατακτητή».
Στο επίσημο σάιτ της Προεδρικής Φρουράς (www.proedriki-froura.gr) δεσπόζει η φωτογραφία του εύζωνα Κωνσταντίνου Κουκίδη. Στο συνοδευτικό κείμενο γράφονται τα εξής :
«Πολλές πράξεις ηρωισμού των Ευζώνων θα μείνουν άγνωστες. Όλες αυτές όμως τις εκπροσωπεί η πράξη του Εύζωνα Κωνσταντίνου Κουκίδη, ο οποίος με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, συνέπεσε να ήταν ο Τιμητικός Φρουρός της Ελληνικής Σημαίας στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Τη στιγμή που οι Γερμανοί ανέβαιναν στην Ακρόπολη για να υψώσουν τη Γερμανική Σημαία στη θέση της Ελληνικής, για να μην πέσει στα χέρια τους τυλίχθηκε με την Γαλανόλευκη και έπεσε στο κενό. Η Ελληνική Σημαία έγινε σάβανο για τον Κώστα Κουκίδη, όμως δεν έπεσε στα χέρια των κατακτητών».
(Να σημειώσουμε ότι οι λέξεις που βλέπετε να ξεκινούν με κεφαλαίο γράμμα είναι γραμμένες έτσι, ξεκινούν δηλαδή με κεφαλαίο και στο σάιτ της Προεδρικής Φρουράς. Για να προλάβουμε κάποιους που λόγω του «Γερμανική» θα σπεύσουν να μας χαρακτηρίσουν γερμανοτσολιάδες ή δωσίλογους!).
Στις 12 Οκτωβρίου 2000, ο τότε Δήμαρχος Αθηναίων Δημήτρης Αβραμόπουλος, αποκάλυψε τιμητική πλάκα για τον Κουκίδη στους πρόποδες της Ακρόπολης. Στην ομιλία του, ο Δ. Αβραμόπουλος ανέφερε, μεταξύ άλλων, και τα εξής :
«Με τη σεμνή τελετή θέλουμε να αποτίσουμε φόρο τιμής σε μια θρυλική μορφή. Η λέξη θρύλος κρύβει πολλά. Κρύβει και λίγο ιστορία, κρύβει και λίγο μύθο… Σημασία έχει αν εμείς – οι σημερινοί Έλληνες – θέλουμε να υπάρχουν τέτοιοι θρύλοι. Υπό αυτή την έννοια έχει τη δική του ηθική και εθνική χρησιμότητα αυτό που πράττουμε σήμερα, ικανοποιώντας την απαίτηση χιλιάδων συμπολιτών μας…».
Στην εκδήλωση ήταν παρόντες, μεταξύ άλλων, ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, οι τότε υπουργοί Μιχάλης Σταθόπουλος, νυν ακαδημαϊκός θυμίζουμε, και Κώστας Γείτονας, ο Μανώλης Γλέζος, ο αείμνηστος Απόστολος Σάντας, αντιστασιακοί απ’ όλο το φάσμα του αντιφασιστικού μετώπου κ.ά.
Η μάλλον ομιχλώδης τοποθέτηση Αβραμόπουλου έδωσε λαβή στους αμφισβητίες της πράξης του Κ. Κουκίδη, να βρουν ένα, μάλλον ανέλπιστο, επιχείρημα των απόψεών τους. Πρόσφατο είναι το δημοσίευμα της «Εφημερίδας των Συντακτών» που υπογράφει ο Δημήτρης Ψαρράς, στις 29/05/2016, με τίτλο «Δύο ανεπιθύμητοι ήρωες» (αναφέρεται στους Μ. Γλέζο – Α. Σάντα). Εκεί γίνεται αναφορά στον «ήρωα – φάντασμα» Κώστα Κουκίδη και υπάρχει παραπομπή σε δημοσίευμα του «Ιού» στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία της 22.10.2000, με αυτόν τον τίτλο.
Η αντίθετη άποψη – Ανύπαρκτος ήρωας ο Κουκίδης
«Ο τιμημένος ήρωας απλώς δεν υπήρξε». «Ένας πολύ άγνωστος στρατιώτης», είναι μερικά απ’ όσα γράφονται στο δημοσίευμα αυτό.
Στο ίδιο δημοσίευμα, διαβάζουμε ότι ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, σε εκπομπή του Τάκη Σπηλιόπουλου στην ΕΤ-1 (26-4-2000), είπε στον γνωστό δημοσιογράφο ότι δέχτηκε «πολλά μηνύματα από την Ελλάδα και το εξωτερικό για τη θρυλική φυσιογνωμία… Από τις έρευνες όμως δεν βρέθηκαν στοιχεία…», δήλωσε στη συνέχεια ο κύριος Αβραμόπουλος.
Ο αρμόδιος αξιωματικός της τότε ανακτορικής φρουράς απέκλεισε την ύπαρξη ευζώνου Κ. Κουκίδη το 1941. Ο τότε (1941) επιλοχίας των ευζώνων, Ανδρέας Μαχιμάρης, δήλωσε στην ΕΤ-1 ότι «αν ήταν στρατιώτης στους ευζώνους δεν υπήρχε περίπτωση να μην το ήξερα».
Επισταμένη έρευνα έγινε κι από την Δ.Ι.Σ. (Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού), όταν διευθυντής της ήταν ο Αντιστράτηγος Ιωάννης Κακουδάκης. Τα αποτελέσματά της, τα ανέφερε ο ίδιος ο κύριος Κακουδάκης :
«Διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρξε την περίοδο εκείνη στρατιώτης με το όνομα Κουκίδης Κωνσταντίνος… Το ΓΕΣ έχει καταγράψει όλους τους φαντάρους κι όλους τους αξιωματικούς της περιόδου. Κάπου θα έπρεπε να ανήκει ο Κουκίδης. Ούτε εύζωνας υπήρξε ούτε ήταν φαντάρος. Όλα εξετάστηκαν».
Ο «ιός», στο δημοσίευμα της 22/10/2000 στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», «χρεώνει» την επανεμφάνιση της ιστορίας του Κ.Κουκίδη στον Κ.Πλεύρη και άλλους εθνικιστικούς κύκλους, παραδέχεται ωστόσο ότι και η Αριστερά, τόσο με το διήγημα του Μ. Λουντέμη όσο και με την αναφορά από το Κ.Κ.Ε., «τροφοδότησε» ένα μύθο έτσι ώστε να γίνει ιστορία. «Μια συναινετική μυθοπλασία», γράφει χαρακτηριστικά το δημοσίευμα.
Άλλοι πιστεύουν ότι ο Κ.Κουκίδης ήταν «δημιούργημα» της Βρετανικής προπαγάνδας. Ο αείμνηστος Γρηγόρης Φαράκος είχε δηλώσει ότι : «Από επιστημονική άποψη δεν έχει αποδειχθεί τίποτε».
Ο σπουδαίος Γερμανός ιστορικός και πανεπιστημιακός Hagen Fleischer (Χάγκεν Φλάισερ), ο οποίος από το 1985 έχει αποκτήσει και την ελληνική υπηκοότητα, αναφέρει ότι η αρχή της αφήγησης για τον Κουκίδη «βρίσκεται σε ένα αστείο που κυκλοφόρησε την ημέρα της εισόδου του γερμανικού στρατού στην Αθήνα και η ανάδειξη και προβολή της ιστορίας οφείλεται στην ανάγκη να βρεθούν ήρωες που δεν θα σχετίζονταν νε εμφύλιες συγκρούσεις».
Σε διάφορα μπλογκ στο διαδίκτυο, μπορείτε να βρείτε κάποιους οι οποίοι δέχονται την ύπαρξη του Κ.Κουκίδη και άλλους οι οποίοι την απορρίπτουν.
Τα αρχεία της Ε.Ο.Ν., που ίσως θα μας έδιναν μια απάντηση για το αν όντως υπήρχε μέλος της Κωνσταντίνος Κουκίδης, που φρουρούσε την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη στις 27/4/1941, είναι άγνωστο πού βρίσκονται. Πιθανότατα έχουν διασκορπιστεί, ενώ ακόμα και η γνησιότητα κάποιων «εμφανιζόμενων» ως αρχείων της Ε.Ο.Ν. αμφισβητείται.
Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζουν όσα γράφει ο καθηγητής, τέως Δήμαρχος Γαστούνης, Κωνσταντίνος Λούρμπας : «Ο Κουκίδης (1925 – 1941) ήταν μικρασιατικής καταγωγής. Η οικογένειά του είχε πάρει κλήρο στη Γαστούνη, στο όνομα Νικόλαος Κουκουντάνης (1874-1935). Κουκίδη, ήταν το επώνυμο της γιαγιάς του, Ελένης Κουκίδη (1877-1942), συζύγου του Ν. Κουκουντάνη, το οποίο χρησιμοποιούσε, καθώς αυτή τον μεγάλωσε γιατί είχε μείνει ορφανός σε μικρή ηλικία.
Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Δημητρακόπουλος (1901-1932) και μητέρα του η Φωτεινή (1904-1942).
Με όλα αυτά τα επώνυμα και με ένα μόνο δελτάριο που βρέθηκε πάνω του (ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΟΥΚΙΔΗΣ, θυμίζουμε), ο εντοπισμός του Κωνσταντίνου Κουκίδη σε επίσημα έγγραφα, φαντάζει τουλάχιστον δύσκολος…
ΠΗΓΕΣ : Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης, «ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ», εκδ. ΠΕΛΑΣΓΟΣ
Ιωάννης Γιαννόπουλος, «Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΑΚΡΟΠΟΛΗ», εκδ. ΕΣΟΠΤΡΟΝ, 2004
Δρ Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος, «Η ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΤΑ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ (ΑΠΡΙΛΙΟΣ 1941)»,άρθρο στο περιοδικό «Ιστορία Εικονογραφημένη», Τεύχος 475, Ιανουάριος 2008.