Σαφή θέση απέναντι στην Εκκλησία όσον αφορά στο θέμα του κορονοϊού πήρε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με το χθεσινό του διάγγελμα, λέγοντας το αυτονόητο και στέλνοντας ένα ξεκάθαρο μήνυμα συμμόρφωσης με τις οδηγίες των ειδικών.
Γράφει η Βίκυ Σαμαρά
«Ξέρω ότι η πίστη αρχίζει, συχνά, εκεί που τελειώνει η επιστήμη. Όμως η πίστη που χρειαζόμαστε τώρα είναι ότι θα καταφέρουμε να ξεπεράσουμε την κρίση. Αρκεί όλοι να ακολουθήσουμε συντεταγμένα τις οδηγίες των γιατρών και των ειδικών» ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ.Μητσοτάκης.
Η παρέμβαση του πρωθυπουργού κρίθηκε προφανώς αναγκαία λόγω της επιμονής της Ιεράς Συνόδου πως ο κορονοϊός δεν μεταδίδεται με τη Θεία Κοινωνία παρά τα αντίθετα επιστημονικά στοιχεία, αλλά και λόγω δηλώσεων ορισμένων ιεραρχών και ακόμη και στελεχών της κυβέρνησης, όπως ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης που δήλωνε ότι εκείνος θα κοινωνήσει.
Την ίδια στιγμή πάντως η Ιερά Σύνοδος και οι Μητροπολίτες συστήνουν να αποφεύγονται πολυπληθείς συναθροίσεις στους ναούς, ενώ ιεράρχες όπως ο Μεσογαίας και Λαυρεωτικής, ο Αλεξανδρουπόλεως και ο Κηφισίας με αίσθημα ευθύνης διαχώρισαν το θεολογικό από το επιστημονικό.
Εξάλλου το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε ανακοίνωσή του ανάμεσα στα άλλα τονίζει ότι: «Η Εκκλησία μας σεβόταν και σέβεται την ιατρική επιστήμη. Γι’ αυτό προτρέπει όλους τους πιστούς να εναρμονίζονται προς τις υγειονομικές οδηγίες τόσο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας όσο και προς τις σχετικές υποδείξεις και νομοθετικές διατάξεις των κατά τόπους Κρατών». Ενώ στην Κύπρο, το υπουργείο Υγείας, σε συνεννόηση με την Εκκλησία, απαγόρευσε τις συναθροίσεις άνω των 75 ατόμων σε κλειστό χώρο και άρα πρακτικά και τον εκκλησιασμό.
Η κυβέρνηση περιμένει ότι τις επόμενες ημέρες, όπως αναπτύσσει το επιχειρησιακό σχέδιό της, έτσι και η Εκκλησία θα προβαίνει σε ανάλογες συστάσεις προς τους πιστούς, ανέφεραν κυβερνητικά στελέχη.
Σημειωτέον ότι μεταξύ των μέτρων που προβλέπει η πρώτη ΠΝΠ που είχε εκδώσει η κυβέρνηση είναι και το κλείσιμο λατρευτικών χώρων, κάτι που φυσικά δεν αναμένεται να εφαρμοστεί άμεσα, ωστόσο υπάρχει πάντα στο τραπέζι εάν η κατάσταση «ξεφύγει».
Η ίδια ΠΝΠ προβλέπει και την επίταξη ιδιωτικών κλινικών εάν το ΕΣΥ δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο φόρτο.
Ήδη χθες ανακοινώθηκε, για προληπτικούς καταρχήν λόγους, ότι λόγω της αναμενόμενης αύξησης στη ζήτηση των υπηρεσιών των νοσοκομείων, το πρόγραμμα των χειρουργείων προσαρμόζεται άμεσα, μέχρι νεοτέρας, και θα καλύπτει μόνο τα έκτακτα περιστατικά και τα περιστατικά εκείνα τα οποία δεν δύναται να αναβληθούν. Επίσης, αναβάλλονται όλα τα απογευματινά ιατρεία των νοσοκομείων, μέχρι νεοτέρας.
Η κυβέρνηση επιλέγει δε τη στήριξη της δημόσιας υγείας, αρχής γενομένης με 2.000 προσλήψεις επαγγελματιών υγείας σε Νοσοκομεία, Κέντρα Υγείας και ΕΚΑΒ, καθώς χωρίς ένα ισχυρό δημόσιο σύστημα υγείας είναι αδύνατος ο συντονισμός σε περίπτωση επιδημίας.
Από τις 2.000 αυτές θέσεις, οι 1.500 αφορούν νοσηλευτές και οι 500 λοιπό επικουρικό προσωπικό (πληρώματα ασθενοφόρων – διασώστες, τραυματιοφορείς, παραϊατρικό προσωπικό, φυσικοθεραπευτές κ.α.). Οι συμβάσεις που θα υπογραφούν θα είναι διετούς διάρκειας.
Έχουν γίνει προσκλήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος και ο στόχος είναι στην αρχή της επόμενης εβδομάδας οι πρώτοι 200 να έχουν προσληφθεί. Ανάλογα με τις εξελίξεις, οι οποίες αποτιμώνται καθημερινά, το υπουργείο Οικονομικών θα ενισχύσει τον προϋπολογισμό του υπουργείου Υγείας με όσες επιπλέον πιστώσεις χρειαστεί.
Μέτρα για την υποστήριξη εργαζόμενων γονέων
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος που δημιουργείται στους εργαζόμενους γονείς μετά το κλείσιμο των σχολείων η κυβέρνηση προχωρά στην έκδοση Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, με την οποία θεσπίζεται άδεια ειδικού σκοπού, επιπρόσθετη της κανονικής άδειας.
Την άδεια αυτή μπορεί να τη λαμβάνει ο ένας εκ των δύο γονέων (σε περίπτωση μονογονεϊκής οικογένειας ο ένας γονέας), με πλήρεις αποδοχές, για όσο διάστημα ανασταλεί η λειτουργία των σχολείων και μέχρι τις 10/04/2020.
Για κάθε τέσσερις ημέρες άδειας που λαμβάνει ένας γονέας, οι τρεις θα λογίζονται ως ειδικού σκοπού και μόνο μία θα καταγράφεται ως κανονική άδεια.
Σε περιπτώσεις που η άδεια ειδικού σκοπού χορηγηθεί σε εργαζόμενο του δημοσίου τομέα, το κράτος θα καλύψει το σύνολο των αποδοχών του. Εάν η άδεια ειδικού σκοπού χορηγηθεί σε εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα, το κράτος θα καλύψει από τον τακτικό προϋπολογισμό το ένα τρίτο των αποδοχών του.
Ο επιμερισμός για τους υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα είναι δυναμικός και μπορεί να αναθεωρηθεί ανάλογα με τις επιπτώσεις του κορονοϊού στη δημόσια υγεία και την πραγματική οικονομία, και προκειμένου να αποφευχθεί η απώλεια θέσεων εργασίας.
Διευκρινίζεται ότι εάν λάβει άδεια ειδικού σκοπού ο ένας γονέας, ο άλλος γονέας δεν δικαιούται ανάλογη άδεια την ίδια περίοδο. Εάν ο ένας γονέας δεν εργάζεται, ο άλλος γονέας δεν δικαιούται άδεια ειδικού σκοπού. Εξαιρούνται οι περιπτώσεις που ο/η σύζυγος νοσηλεύεται, ή έχει προσβληθεί από κορονοϊό, ή είναι ΑΜΕΑ.
Για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, ο εργοδότης μπορεί να προτείνει επίσης τη δυνατότητα εργασίας με ευέλικτο ωράριο λειτουργίας, ή εργασίας εξ’ αποστάσεως. Για τους εργαζόμενους του δημοσίου τομέα δημιουργείται, επίσης, η δυνατότητα εργασίας με ευέλικτο ωράριο λειτουργίας, όπου αυτό είναι εφικτό.
Οι επιπτώσεις στην οικονομία και το αίτημα διπλής ευελιξίας
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός παραδέχθηκε και προειδοποίησε πάντως ότι η οικονομία θα δεχθεί, προφανώς, ένα πλήγμα το οποίο ήταν αδύνατον να προβλεφθεί, γι’ αυτό και πρέπει να περιοριστούν οι συνέπειές του.
Όσον αφορά στην ειδική άδεια σε εργαζόμενους γονείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα με παιδιά έως 15 ετών, σημείωσε ότι το κράτος θα χρηματοδοτήσει ένα μέρος της, «το βάρος της, όμως, οφείλουμε να το μοιραστούμε όλοι, κράτος, επιχειρήσεις και εργαζόμενοι».
Έχει ήδη ανασταλεί η πληρωμή του ΦΠΑ και των ασφαλιστικών εισφορών για επιχειρήσεις που χτυπήθηκαν καθοριστικά. Σύντομα θα ανακοινωθούν και άλλα μέτρα στήριξης κλάδων που πλήττονται.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει ήδη ζητήσει κατά την τηλεδιάσκεψη των ηγετών της ΕΕ προχθές και η Ελλάδα θα προσέλθει με αυτό το αίτημα στο Eurogroup της Δευτέρας, δημοσιονομικό χώρο ώστε να αντιμετωπισθούν οι κίνδυνοι και οι συνέπειες της εξάπλωσης του κορονοϊού.
Η Ελλάδα ζητά ειδικότερα ενίσχυση του συστήματος υγείας των κρατών μελών σε μέσα και προσωπικό, καθώς και οικονομικά μέτρα, το κόστος των οποίων να εξαιρεθεί από τους δημοσιονομικούς στόχους των κρατών-μελών, όπως προβλέπονται από το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης ή από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας όσον αφορά την Ελλάδα.
Η κυβέρνηση επιδιώκει διπλή ευελιξία: Αφενός να αξιοποιήσει στο έπακρο την ευελιξία που ήδη έχουν οι κοινοτικοί κανόνες, αφετέρου την εξαίρεση συγκεκριμένων δαπανών από τους στόχους που θα διαμορφωθούν.