Είμαι 38 ετών και χήρα. Η μέρα που ο σύζυγός μου πέθανε ήταν η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου και δεν ντρέπομαι που το λέω. Ήταν ένας άθλιος, εκδικητικός άνθρωπος. Η μεγαλύτερη χαρά του, ήταν να με κάνει να κλαίω και να υποφέρω. Με απατούσε όλα αυτά τα χρόνια και μου «χτυπούσε» πόσο υποδεέστερη και ανεπαρκής ήμουν, σε σχέση με τις ερωμένες του. Όσες φορές το πήρα απόφαση και έφυγα μου έλεγε ότι θα με ακολουθήσει ως την άκρη της γης μέχρι να με πείσει να γυρίσω. Το μόνο καλό είναι ότι δεν με χτύπησε ποτέ. Η κακοποίηση ήταν κυρίως λεκτική και συναισθηματική. Στο τέλος με έκανε πάντα να νιώθω μόνη και αποκομμένη από όλους. Η μοναδική μου διέξοδος ήταν η οικογένειά μου. Όλοι γνώριζαν πόσο χάλια ήταν ο γάμος μου, αλλά δεν τους επέτρεπα να κάνουν τίποτα για να με βοηθήσουν.
Τώρα που τον ξεφορτώθηκα σκοπεύω να ταξιδέψω, να τρώω και να πίνω ό, τι θέλω και να κάνω όλα όσα δεν μπόρεσα να κάνω τόσα χρόνια όπως το να μάθω μία ξένη γλώσσα. Δεν χρειάζεται να δουλέψω. Έχω αρκετά χρήματα για να ζήσω άνετα για το υπόλοιπο της ζωής μου. Θα προτιμούσα να αυτοκτονήσω παρά να παντρευτώ ξανά. Η οικογένειά μου από τη μεριά της μου συμπεριφέρεται σαν να είμαι τρελή. Ανησυχούν επειδή δεν πενθώ όπως θα έπρεπε, αντίθετα σχεδιάζω το πρώτο μου ταξίδι που θα είναι στην Ιταλία. Εκείνοι συνεχίζουν να λένε τα δικά τους και επιμένουν ότι πρέπει να πάρω το χρόνο μου και να συνειδητοποιήσω τι συνέβη και μετά να προσπαθήσω να το ξεπεράσω πριν αρχίσω την «ξέφρενη» ζωή.
Οι αδερφές μου εκφράζουν έντονα τη δυσαρέσκειά τους όταν τους λέω ότι είμαι ευτυχισμένη που ο σύζυγός μου πέθανε. Με ρωτούν αν κάνω πλάκα ή αν το εννοώ. Ναι, το εννοώ και δεν έχω κανένα θέμα να βγω στο μπαλκόνι και να το φωνάξω.
Έχασα 15 χρόνια από τη ζωή μου, δεν σκοπεύω να χάσω λεπτό ακόμη επειδή η οικογένειά μου φοβάται…
Αιμιλία