Ο Ντίνος Ηλιόπουλος χαρακτηρίζεται ως ένας από τους σπουδαιοότερους κωμικούς της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου και του θεάτρου. Έχει διακριθεί το ταλέντο του κυρίως στην κωμωδία αφού ορισμένοι ρόλοι ήταν πραγματικά γραμμένοι πάνω του! Με μια του ατάκα και με τη χαρακτηριστική όψη του προσώπου του μπορούσε να κάνει τον κόσμο να λύνεται στα γέλια και έμεινε στην ιστορία ως μεγάλος κωμικός.
Ντίνος Ηλιόπουλος: Λίγα λόγια για τη γέννηση και τις σπουδές του
Ο Κωνσταντίνος «Ντίνος» Ηλιόπουλος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου στις 12 Ιουνίου 1915. Ο Πελοποννήσιος στην καταγωγή πατέρας του ήταν μεγαλέμπορος και η μητέρα του καταγόταν από την Υεμένη. Μετά το οικονομικό κραχ του 1929, η πολυάριθμη οικογένειά του εγκαταστάθηκε στη Mασσαλία, όπου ο Nτίνος τελείωσε το γυμνάσιο, με πρώτη γλώσσα τα γαλλικά. Στην Αθήνα έφτασε έξι χρόνια αργότερα και ακολούθησε εμπορικές σπουδές. Υπηρέτησε τη θητεία του στο στρατό, όμως η απόλυσή του απ’ αυτόν συνέπεσε με την έναρξη του πολέμου του 1940 κι έτσι ξαναντύθηκε στο χακί και υπηρέτησε ως ασυρματιστής.
To 1939 έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του τότε Βασιλικού Θεάτρου, αλλά απορρίφθηκε. Το πείσμα και η επιμονή του να γίνει ηθοποιός τον οδήγησε στη σχολή του Γιαννούλη Σαραντίδη. Αποφοίτησε με άριστα και μπήκε στο χώρο του θεάτρου το 1944, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, με το θίασο της Κατερίνας στο έργο του Λέο Λεντς «Κυρία, σας αγαπώ». Έκτοτε, συμμετείχε στους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη, της Μαίρης Αρώνη, του Δημήτρη Χορν και πολλών άλλων.
Ντίνος Ηλιόπουλος: Η αγάπη του για το σινεμά
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος είχε λατρεία και για την έβδομη τέχνη. Ο κινηματογράφος είχε μπει στη ζωή του από το 1948, όταν έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη με την κωμωδία «Εκατό χιλιάδες λίρες» του Αλέκου Λειβαδίτη σε σενάριο του Νίκου Τσιφόρου. Ακολούθησαν περισσότερες από 90 ταινίες, πολλές από τις οποίες ανήκουν στη λεγόμενη «χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου» κι έμειναν κλασικές στο είδος τους: «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» (1954), «Κακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες» (1960), «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος» (1960), «Μερικοί το προτιμούν κρύο» (1963), «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (1963), «Το Δόλωμα» (1964), «Η Κοροϊδάρα» (1967), «Ο Στρατής παραστράτησε» (1969).
Ντίνος Ηλιόπουλος: Ο ανιδιοτελής θιασάρχης που πτώχευσε
Το 1963 ο Έλληνας «Φρεντ Αστέρ» πήρε την απόφαση να αποκτήσει δικό του θέατρο. Ήταν το «Γκλόρια», στο οποίο ήλπιζε ότι θα πραγματοποιούσε όλες τις καλλιτεχνικές του φιλοδοξίες. Όμως, η σχέση του με το χρήμα ήταν τραγική, παρά το γεγονός ότι είχε σπουδάσει οικονομικά. Έτσι, διεύθυνε το θέατρο μόνο με το φιλότιμο και όχι με οικονομικό σχεδιασμό.
Για παράδειγμα, όταν ανέβαζε παραστάσεις που απαιτούσαν 5-6 ηθοποιούς, αυτός προσλάμβανε 15, ώστε να δώσει μεροκάματο σε κάποιον άνεργο συνάδελφο ή φίλο του. Επίσης, ως θιασάρχης ελεύθερου θεάτρου πλήρωνε πάντα τις πρόβες και το φαγητό των ηθοποιών, όταν σχεδόν κανένας άλλος επιχειρηματίας του χώρου δεν το έκανε. Την ίδια λογική είχε και όταν διαπραγματευόταν την αμοιβή του, για τη συμμετοχή του σε μια εμπορική ταινία. Η γυναίκα του πάντα του έλεγε «πήρες λίγα», διαπίστωση που έκανε και ο ίδιος σε συνέντευξη που έδωσε το 1993 στο περιοδικό «Ε» της Ελευθεροτυπίας. «Αισθάνομαι ότι πάντα λείπει ένα μηδενικό από την αξία μου, στο τέλος του αριθμού της αμοιβής μου».
τ
Ντίνος Ηλιόπουλος:Η αποτυχημένη παράσταση και η ξενιτιά στην Αμερική
Το 1966 ο Ηλιόπουλος ανέβασε το θεατρικό έργο «Κονσέρτο για Τρομπόνι». Το κοινό είδε έναν άλλο ηθοποιό από αυτόν που είχε αγαπήσει. Στην παράσταση σουρεαλιστικού περιεχομένου, που έπεφτε «βαριά» για τα δεδομένα της εποχής, ο δημοφιλής ηθοποιός εμφανιζόταν φορώντας ξανθιά περούκα με μπούκλες. Κανείς δεν ήθελε να βλέπει αυτόν τον «διαφορετικό» Ηλιόπουλο. Η αποτυχία ήρθε άμεσα. Κάθε παράσταση πήγαινε χειρότερα από την προηγούμενη. O Ντίνος Ηλιόπουλος πλήρωνε τους ηθοποιούς και άφραγκος γυρνούσε σπίτι με τα πόδια. Είχε πλέον πτωχεύσει και η οικογένειά του υπέφερε οικονομικά.
Ο ελληνικός κινηματογράφος «είχε πάρει την κάτω βόλτα» και σε κάποια μεγάλα στούντιο της εποχής δεν ήταν αρεστός. Γι’ αυτό αναγκαζόταν να παίζει στα θέατρα ακόμη δεύτερους ή τρίτους ρόλους, δίπλα σε άγνωστες σταρλετίτσες της δεκαετίας του ’70.
Για τον μεγάλο ηθοποιό υπήρχε μόνο μια λύση. Να ξενιτευτεί στην Αμερική και τον Καναδά για να καταφέρει να «ξελασπώσει» οικονομικά. Άφησε πίσω του δύο μωρά παιδιά, τη γυναίκα, τους φίλους του και όλα όσα είχε αγαπήσει όταν πρωτοήρθε από τη Μασσαλία στην Ελλάδα. Με τον θίασο που σχημάτισε, έπαιξε σε 60 πολιτείες τα έργα Θεσμοφοριάζουσες, Ζητείται Ψεύτης, Το Δικαστήριο των Γυναικών, Ο Αριστοφάνης συναντά το Ζορμπά και Ο κόσμος ανάποδα. Στα σχεδόν δύο χρόνια που έλειψε, κατάφερε να ισορροπήσει οικονομικά.
Γυρνώντας στην Ελλάδα, συνέχισε και πάλι τη σπουδαία καριέρα του, δίπλα στα μεγάλα ονόματα του θεάτρου και του κινηματογράφου. Ο άνθρωπος που χάρισε απλόχερα το γέλιο, πρωταγωνίστησε στο πιο κακόγουστο αστείο της μοίρας. Στην πτώχευσή του.Ο Ντίνος Ηλιόπουλος ήταν πολύ αγαπητός και από το κοινό κι από τους συναδέλφους του αλλά η οικονομική του καταστροφή του στοίχησε πολύ.