Τα εγκατέλειψαν οι γονείς τους, τα εγκαταλείπει και η πολιτεία με τις τραγικές ελλείψεις προσωπικού στο κέντρο βρεφών
Η Ελένη είναι 32 χρόνων και έχει 13 παιδιά. Οχι, δεν είναι η βιολογική τους μητέρα, είναι ο άνθρωπος που τα φροντίζει, τα αγκαλιάζει, τα φιλάει στο μέτωπο για να δει αν έχουν πυρετό και προσπαθεί πολύ για να καταφέρει να αφιερώσει έστω ένα «καθαρό» δεκάλεπτο την ημέρα στο καθένα ξεχωριστά. Αυτό βέβαια τις περισσότερες ημέρες αποβαίνει αδύνατο επειδή οι σημαντικές ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό του Κέντρου Βρεφών Η Μητέρα αναγκάζουν τις εργαζόμενες εκεί να προσφέρουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα με αποτέλεσμα η αγκαλιά, το χάδι, η οπτική επαφή του πεντάλεπτου να αποτελούν πολυτέλεια για τα παιδιά που ήδη έχουν δοκιμαστεί στη ζωή τους.
Αναβάλαμε πολλές φορές την επικοινωνία μας με την Ελένη Αγγελίδου, εργαζόμενη στο κέντρο βρεφών. «Μπορώ να σας καλέσω αργότερα γιατί μόλις μπήκα στη δουλειά και είναι όλα άρρωστα;» γράφει σε μήνυμά της. Ασθενούσαν και τα 13 παιδιά που φροντίζει η Ελένη με μια συνάδελφό της. Μαζί με τη μοναδική παιδίατρο για τα 66 παιδιά του κέντρου
προσπάθησαν να θέσουν την κατάσταση υπό έλεγχο. «Αυτά τα περιστατικά είναι μέρος της καθημερινότητάς μας στην οποία προσπαθούμε να αντεπεξέλθουμε» λέει η Ελένη στο Documento.
Ελλείψεις εν μέσω πολύ μεγάλων απαιτήσεων
Το Κέντρο Βρεφών «Η Μητέρα» τα τελευταία χρόνια υπολειτουργεί, με επιπτώσεις για τα παιδιά που φιλοξενούνται και για τις συνθήκες εργασίας των γυναικών που τα φροντίζουν. Στα έξι σπίτια που διαθέτει το Μητέρα ζουν συνολικά 66 παιδιά από δύο μηνών έως πέντε χρόνων. Τα περισσότερα βρίσκονται εκεί έπειτα από εισαγγελική εντολή επειδή οι γονείς τους είναι χρήστες ουσιών, ενώ τα υπόλοιπα είναι κακοποιημένα ή παραμελημένα.
Οι απαιτήσεις για την κάλυψη των αναγκών από την πλευρά του προσωπικού είναι τεράστιες, γεγονός που δεν ευνοεί τον ποιοτικό χρόνο των εργαζομένων με τα παιδιά. «Προσπαθώ τουλάχιστον την ώρα που τους αλλάζω πάνα να τους μιλάω και να τους χαμογελάω» λέει η Ελένη. «Είμαι ευχαριστημένη αν τελειώσω μια βάρδια και μου γελάσουν έστω και για λίγο όλα τα παιδιά».
Οι βάρδιες των εργαζομένων που φροντίζουν τα παιδιά βγαίνουν με μεγάλη δυσκολία: «Είμαστε περίπου επτά άτομα σε κάθε σπίτι για να καλύπτουμε όλο το 24ωρο ενώ θα έπρεπε να είμαστε έντεκα. Δεν μπορούμε να αρρωστήσουμε και πολλές φορές έχει χρειαστεί να διακόψουμε και τις καλοκαιρινές μας άδειες». Η κάθε μέρα τους βγαίνει οριακά όταν δεν υπάρχει απρόοπτο. «Στην πρωινή βάρδια είμαστε δύο άτομα, το απόγευμα άλλες δύο και το βράδυ μία» εξηγεί η Ελένη. «Αν το βράδυ αρρωστήσει κάποιο παιδί και πρέπει να πάει στο νοσοκομείο, υπάρχει ένα άτομο που είναι βοηθητικό για όλα τα σπίτια. Αν όμως αρρωστήσουν περισσότερα παιδιά, τότε πρέπει μια από όλες εμάς να ξυπνήσει και να τρέξει να καλύψει το κενό».
«Στις 31 Δεκεμβρίου λήγουν οι συμβάσεις ακόμη 14 ατόμων, οπότε η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη, ενώ τον επόμενο χρόνο πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν πέντε εργαζόμενες» λέει η πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων του Κέντρου Βρεφών Η Μητέρα Γωγώ Μπάτσιου. Την ίδια ώρα η μοναδική παιδίατρος που φροντίζει τα παιδιά δεν βγαίνει στη σύνταξη επειδή δεν έχει βρεθεί αντικαταστάτης.
Το Μητέρα αν δεν αυξηθεί ο αριθμός των εργαζομένων εγκαταλείπεται και μαζί και τα παιδιά του που παίρνουν φροντίδα από ένα κουρασμένο προσωπικό. «Κάποτε δουλεύαμε εξάωρο. Αυτό από μόνο του σημαίνει ότι οι υπηρεσίες που προσφέραμε στα παιδιά ήταν πολύ καλύτερης ποιότητας» λέει η Ελένη και συμπληρώνει: «Οι μισθοί μας ξεκινάνε από 800 ευρώ δουλεύοντας και αργίες και φτάνουν τα 1.200» .
Υποσχέσεις από δύο κυβερνήσεις για προσλήψεις
«Εδώ και δύο χρόνια οι εκπρόσωποι των εργαζομένων ζητάμε τη βοήθεια της πολιτείας χωρίς καμία ανταπόκριση. Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε δεσμευτεί να εκδώσει προκήρυξη για να καλύψει ανάγκες στον χώρο της πρόνοιας. Δεν το έκανε. Η σημερινή κυβέρνηση κατηγορεί την προηγούμενη και υπόσχεται προσλήψεις συμβασιούχων» λένε οι εργαζόμενοι.
Οι εργαζόμενοι στον χώρο της πρόνοιας αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα λόγω της έλλειψης προσωπικού. Αυτός είναι και ο λόγος που έχουν προχωρήσει σε κινητοποιήσεις. Την περασμένη Πέμπτη πραγματοποίησαν στάση εργασίας και συγκέντρωση έξω από το υπουργείο Εργασίας με σκοπό να συναντήσουν την πολιτική ηγεσία. Αυτό στάθηκε αδύνατο καθώς κανείς δεν δέχτηκε να τους ακούσει. Οπως αναφέρουν στο Documento, οι κινητοποιήσεις θα συνεχιστούν με μεγαλύτερη ένταση και το ερχόμενο διάστημα.
Το θέμα είναι ότι το πρόβλημα πρέπει να λυθεί… χθες επειδή τα μοναδικά θύματα αυτής της αδιαφορίας είναι τα παιδιά, τα οποία ως θύματα μπήκαν εκεί και ως θύματα συνεχίζουν να αντιμετωπίζονται. Χαρακτηριστικό είναι, όπως εξηγεί το προσωπικό του Μητέρα, ότι ακόμη και ο παιδικός σταθμός που λειτουργεί μέσα στο κέντρο χρειάζεται προσωπικό, με αποτέλεσμα να δέχεται τα μισά από τα παιδιά που φιλοξενούνται. Τα υπόλοιπα περιφέρονται σε άδεια από παιχνίδια δωμάτια, καθώς το κέντρο αντιμετωπίζει σημαντική έλλειψη εκπαιδευτικών παιχνιδιών.
Η οδυνηρή συνάντηση της Πέμπτης
Οι μέρες κυλούν στο κέντρο άλλες φορές εύκολα με χαμόγελα και παιδικές φωνές και άλλες φορές δύσκολα με κλάματα για τη μαμά που τους λείπει. Σίγουρα η δυσκολότερη μέρα είναι η Πέμπτη. Είναι η μέρα που οι βιολογικοί γονείς επισκέπτονται τα παιδιά τους. Οι αντιδράσεις ποικίλλουν ανάλογα με την ηλικία του κάθε παιδιού και την πληγή που έχει μέσα του.
«Συνήθως τα μωρά κάτω από δύο χρόνων δεν αναγνωρίζουν τους γονείς τους, οπότε με το που τους βλέπουν κλαίνε και κρύβονται πίσω από εμάς» εξηγεί η κ. Αγγελίδου. Τα περισσότερα μεγαλύτερα παιδιά τούς περιμένουν πώς και πώς. «Σε πόσες μέρες θα έρθει η μαμά μου;» ρωτάει ο Νίκος ζητώντας από την Ελένη να του δείξει τις μέρες μετρώντας τα δάχτυλα του χεριού του.
Οι περισσότεροι βιολογικοί γονείς είναι χρήστες ή έχουν ξεκινήσει πρόγραμμα απεξάρτησης. Τα παιδιά τους είναι «εγκλωβισμένα νομικά» καθώς πρέπει να περιμένουν αν θα κριθούν κάποια στιγμή κατάλληλοι για να επιστρέψουν στο σπίτι τους και αν αυτό δεν επιτευχθεί, τότε θα μπουν στη διαδικασία υιοθεσίας. Πάντως χαρακτηριστικό είναι ότι οι βιολογικές μαμάδες που είναι πολύ συνεπείς στο ραντεβού της Πέμπτης είναι συνήθως εκείνες που θέλουν να πάρουν πίσω τα παιδιά τους και αγωνίζονται κάνοντας απεξάρτηση.
Ο τετράχρονος Ν. είναι παιδί τέτοιας μαμάς. «Είχε πέσει από τον πέμπτο όροφο και σώθηκε επειδή διέκοψε τη φόρα της πτώσης του μια τέντα» λέει η Ελ. Αγγελίδου. «Μέχρι να προσαρμοστεί στο περιβάλλον δυσκολεύτηκε πάρα πολύ. Πλέον έχει ηρεμήσει και περιμένει να έρθει η Πέμπτη για να δει τους γονείς του». Όταν η ώρα του επισκεπτηρίου τελειώνει τότε τα κλάματα και ο εκνευρισμός δεν έχουν τέλος. «Έχουμε δράματα στον αποχωρισμό, πάμε πάντα ένα στάδιο πίσω, τα παιδιά κατουριούνται πάνω τους και κάνουν εμετούς».
Τα παιδιά σιγά σιγά προσαρμόζονται ξανά στην απουσία και φωνάζουν «μαμά» τις εργαζόμενες του κέντρου. Οσο για τα βρέφη, περιμένουν πότε θα έρθει η σειρά τους για την αγκαλιά που τους αναλογεί.
Υπάρχουν όμως και εκείνα τα παιδιά που δεν θέλουν να αντικρίσουν ξανά τους γονείς τους, όπως ο Φ. «Είχε κακοποιηθεί από τον πατέρα του. Μητέρα δεν είχε. Όταν ήρθε ο πατέρας του εδώ για να υπογράψει την παραχώρηση της επιμέλειάς του, το παιδί τον αντίκρισε, ξεκίνησαν τα μάτια του να τρέχουν δάκρυα και κρύφτηκε πίσω από ένα κρεβάτι. Βγήκε δύο ώρες αργότερα» περιγράφει με φρίκη η Ελένη. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που βρέθηκε απέναντι στον εφιάλτη του. Πλέον βρίσκεται σε μια φυσιολογική οικογένεια που τον αγαπά.
Πάντως, παρά τις δύσκολες συνθήκες στις οποίες ζουν, τα παιδιά δείχνουν ευγνωμοσύνη για τη φροντίδα που παίρνουν από τους εργαζομένους στο κέντρο: «Το χάδι ή το φιλί που παίρνουν από τα παιδιά του κέντρου έχει πολύ μεγάλη αξία».
Μια τέτοια στιγμή έζησε και η κ. Αγγελίδου με ένα μωρό που το πήρε στα χέρια της έξι μηνών και υιοθετήθηκε τριών χρόνων. «Την ημέρα που ήταν να φύγει από το κέντρο και να πάει στη νέα του οικογένεια ήμουν εκεί» λέει στο Documento. «Έφτασε μέχρι την πύλη και επέστρεψε τρέχοντας για να με πάρει αγκαλιά και να μου πει “μαμά, σε ευχαριστώ για όλα».