Μαντουμπάλα: Η Τραγική Μοίρα Της Καλλονής Που «Ύμνησε» Η Φωνή Του Στέλιου Καζαντζίδη
Η «Μαντουμπάλα» ή «Μαντουβάλα» κυκλοφόρησε το 1959 και ήταν βασισμένο μουσικά στην ινδική ταινία «Ο αλήτης της Βομβάης». Οι μουσικές συνθέσεις του θρυλικού σιταριστή Ραβί Σανκάρ άρεσαν τόσο πολύ στον Καζαντζίδη που θέλησε να το διασκευάσει στα ελληνικά.
Έτσι ζήτησε τη βοήθεια της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου προκειμένου να «σκαρώσει» τους στίχους και η οποία τότε βίωνε την τρομακτική απώλεια της κόρης της. Λέγεται μάλιστα, ότι στο σημείο του τραγουδιού που ο στίχος λέει: «Από τότε που σ’ έχασα λιώνω, τ’ όνομά σου φωνάζω με πόνο» η Παπαγιαννοπούλου αποτύπωνε το δικό της πένθος.
Ποια ήταν όμως η Μαντουμπάλα; Ήταν υπαρκτό πρόσωπο ή μία φανταστική ηρωίδα; Κι όμως η γυναίκα αυτή υπήρξε και η ιστορία της ήταν πραγματικά μυθιστορηματική.
Η Μουμτάζ Μπεγκούμ Τζεχάν Ντελάβι, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου του 1933 στο Δελχί από μια φτωχή και συντηρητική οικογένεια μουσουλμάνων της φυλής των Παθάν.
Ήταν το πέμπτο από τα έντεκα συνολικά παιδιά της οικογένειας. Όταν ο πατέρας της έμεινε άνεργος η φτωχή οικογένεια υπέφερε και έξι από τα αδέρφια της πέθαναν. Σε αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης μετακόμισαν στη Βομβάη. Ο πατέρας της ψάχνοντας για δουλειά περνούσε συχνά από τα κινηματογραφικά πλατό και έτσι η μικρή Μουμτάζ μπαίνει στο χώρο του κινηματογράφου σε ηλικία 9 ετών.
Το κινηματογραφικό της ντεμπούτο ήταν η εμπορική επιτυχία Basant στα 1942, στην οποία υποδυόταν την κόρη της δημοφιλούς τότε πρωταγωνίστριας Μουμτάζ Σάντι. Εμφανίστηκε ως παιδί θαύμα σε μερικές ακόμα ταινίες και σύντομα κέρδισε τη φήμη μιας ταλαντούχας και αξιόπιστης ερμηνεύτριας. Μια άλλη φημισμένη πρωταγωνίστρια, η Ντεβίκα Ρανί, εντυπωσιασμένη από το ταλέντο της, την συμβούλεψε να αλλάξει το όνομα της σε Μαντουμπάλα.
Η μεγάλη ευκαιρία της ζωής της
Μέχρι την ενηλικίωση της, η ασυνήθιστη ομορφιά και η λυγερή, ψηλή κορμοστασιά της αποκάλυπταν ότι ήταν γεννημένη πρωταγωνίστρια. Η μεγάλη ευκαιρία της δόθηκε όταν ο σκηνοθέτης Κιντάρ Σαρμά επέλεξε για συμπρωταγωνίστρια του Ρατζ Καπούρ στη ταινία Neel Kamal 1947). Είναι η ταινία στην οποία εμφανίστηκε για πρώτη φορά με το όνομα «Μαντουμπάλα».
Ήταν μόλις 14 χρονών, αλλά ήδη πρωταγωνίστρια.
Τα επόμενα δύο χρόνια η μικρή Μαντουμπάλα εξελίχθηκε σε μια απίστευτη καλλονή. Μάλιστα, ο Τύπος της εποχής και οι θαυμαστές της την αποκαλούσαν «Αφροδίτη της Μεγάλης Οθόνης». Το 1949 πρωταγωνιστεί στην εμπορικά επιτυχημένη ταινία Mahal που την μετατρέπει σε πραγματική σταρ.
Στη δεκαετία του 1950 και στις αρχές του 1960 πρωταγωνίστησε σε πολλές επιτυχημένες ταινίες που θεωρούνται πλέον κλασσικές. Μαζί με τις σύγχρονες της Ναργκίς και Μίνα Κουμάρι θεωρούνται η ιερή τριάδα του Ινδικού σινεμά, τρεις γυναίκες ηθοποιοί με ασύγκριτο ταλέντο και φήμη.
Μετά από συνεχείς αιμοπτύσεις στα πλατό, αποκαλύπτεται η καρδιακή της πάθηση, μια εκ γενετής καρδιακή ανωμαλία που κοινώς αποκαλείται “τρύπα στην καρδιά” (ανοικτό ωοειδές τρήμα). Την εποχή εκείνη οι χειρουργικές επεμβάσεις στην καρδιά ήταν σχεδόν άγνωστες και έτσι η πάθηση της κρατήθηκε μυστική για πολλά χρόνια παρά κάποιες αόριστες φήμες που κυκλοφορούσαν κατά καιρούς.
Η οικογένεια της υπήρξε υπερπροστατευτική, εξαιτίας της κατάστασης της, ετοιμάζοντας όλα τα γεύματα της στο σπίτι και δίνοντας της να πιει νερό μόνο από μια συγκεκριμένη πηγή, προκειμένου να μειώσουν τις πιθανότητες κάποιας μόλυνσης.
Την ζήτησε το Χόλιγουντ, δεν την άφησε ο πατέρας της
Στις αρχές του ’50 η Μαντουμπάλα, όντας η πιο επιτυχημένη ηθοποιός της Ινδίας, τράβηξε το ενδιαφέρον του Χόλιγουντ. Φωτογραφίες και συνεντεύξεις τις εμφανίζονταν σε πολλά αμερικάνικα περιοδικά. Ο Φρανκ Κάπρα σε ένα ταξίδι του εκείνη την εποχή στην Βομβάη συναντήθηκε με όλη την ελίτ του Ινδικού κινηματογράφου, αλλά όχι με εκείνη την όποια κυρίως είχε έρθει για να δει. Πρότεινε να γίνει μια συνάντηση προκειμένου να συζητηθεί η μετάβαση της Μαντουμπάλα στο Χόλιγουντ, αλλά ο πατέρας της υπήρξε κατηγορηματικά αρνητικός, βάζοντας μια για πάντα τέλος σε μια ενδεχόμενη κινηματογραφική καριέρα στη Δύση.
Μετά το Mahal ακολούθησαν πολλές ακόμα επιτυχημένες ταινίες. Προσπαθώντας να εξασφαλίσει οικονομικά την οικογένεια της εμφανίστηκε σε 24 ταινίες τα τέσσερα πρώτα χρόνια της καριέρας της ως ενήλικη. Η επιπόλαια αυτή κίνηση σε συνδυασμό με κάποιες λάθος επιλογές ρόλων ανάγκασε τους κριτικούς της εποχής να αναφέρονται και να σχολιάζουν περισσότερο την ομορφιά της παρά τις υποκριτικές της ικανότητες. Όντας η μοναδική πηγή εσόδων της οικογένειας, αναγκάστηκε να συμμετάσχει σε οποιοδήποτε φιλμ της πρότειναν, κάτι που έβλαψε την υπόσταση της ως σοβαρής ηθοποιού και για το οποίο μετάνιωσε αργότερα.
Αν και η ανάγκη δεν της επέτρεπε να είναι επιλεκτική, προσπαθούσε ενίοτε να συμμετέχει και σε πιο ακαδημαϊκά φιλμ με δυνατούς ερμηνευτικά ρόλους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε η ταινία Biraj Bahu (1954). Η Μαντουμπάλα έχοντας διαβάσει το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε η ταινία προσπάθησε εναγωνίως να εξασφαλίσει τη συμμετοχή της. Ο σκηνοθέτης, ωστόσο, με τον φόβο ότι η αμοιβή της καλοπληρωμένης ηθοποιού θα ήταν υπέρογκη για τον προϋπολογισμό της ταινίας την απέρριψε δίνοντας το ρόλο στην ανερχόμενη τότε Κάμινι Κοσάλ.
Όταν η Μαντουμπάλα το έμαθε, απογοητεύτηκε. Τόσο μεγάλη ήταν η επιθυμία της να την υπολογίζουν ως μια σοβαρή ηθοποιό.
Στην κορυφή του ινδικού star system
Ως πρωταγωνίστρια η Μαντουμπάλα αναρριχήθηκε γρήγορα στην κορυφή του Ινδικού star system. Εμφανίστηκε στο πλευρό των πιο διάσημων ανδρών ηθοποιών της εποχής, όπως οι Ασόκ Κουμάρ, Ρατζ Καπούρ, Σουνιλ Ντουτ, Ντιλίπ Κουμάρ, ενώ έπαιξε και μαζί με δημοφιλείς πρωταγωνίστριες της εποχής σαν τις Σουράγια, Γκίτα Μπάλι, Νιμι.
Ωστόσο, στα μέσα του ’50 και εντελώς ξαφνικά οι ταινίες της άρχισαν να αποτυγχάνουν στα ταμεία με αποτέλεσμα τα έντυπα της εποχής να την αποκαλέσουν «Box Office Poison».
Το 1958 κατάφερε να ανατρέψει την κατάσταση με τη συμμετοχή της σε μια σειρά ταινιών με μεγάλη εμπορική απήχηση όπως, οι «Howrah Bridge», «Kala Pani», «Phagun» και «Chalti Ka Naam Gaadi».
Ειδικά στο Howrah Bridge προκάλεσε μεγάλη εντύπωση με την τολμηρή, για την εποχή, εμφάνιση της, φορώντας μπλούζες με βαθύ ντεκολτέ, κολλητά παντελόνια κάπρι και κινέζικα φορέματα στο ρόλο μια Αγγλο-Ινδής τραγουδίστριας στον υπόκοσμο της Τσαϊνατάουν της Καλκούτας.
Ο αισθησιακός χορός της με τους πυρσούς υπό τους ήχους του τραγουδιού Aye Meherebaan έμεινε ιστορικός ενώ το τραγούδι ακούγεται μέχρι και σήμερα. Το 1960 εξαργύρωσε αυτές τις επιτυχίες με τη συμμετοχή της στην επική υπερπαραγωγή Mughal-E-Azam. Η συγκεκριμένη ταινία θεωρείται το κορυφαίο της δημιούργημα αλλά και η κορυφαία ταινία της δεκαετίας του ’60 για ολόκληρο το Ινδικό σινεμά.
Στο επικό ιστορικό δράμα Mughal-e-Azam η Μαντουμπάλα υποδύθηκε συγκλονιστικά την κατατρεγμένη παλλακίδα Αναρκάλι.
Ο σκηνοθέτης της ταινίας αγνοώντας την ασθένεια της, την υπέβαλε σε ένα επίπονο και χρονοβόρο πρόγραμμα γυρισμάτων που κράτησαν συνολικά 9 χρόνια. Στη μέση αυτού του διαστήματος προέκυψε και ο χωρισμός της με τον συμπρωταγωνιστή της Ντιλίπ Κουμάρ προσθέτοντας στις σωματικές δοκιμασίες και ένα βαρύ ψυχολογικό φόρτο. Πολλοί εικάζουν ότι οι δοκιμασίες αυτές οδήγησαν στην ραγδαία επιδείνωση της υγείας της που και τελικά την οδήγησε στο θάνατο.
Η πρεμιέρα της ταινίας έγινε στις 5 Αυγούστου του 1960 και σύντομα έγινε η μεγαλύτερη επιτυχία στην ιστορία του ινδικού κινηματογράφου. Το ρεκόρ εισιτηρίων της καταρρίφθηκε μετά από 15 ολόκληρα χρόνια, από το φιλμ Sholay (1975), ενώ μέχρι και σήμερα κρατάει τη 2η θέση (με τις εισπράξεις προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό).
Οι δύο άντρες της ζωής της
Η Μαντουμπάλα διατηρούσε χρόνια σχέση με τον ηθοποιό και συχνό συμπρωταγωνιστή της Ντιλιπ Κουμάρ. Η σχέση κράτησε 5 χρόνια και παρά το γεγονός ότι η Μαντουμπάλα ήταν ιδιαίτερα φειδωλή στις δημόσιες εμφανίσεις της και στα προσωπικά της ζητήματα, το ζευγάρι είχε εμφανιστεί μαζί στη πρεμιέρα της ταινίας Insaniyat (1955). Η σχέση έληξε άδοξα μετά από μια πολύκροτη δικαστική διαμάχη σχετικά με τα γυρίσματα μιας ταινίας.
Γνώρισε τον μετέπειτα σύζυγό της Κισόρ Κουμάρ το 1958, όταν αυτός ήταν ήδη παντρεμένος. Μετά το διαζύγιο του και λόγω του ότι εκείνος ήταν ινδουιστής ενώ εκείνη μουσουλμάνα παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο το 1960.
Η οικογένεια του άντρα της ποτέ δεν την αποδέχτηκε πραγματικά και το ζευγάρι αν και παρέμεινε παντρεμένο μέχρι τέλους ποτέ δεν γνώρισε την ευτυχία.
Η τραγική προφητεία που εκπληρώθηκε…
Όταν η Μαντουμπάλα ήταν ακόμη βρέφος, ένας σούφι προέβλεψε ότι θα γινόταν πλούσια και διάσημη, αλλά θα πέθαινε νέα και δυστυχισμένη.
Ήταν το 1960, όταν η κατάσταση της υγείας της επιδεινώνεται και αναζητά θεραπεία στο Λονδίνο. Οι καρδιακές επεμβάσεις βρίσκονταν τότε σε νηπιακό στάδιο και οι γιατροί που την εξέτασαν αρνήθηκαν να κάνουν την εγχείριση. Την έπεισαν ότι οι πιθανότητες επιτυχίας ήταν μηδαμινές και ότι τις απέμενε το πολύ ένας χρόνος ζωής.
Η Μαντουμπάλα γύρισε στην Ινδία και αψηφώντας όλες τις προβλέψεις έζησε για 9 ακόμα χρόνια. Στη διάρκεια μιας μικρής αναλαμπής στην υγεία της προσπάθησε να επανέλθει στα κινηματογραφικά δρώμενα με την ταινία Chalack η οποία τελικά παρέμεινε ημιτελής καθώς σύντομα η υγεία της επιδεινώθηκε εκ νέου.
Η μεγάλη ηθοποιός υπέκυψε στην ασθένεια της, στις 23 Φεβρουαρίου 1969, λίγες μέρες μετά τα 36α της γενέθλια έχοντας προλάβει να συμμετάσχει σε πάνω από 70 ταινίες.
Τραγική ειρωνεία: Η προφητεία εκπληρώθηκε…
Όσο για το ομώνυμο λαϊκό τραγούδι, έφτασε σε πωλήσεις ρεκόρ για την εποχή του, φτάνοντας στο ρεκόρ τω 100.000 δίσκων των 45 στροφών.