Π. Ανδρέας Κονάνος: «Το θέμα δεν είναι να αγαπάς μόνο, αλλά να το δείχνεις κιόλας»
Ανδρέας Κονάνος: Ο αρχιμανδρίτης που άφησε τα ράσα, επέστρεψε στην κοσμική ζωή, μιλάει κατευθείαν στις καρδιές όλων των νέων.
Ο Ανδρέας Κονάνος πλέον ύστερα από 20 χρόνια ιεροσύνης, αποφάσισε να επιστρέψει στην κοσμική ζωή. Η απόφαση αυτή χαιρετίστηκε ως χαρμόσυνο νέο από αρκετούς πιστούς ακολούθους του, αλλά και αμφισβητήθηκε από άλλους ως μια κίνηση για να αποσπάσει περισσότερη δημοσιότητα.
Η ζωή του Ανδρέα Κονάνου
Ως αρχιμανδρίτης ο Ανδρέας Κονάνος είχε αναλάβει στην ενορία του φοιτητικές συναντήσεις, αγρυπνίες, ομιλίες, καθώς και διαλέξεις σε σχολές γονέων και πνευματικά κέντρα της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Το 2006 άρχισε την εκπομπή “Αθέατα Περάσματα” στο Ραδιοφωνικό Σταθμό της Πειραϊκής Εκκλησίας, η οποία όμως “κόπηκε” το 2014. Αυτό έγινε αφορμή να δεχτεί προσκλήσεις για ομιλίες σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, της Κύπρου και της Αμερικής. Παράλληλα ήταν και είναι ιδιαίτερα δημοφιλής μέσα από τις αναρτήσεις του στα κοινωνικά δίκτυα στα οποία συνομιλεί με κόσμο, ενώ έχει περάσει και από λύκεια ως καθηγητής.
Ο Ανδρέας Κονάνος πλέον ύστερα από 20 χρόνια ιεροσύνης, αποφάσισε να επιστρέψει στην κοσμική ζωή. Η απόφαση αυτή χαιρετίστηκε ως χαρμόσυνο νέο από αρκετούς πιστούς ακολούθους του, αλλά και αμφισβητήθηκε από άλλους ως μια κίνηση για να αποσπάσει περισσότερη δημοσιότητα.
Στις αναρτήσεις του μιλάει για την αγάπη, χωρίς δογματισμό και κυρίως με ανθρωπισμό και ευαισθησία. Με το κείμενο που ακολουθεί προσπαθεί να αποδείξει σε όλους ότι η τροφοδοσία της αξίας της ψυχής είναι μια πραγματική ανάγκη. Αξίζει να το διαβάσετε:
Το απόσπασμα από το βιβλίο του
“Μπαίνει ο άντρας στο σπίτι. «Η γυναίκα μου, πάτερ, είτε μπήκα είτε δεν μπήκα, καμία σημασία. Γυρισμένη πλάτη στην κουζίνα, καθάριζε χόρτα, μπαίνω κι ακούω μια φωνή: “Γύρισες πάλι; Σχολάσατε κιόλας; Δεν έχεις πουθενά αλλού να πας; Επρεπε να έρθεις κατευθείαν σπίτι;” Είτε μπήκα είτε δεν μπήκα σπίτι, για τη γυναίκα μου είναι σαν να μην υπάρχω. Δεν αξίζω τίποτε στα μάτια της». Το ίδιο κι ο άντρας στη γυναίκα. Της δίνεις αξία και σημασία;
Ολοι το ζητάμε. Ολοι έχουμε ανάγκη να μας δίνουν αξία και προσοχή. Οταν σου λέει ο άλλος ένα «μπράβο», νιώθεις ενθάρρυνση, καταλαβαίνεις ότι βαδίζεις καλά και συνεχίζεις με όρεξη. Δεν είναι εγωισμός αυτό. Είναι ο καλός λόγος που σου δίνει κουράγιο να συνεχίσεις.
Πάει η γυναίκα στο κομμωτήριο. Φτιάχνει το μαλλί της. Το βάφει, το περιποιείται. Γυρίζει στο σπίτι. «Ο άντρας μου, πάτερ, είτε με είδε είτε δεν με είδε, ένα και το αυτό. Την άλλη ημέρα πάω στη δουλειά. Με βλέπει ο κύριος στο απέναντι γραφείο και μου λέει: “Ωραίο look, πολύ ωραίο το χτένισμά σου, πολύ μου αρέσει η αλλαγή που έκανες!” Ο άντρας μου δεν το πρόσεξε. Ο ξένος όμως το πρόσεξε». Γιατί, κύριε, δεν το πρόσεξες;… Για ποιον το έκανε αυτό η γυναίκα σου; Για ποιον άλλαξε κι ομόρφυνε; Για σένα. Μα εσύ δεν πιάνεις το μήνυμα.
Ελεγε μια γυναίκα: «Οταν ο άντρας μου βλέπει αθλητικά, πάτερ, τα πάντα σβήνουν και χάνονται. Την ώρα εκείνη δεν υπάρχει κανένας στον κόσμο γι’ αυτόν. Ακόμα κι αν έμπαινα στο σαλόνι καβάλα σε άλογο, με ξέπλεκα μαλλιά που είχαν πάρει φωτιά, δεν θα με πρόσεχε. Οταν βλέπει αθλητικά, δεν γυρίζει να με κοιτάξει ούτε δευτερόλεπτο. Εκείνη την ώρα δεν υπάρχει τίποτε γι’ αυτόν. Είμαι ανύπαρκτη».
Η τροφοδοσία της αξίας της ψυχής. Πολύ αναγκαία. Το ίδιο όμως θέλουν και τα παιδιά. Πες μια καλή κουβέντα στο παιδί σου. Αναρωτιέσαι γιατί βγαίνει συνέχεια έξω. Ξέρεις γιατί; Γιατί έξω τον βλέπουν οι φίλοι του και του λένε: «Γεια σου, ρε μεγάλε». Γι’ αυτό.
Ενώ εσύ δεν του λες: «Γεια σου, μεγάλε». Εσύ του λες: «Είσαι άχρηστος. Θα μείνεις στουρνάρι. Πίσω θα πας στη ζωή. Ανεπρόκοπος. Μια ζωή πληρώνουμε για σένα και τίποτε δεν κάνεις. Τσάμπα τα φροντιστήρια. Μας αρρώστησες. Μας καταξόδεψες». Ακου λόγια! Δες ενθάρρυνση. Κάνουμε το παιδί σκουπίδι και μετά λέμε: «Γιατί δεν μ’ αγαπάει το παιδί; Γιατί το παιδί με βλέπει και τρέχει μακριά μου; Και τρέχει σε πλατείες κι άλλα στέκια, και πάει με τους φίλους του, και πάει σε ξένα σπίτια;» Γιατί; Γιατί εκεί το αγαπούν με τον τρόπο που μπορούν. Κι εσύ σίγουρα αγαπάς το παιδί σου. Μα δεν το δείχνεις. Το θέμα δεν είναι να αγαπάς μόνο, αλλά να το δείχνεις κιόλας. Ολοι αγαπάμε. Μα καταλήγουμε να το δείχνουμε στους τάφους μόνο, στους νεκρούς. Εκεί, όλο συναίσθημα, ποίηση, μελό και κλάμα. Οσο ο άνθρωπός σου ζει τον «ψήνεις» κανονικότατα. Μετά δάκρυα και πόνος. Μα είναι αργά”.
Από το βιβλίο του π. Ανδρέα Κονάνου «Ολα του γάμου δύσκολα…» των εκδόσεων Αθως