«Και οι εταιρείες, οι τράπεζες εργάζονταν για την δική τους καταδίκη και δεν το ήξεραν. Τα χωράφια ήταν γεμάτα φρούτα, και άνθρωποι που πέθαιναν από την πείνα κινούνταν στους δρόμους. Οι μεγάλες εταιρείες δεν γνώριζαν ότι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ της πείνας και της οργής είναι μια λεπτή γραμμή. Ένα τέτοιο έγκλημα ξεπερνά κάθε δημόσια καταγγελία. Μια τέτοια πίκρα είναι ανίκανα τα δάκρυα να τη συμβολίσουν. Όλες μας οι επιτυχίες καταρρέουν μπροστά σ’ αυτή μας την αποτυχία. Εύφορη γη, ολόισιες αράδες δέντρα, ρωμαλέοι κορμοί, καρποί ωριμασμένοι. Και τα ετοιμοθάνατα παιδιά πρέπει να πεθάνουν, γιατί δεν βγαίνει κέρδος από τα πορτοκάλια. Και οι γιατροί της δημαρχίας συμπληρώνουν τα πιστοποιητικά -πέθανε από υποσιτισμό- γιατί τα τρόφιμα πρέπει να σαπίσουν, πρέπει να σαπίσουν με το ζόρι». Τζον Στάινμπεκ, «Τα σταφύλια της οργής» (1939) «Ρακοσυλλέκτης ήταν, σύμφωνα με πληροφορίες, ο άντρας που βρέθηκε σήμερα το πρωί νεκρός κοντά στη σιδηροδρομική γραμμή στο Φλαμούλι στα Τρίκαλα.
Το άνδρα εντόπισε ο μηχανοδηγός της πρωινής αμαξοστοιχίας, ο οποίος ειδοποίησε την αστυνομία. Στο σημείο οι αστυνομικοί βρήκαν τον 63χρονο παγωμένο και νεκρό. Νωρίς το πρωί η θερμοκρασία στα Τρίκαλα είχε πέσει στους -12 βαθμούς Κελσίου. Περίοικοι έβλεπαν τον 63χρονο τις προηγούμενες ημέρες με το ποδήλατό του στην περιοχή, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες διέμενε προσωρινά σε χωριό των Τρικάλων. Κοντά στην περιοχή που βρέθηκε υπάρχει μία μικρή γέφυρα, στην οποία ίσως ο άνδρας προσπάθησε να προστατευτεί από το κρύο. Έχει διαταχθεί νεκροψιά – νεκροτομή προκειμένου να βρεθούν τα ακριβή αίτια του θανάτου του» (από την ιστοσελίδα της ΕΡΤ Λάρισας). Στον ανεπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο της αφθονίας και του καταναλωτισμού, στην Ευρωπαϊκή Ένωση της «αλληλεγγύης» και της «ισότητας», στη «μεταμνημονιακή» Ελλάδα της «ανάπτυξης», ένας συμπολίτης μας βρέθηκε νεκρός από την παγωνιά!
Κι αρχίζουν οι ειδήσεις: νεκρός άστεγος στην Τρίπολη, νεκρός από μαγκάλι στη Ρόδο, νεκρός 24χρονος πρόσφυγας… 80 χρόνια μετά το συγκλονιστικό μυθιστόρημα του Στάινμπεκ, κι όμως, στον ανεπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο της αφθονίας και του καταναλωτισμού, στην Ευρωπαϊκή Ένωση της «αλληλεγγύης» και της «ισότητας», στη «μεταμνημονιακή» Ελλάδα της «ανάπτυξης», στην «έξυπνη» πόλη του Μύλου των Ξωτικών και του δωρεάν WiFi, στην «καρδιά» του άκαρδου κόσμου της εμπορευματοποίησης κάθε ίχνους της ζωής μας, λίγα μέτρα από τα λαμπερά φώτα των γιορτών, ένας συμπολίτης μας βρέθηκε νεκρός από την παγωνιά! Κι οι ειδήσεις αυτές έχουν γίνει συνήθεια κι έχουμε πια εθιστεί στους νεκρούς από μαγκάλια, ξυλόσομπες, στην αιθαλομίχλη από τα καμμένα ξύλα κι ότι άλλο βρούμε μπροστά μας, προκειμένου να ζεσταθούν οι οικογένειες μας από το κρύο του χειμώνα, στις επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην υγεία μας. «Τα τελευταία χρόνια μάλιστα, λόγω της οικονομικής κρίσης και της αδυναμίας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού για την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος ή πετρελαίου θέρμανσης ως μέσο για την θέρμανση του, επιλέγεται το ξύλο σαν πιο οικονομικό μέσο θέρμανσης και κατά συνέπεια επιτείνεται το πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από την αιθαλομίχλη ειδικά τους κρύους μήνες του χειμώνα». Κάπως έτσι δεν ξεκινούσαν άλλωστε τα περισσότερα ρεπορτάζ των ειδησεογραφικών ιστοσελίδων εδώ και χρόνια, για να καταδείξουν τη σκληρή πραγματικότητα μιας κοινωνίας, για την πλειοψηφία της οποίας, αποτελεί πολυτέλεια πλέον η θέρμανση.
Οι άστεγοι, νεόφτωχοι, ανήμποροι και πεταμένοι στο περιθώριο της κοινωνίας μας, οι παγωμένοι από το κρύο συνάνθρωποί μας, οι παγωμένοι πρόσφυγες στις σκηνές των «κέντρων φιλοξενίας», δηλαδή των σύγχρονων στρατοπέδων συγκέντρωσης, είναι τα θύματα της βαρβαρότητας της πολιτικής του αδίστακτου συνασπισμού κυβέρνησης – αστικών κομμάτων- κεφαλαίου. Της πολιτικής της φτώχειας και της ανεργίας, του πολέμου και της εκμετάλλευσης, των πλειστηριασμών και του ξεσπιτώματος, του ξεπουλήματος του δημοσίου πλούτου και της καταστροφής του περιβάλλοντος. Οι φωνές της λογικής του παραλόγου: «φταίει ο ίδιος για τη φτώχεια του, την ανεργία του, το ξεσπίτωμά του, την μετανάστευσή του, τον θάνατο του”, απλά οδηγούν στο στρώσιμο του δρόμου προς τον φασισμό και την κτηνωδία Κι εδώ δε χώρα καμία λογική κοινωνικού αυτοματισμού και κανιβαλισμού. Κανείς άλλωστε δεν πρόκειται να σωθεί πάνω στα συντρίμμια μιας κατεστραμμένης κοινωνίας, με τα φιλοδωρήματα της κυβέρνησης, τη «φιλευσπλαχνία» των εργοδοτών και τη «φιλανθρωπία» των ΜΚΟ και όσων εμπορεύονται την αλληλεγγύη. Εκτός από όσους έχουν επιλέξει να πατήσουν πάνω στα πτώματα των κατεστραμμένων εργαζομένων, των ανήμπορων απόμαχων της ζωής, της νεολαίας δίχως δικαιώματα.
Οι φωνές της λογικής του παραλόγου: «φταίει ο ίδιος για τη φτώχεια του, την ανεργία του, το ξεσπίτωμά του, την μετανάστευσή του, τον θάνατο του”, απλά οδηγούν στο στρώσιμο του δρόμου προς τον φασισμό και την κτηνωδία. Για να τελειώνουμε: Ένοχοι είναι αυτοί που έχουν κάνει στοιχειώδη δικαιώματα όπως η στέγη κι η θέρμανση, να μοιάζουν πολυτέλεια. Είναι η κυβέρνηση και ο κόσμος του κεφαλαίου, τον οποίο υπηρετεί πιστά, που νομοθετεί κι εφαρμόζει την πιο σκληρή αντιλαϊκή πολιτική. Που βάφουν τα χέρια τους με το αίμα νεκρών εργαζομένων σε εργατικά «ατυχήματα», νεκρών ντελιβεράδων σε εργοδοτικές δολοφονίες, κακοποιημένων και νεκρών γυναικών, μεταναστών, ανθρώπων φτωχών, αστέγων, ανέργων, πλημμυροπαθών, πυρόπληκτων, όλων τους θυμάτων στον βωμό του κέρδους και της «ανάπτυξης». Για να τελειώνουμε: Ένοχοι είναι αυτοί που έχουν κάνει στοιχειώδη δικαιώματα όπως η στέγη κι η θέρμανση, να μοιάζουν πολυτέλεια
Στο απυρόβλητο δεν θα μείνουν οι θιασώτες –όπως η δημοτική μας αρχή– της «υγιούς» επιχειρηματικότητας, της κοινωνίας των «αρίστων» και των «ικανών», της «αξιοκρατίας» και του ανταγωνισμού, της πιο σκληρής εκμετάλλευσης με «καινοτομίες», της ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης των πάντων, της «αξιοποίησης» του δημοσίου πλούτου από το Υπερταμείο, της φιλανθρωπίας της «καλής κοινωνίας» απέναντι σε υπάκουους, φιλήσυχους, αιώνια ευγνωμονούντες φτωχούς, οι οποίοι θα περιμένουν τον Παράδεισο στη μετά θάνατο ζωή! Ο μόνος δρόμος για τους εργαζόμενους και τη νεολαία, είναι αυτός του αγώνα για την ανατροπή αυτής της βάρβαρης πολιτικής, αυτού του άκερδου συστήματος. Είναι ο δρόμος της ταξικής και διεθνιστικής αλληλεγγύης, η καθημερινή έμπρακτη στάση ανθρωπιάς κι αξιοπρέπειας, η άρνηση της «μισής» ζωής που μας τάζουν και ο ανυποχώρητος αγώνας και διεκδίκηση της Ζώης που μας αξίζει, σε έναν κόσμο που θα μας ανήκει! Γιατί…
«Οι άνθρωποι ζητάνε να ζήσουν μια ζωή πρεπούμενη και να αναθρέψουν τα παιδιά τους. Και σαν γεράσουν πια, να κάθονται στην πόρτα τους και ν’ αγναντεύουν το ηλιοβασίλεμα. Και όσο είναι νέοι, να χορεύουν, να τραγουδούν και να πλαγιάζουν μαζί. Θέλουν να τρώνε, να μεθούν και να δουλεύουν». Τζον Στάινμπεκ, «Τα σταφύλια της οργής» (1939). Πηγή: Λέσχη Εργασίας, Αλληλεγγύης & Πολιτισμού