Ζάχος Χατζηφωτίου: Τι απέγινε η περιουσία του. Ο γνωστός δημοσιογράφος της παλιάς κοσμικής Αθήνας ήταν για πολλά χρόνια στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και ο Τύπος αγαπούσε να ασχολείται με εκείνον και τις γυναίκες της ζωής του. Ο Ζάχος Χατζηφωτίου δημιούργησε μια μεγάλη περιουσία, με σπίτια στην Αθήνα και τη Μύκονο και λίγα χρόνια πριν το τέλος της ζωής του αποφάσισε να τα πουλήσει, μία κίνηση που όπως αποδείχθηκε ήταν σοφή γιατί μετά ξεκίνησε η μεγάλη οικονομική κρίση στην Ελλάδα.
Ένα από τα τελευταία αρσενικά παλαιάς κοπής καμαρώνει για την έμπνευση που είχε να πουλήσει τα ακίνητα του, προ κρίσης, μιλάει για την παρέα που κάνει με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, την κορυφαία στιγμή της ζωής του, τη σχέση με την κόρη, τα εγγόνια και τα δισέγγονα του, τα οποία έχει δει μόλις μία φορά.
Ζάχος Χατζηφωτίου: «Μένω στο ενοίκιο»
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου μας υποδέχεται σπίτι του, στο Παλαιό Φάληρο, στον έκτο όροφο μίας πολυκατοικίας κοντά στη θάλασσα. «Μένω στο ενοίκιο. Δίνω 600 ευρώ το μήνα για το σπίτι μου και είμαι ήσυχος. Ένα πρωί ξύπνησα και αποφάσισα να πουλήσω τα σπίτια μου σε Αθήνα και Μύκονο. Λίγο μετά ξέσπασε η κρίση. Είχα έμπνευση μου φαίνεται», μας λέει.
Ζάχος Χατζηφωτίου: Οι πιο αξιόλογες στιγμές της ζωής του
Μας κερνά τσάι και συζητάμε για τη ζωή του. Του ζητώ να μου μιλήσει για τις στιγμές που θεωρεί εκείνος πιο σημαντικές. «Γεννήθηκα το Σεπτέμβριο του 1923 στην Κηφισιά και το χειμώνα μέναμε στο Κέντρο, στην Πλάκα, γιατί έκανε κρύο στα βόρεια και δεν υπήρχαν καλοριφέρ τότε. Είμαι ένας περίεργος άνθρωπος. Έκανα τέσσερα χρόνια στον πόλεμο και θεωρώ πως αυτή είναι η πιο αξιόλογη στιγμή μου. Γιατί προσέφερα στην πατρίδα μου. Ένας στα εκατομμύρια θα μου πεις. Δεν έχει σημασία. Πήγα στα 17 μου και γύρισα στα 22. Έφυγα εθελοντικά το Μάιο του 1941 για το Ελ Αλαμέιν, μόλις μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα. Δεν μου αρέσει να παριστάνω τον ήρωα. Το καλοκαίρι του 1940 πήρα το δίπλωμα του λυκείου, αλλά δεν ήθελα να κάνω ό,τι έκαναν οι συνομήλικοί μου. Ήθελα να είμαι ανεξάρτητος, να πάρω τη ζωή στα χέρια μου. Δεν με δελέαζε το να ασχοληθώ με τη δουλειά του πατέρα μου».
Επιστρέφει από τον πόλεμο το 1945, αλλά και πάλι αρνείται να ασχοληθεί με την οικογενειακή επιχείρηση. «Μετά τον πόλεμο έφυγα στην Ιταλία κι έτρεχα δέκα χρόνια με τα αυτοκίνητα. Ήταν η μόδα της Ferrari. Τα αυτοκίνητα ήταν το πάθος της ζωής μου». Τελικά, βέβαια, ο δρόμος τον οδήγησε σε δημοσιογραφικά μονοπάτια. «Τι δηλώνω ως επάγγελμα; Πολιτικός συντάκτης», ξεκαθαρίζει. «Πολλοί θέλουν να με υποβιβάσουν. Ήθελαν από πολιτικό συντάκτη να με λένε κοσμικογράφο. Έμενα μου άρεσε ουσιαστικά μόνο μία δουλειά: τα βαπόρια, η θάλασσα. Μάλιστα, κάποτε ξεκίνησα και πήρα δύο βαπόρια, αλλά έπεσα έξω και οπισθοχώρησα».
Μια γνωριμία του στάθηκε καθοριστική για να ανοίξει μπροστά του ένας νέος επαγγελματικός δρόμος. «Ήμουν φίλος με την Ελένη Βλάχου (σ.σ. τη θρυλική διευθύντρια της Καθημερινής). Ένα βράδυ βγήκαμε να φάμε και θυμόταν που της είχα γράψει ένα γράμμα που της άρεσε πάρα πολύ. Μου πρότεινε δουλειά στην Καθημερινή. Με έβαλε να γράφω χρονογραφήματα στο κυριακάτικο φύλλο και μου έδωσε 1.000 δραχμές το χρονογράφημα. Έβαλα και χιούμορ μέσα και ήταν μια πετυχημένη στήλη». Βέβαια, η στήλη του που έγινε τεράστια επιτυχία ήταν αυτή των κοσμικών, στον Ταχυδρόμο. «Ο Ίακχος, η κοσμική στήλη που υπέγραφα, ήταν ένας λόγος που αγόραζαν τον Ταχυδρόμο. Με παρακαλούσε όλη η Αθήνα να γράφω δυο λόγια γι’ αυτούς. Μεταξύ τους έκαναν διάφορα παράπονα αν δεν τους έβαζα φωτογραφία, όμως σε έμενα προσωπικά δεν τολμούσαν ποτέ. Δεν ήμουν φωτογραφιτζίδικο, έκανα πραγματική προβολή της κοσμικής Αθήνας. Ερχόντουσαν με λεφτά και τους έδιωχνα. Ενδιαφέρον για τον εαυτό τους είχαν όλοι. Έκαναν ουρές έξω από τον Ταχυδρόμο, για να τους βάλω μια φωτογραφία». Το πώς εξελίχθηκαν οι κοσμικές στήλες τον κάνει να γελά. «Ξέρεις από τι υποφέρουν οι Έλληνες; Από την ανωνυμία! Εγώ, αν βγω τώρα και πάρω την πρώτη κοπελίτσα, όπου και να πάω να φάω, θα βρεθεί ένας φωτογράφος, κάπου θα μπει η φωτογραφία μας, κάποιος θα τη μάθει. Μάλιστα, μία μου το πρότεινε. Αλλά δεν κάνω τέτοιες αηδίες στην ηλικία μου. Δεν βγαίνω έξω. Και δεν μου αρέσουν και αυτά που μαγειρεύουν τα εστιατόρια».
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις
Αναρωτιέμαι πώς είναι η καθημερινότητά του αυτή την περίοδο. Βγαίνει βόλτες; Συναντά φίλους; «Στα 93 μου; Φίλους; Όλοι πεθαίνουν στα 70, 80! Δεν μου έχει μείνει κανένας. Με ποιους να βγω; Να κάνω παρέα με τα τεκνά; Κάνω παρέα με τον επίτιμο. Είναι θαυμάσιος άνθρωπος, ευφυέστατος. Βέβαια εκείνος με περνά πέντε χρόνια, δεν είμαστε συνομήλικοι» σημειώνει γελώντας, αναφερόμενος στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Για τριάντα επτά χρόνια ο Ζάχος Χατζηφωτίου βρισκόταν στη μικρή οθόνη: Δεκαεπτά στην ΥΕΝΕΔ κι άλλα είκοσι στη μετέπειτα κρατική.
«Ξέρεις πώς μπήκα στην τηλεόραση; Ένας φίλος μου μου είπε ότι έχω ωραία φάτσα για τηλεόραση. Και έστειλε φωτογραφία και βιογραφικό μου. Τότε μέλος του ΕΣΡ και της επιτροπής που αποφάσιζε ποιους θα πάρουν ήταν ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, που τον είχα καθηγητή στο σχολείο. Είπε λοιπόν: “Τον ξέρω. Αναιδέστατος. Να την πάρει την εκπομπή, γιατί θα είναι καλός”. Έτσι ξεκίνησε το πεντάλεπτο του Ζάχου Χατζηφωτίου. Που μετά έγινε δεκάλεπτο. Μαζεύονταν σπίτι για να με δουν, σαν τον Άγνωστο Πόλεμο. Γιατί με χαρακτήρισε αναιδέστατο ο Παναγιωτόπουλος; Δεν ήμουν καλός μαθητής και ήμουν και αυθάδης. Άλλαξα τρία σχολεία. Ξεκίνησα στη Σχολή Χιλ, που ήταν κοντά στο σπίτι μας, επειδή μέναμε στην Πλάκα. Μετά πήγα στου Μακρή. Ήμουν άτακτος, παρόλο που η μητέρα μου ήταν καθηγήτρια στο Αρσάκειο».
Ζάχος Χατζηφωτίου: Οι πέντε σύζυγοι και η μονάκριβη κόρη
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου έκανε πέντε γάμους και πήρε άλλα τόσα διαζύγια! Προίκα του; Μία κόρη, τρία εγγόνια και δύο δισέγγονα. «Ο πρώτος γάμος έγινε όταν ήμουν στη Βηρυτό, μετά τις μάχες του Ελ Αλαμέιν. Πατέρας έγινα στο δεύτερο γάμο μου, στα 27 μου. Δεν νομίζω να είχα λαχτάρα να κάνω οικογένεια, αλλά προέκυψε. Αγάπησα βέβαια. Με καμία από τις γυναίκες μου δεν είχα να χωρίσω οικονομικά, γι’ αυτό και δεν είχαμε τσακωμούς και διενέξεις». Τον ρωτάω για τη σχέση με την κόρη του και την ηλικία της και η ειλικρίνειά του είναι αφοπλιστική. «Δεν θέλω να πω την ηλικία της κόρης μου. Θα με πάρει τηλέφωνο και θα με μαλώσει. Γυναίκα είναι! Είναι όμως καλή μητέρα. Τα σπούδασε και τα τρία παιδιά της. Η μία εγγονή μου, η Δωροθέα Πασχαλίδου, είναι στην Αμερική και κάνει ταινίες. Έχω και δύο δισέγγονα. Τα έχω δει μία φορά, γιατί ο πατέρας τους, ο εγγονός μου, ζει με την οικογένειά του στην Ελβετία. Δουλεύει σε τράπεζα εκεί. Η τρίτη μου εγγονή έχει μείνει στην Ελλάδα».
Μετά από τόσες εμπειρίες με το άλλο φύλο, έμαθε τι είναι αυτό που θέλουν οι γυναίκες; «Αν ήταν να ξέραμε, δεν θα είχε ενδιαφέρον… Όλες θέλουν λεφτά. Με τα λεφτά γίνεσαι και σπουδαία κι επώνυμη. Κοινωνική ανέλκυση θέλουν οι γυναίκες, να είναι καλύτερες από τις άλλες. Για να καταλάβεις, η Άλικη Βουγιουκλάκη με την Τζένη Καρέζη ήταν φίλες. Αν δεν πήγαιναν καλά οι δουλειές τους, σκοτωνόντουσαν. Βέβαια η Αλίκη ερχόταν και στο σπίτι μας, όσο ήμασταν παντρεμένοι με την Τζένη, έκαναν παρέα κι εκτιμούσε η μία την άλλη. Ξέρεις τι μου είπε στην κηδεία της Τζένης η Αλίκη; “Χάνω το ενδιαφέρον μου. Δεν έχω με ποιον να ανταγωνιστώ”». Λίγο πριν τον αφήσω να οργανώσει το πρόγραμμα της υπόλοιπης ημέρας του, αναρωτιέμαι αν μετά από μια τόσο γεμάτη ζωή κάνει ακόμα σχέδια. «Έχω πολλά ακόμα να κάνω και θέλω να τα καταφέρω. Η ζωή είναι υπέροχη και δεν προλαβαίνεται. Να ζεις το κάθε λεπτό σου, μην αφήνεις καμία στιγμή ανεκμετάλλευτη». 94 ετών, μα τόσο νέος.