Γιαγιά 107 ετών από την Αχαΐα μας αποκαλύπτει το μυστικό της μακροζωίας

Αν και είναι γεννημένη το 1910 και τόσο η μνήμη της όσο και ο συγκροτημένος λόγος της σε προδιαθέτουν πως δεν ξεπερνάει τα 80.

Η κυρ Αγγέλω Καϊάφα είναι η μοναδική μακροβιότερη γυναίκα στην Αχαΐα, που έχει μνήμες από την έναρξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας, που ξεκίνησε από τους Έλληνες αμέσως μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο 1914-1918.

Το Istologio G. Mosxou την συνάντησε, με την βοήθεια του ανιψιού της Περικλή Γεραλή, στο χωριό της όπου ζει σήμερα, με την οικογένεια της κόρη της Ελένη στο Πουρναρόκαστρο Πατρών και συζήτησε μαζί της.

Η κυρ’ Αγγέλω είναι ηλικίας 107 ετών, γεννημένη το 1910 και τόσο η μνήμη της όσο και ο συγκροτημένος λόγος της σε προδιαθέτουν πως δεν ξεπερνάει τα 80 χρόνια.

Δεν είναι ο άνθρωπος του ποτού, αλλά ένα μικρό ποτηράκι από την πατραϊκή τεντούρα της αρέσει. Περισσότερο αφού το μπουκαλάκι είναι προσφορά του αγαπημένου ανιψιού της.

«Έπαιρνα από αυτή κάνα μπουκαλάκι σαν κατέβαινα με το ζώο, στο Μαρκάτο, στην Πάτρα, τότε που ήμουν νέα» αφηγείται.

Κατά προτίμηση, από του οινοποιού γερο-Χάχαλη, που έφυγε από τη ζωή σε μεγάλη ηλικία. Το επάγγελμά της ήταν αγρότισσα, αν και ξεκίνησε από μικρή ως τσοπανοπούλα, όπως λέει η ίδια.

Γεννημένη στην Ελεκίστρα, είναι του γένους Παν. Βασιλόπουλου και η κύρια ασχολία της ήταν τα πρόβατα, αλλά γράμματα έχει μάθει μέχρι την τετάρτη Δημοτικού. Η κόρη της Ελένη διαβεβαιώνει πως ξέρει να βάζει την υπογραφή της!

Εκεί στη βοσκή, κάποια μέρα συνέβη το… μοιραίο. Ένα άλλο τσοπανόπουλο, από το παραπάνω χωριό, το Πουρναρόκαστρο, που έβοσκε τα δικά του πρόβατα κοντά της, αφού επί καιρό την πιλάτεψε με προτάσεις να γίνει γυναίκα του, αποφάσισε και την έκλεψε.

«Με έκλεψε ο άντρας μου. Εγώ δεν ήθελα, αλλά ήταν καλό παλικάρι» μας λέει με τρόπο πειστικό.

Και την πήγε στο κοντινό χωριό του, το Πουρναρόκαστρο!

-Μα ολόκληρη απαγωγή γιαγιά, για να σε φέρει εδώ;

-Αμέεε. Εδώ με έφερε. Παντρευτήκαμε το 1938, κάναμε και δύο παιδιά, απάντησε χωρίς δισταγμό.

Κατεβήκαμε στην Πάτρα και δούλεψε ο άντρας μου στα χτήματα, στην Περιβόλα. Είχε νοικιάσει σπίτι και μέναμε. Δεν του άρεσε όμως, τα χρήματα που έπαιρνε ήταν λίγα και μετά από λίγο καιρό ήρθαμε πάλι στο χωριό.

Η μνήμη της οξυμένη.

– Θυμάμαι τον Ασιαστικό Πόλεμο, πολύ καλά. Ήμουν μικρό κορίτσι, τότε, λέει για την Μικρασιατική Εκστρατεία. Και συνεχίζει για να θυμηθεί στιγμές από τον πρώτο βομβαρδισμό της Πάτρας στις 28 Οκτώβρη 1940.

-Βλέπαμε τα αεροπλάνα πάνω από την πόλη και τους καπνούς που σηκώνονταν, από το βομβαρδισμό. Από δω που είμαστε, αργότερα έβλεπα και τα αεροπλάνα που έπεφταν στη θάλασσα, λέει εννοώντας τα γερμανικά υδροπλάνα στο λιμάνι της Πάτρας.

-Στο χωριό μας το καλοκαίρι (σ.σ.: του 1941) ήρθαν οι Ιταλοί στρατιώτες. Εμείς όταν τους είδαμε να έρχονται , έτρεξαν οι άντρες κι έκρυψαν ότι όπλα είχαμε. Ο άντρας μου έκρυψε το όπλο του στις φασολιές, στο περιβόλι μας. Όπως περνούσε ο Ιταλός, μπερδεύτηκε με το όπλο και τότε όλοι άρχισαν να ψάχνουν. Βρήκαν και ένα κοντάκι, παραπέρα. Και κάτι άλλα παλιά όπλα.

Πήραν τον άντρα μου και τρεις-τέσσερις άλλους συγχωριανούς και τους έκλεισαν στην Πάτρα. Στη φυλακή του Μαργαρίτη. Πήγαινα και τον έβλεπα τις Κυριακές. Μετά τον έστειλαν στην Τρίπολη. Τον κράτησαν έξι μήνες και τον έφεραν πάλι στην Πάτρα, στου Μαργαρίτη. Το καλοκαίρι του άλλου χρόνου, τους πήγαν στην Εγλυκάδα, που είχαν κάνει φυλακή το δημοτικό σχολείο. (Σ.Σ.: γιατί είχε πέσει τύφος στου Μαργαρίτη και οι Ιταλοί απολύμαιναν την φυλακή). Μετά την Εγλυκάδα, τον αποφυλάκισαν.

Το 1943 όμως, Μεγάλη Εβδομάδα, πέθανε από την καρδιά του. Λίγο έζησα μαζί του. Έκοβα ξύλα από το χωριό και με το ζώο τα κατέβαζα στην Πάτρα και τα πουλούσα, για να ζήσουμε. Το 1940 είχα κάνει την κόρη μου Ελένη. Το φαΐ μας ήταν λιγοστό, αλλά δεν πεινάσαμε, λέει η κυρ Αγγέλω.

Έτσι συνέχισε και μετά. Μπήκε στη μαναβική. Τότε οι γυναίκες δεν κατέβαιναν στην Πάτρα. Μόνον οι άντρες, αλλά μόνη της τι να έκανε;

Η κυρ Αγγέλω θυμάται έντονα, μετά την κατάρρευση της Ιταλίας, κάτι Ιταλούς πεινασμένους που τριγυρνούσαν στα μέρη του χωριού της, ενώ με την ανάπτυξη του ΕΛΑΣίτικου αντάρτικου, μία ομάδα ανταρτών να συνοδεύουν Γερμανούς αιχμάλωτους και να τους ανεβάζουν στο Παναχαϊκό.

Μεταπολεμικά για να ζήσει, κατέβαινε στην Πάτρα, από το Πουρναρόκαστρο, μέσα από τα μονοπάτια και περνούσε από την άνω Πόλη, με τα χαμηλά σπιτάκια τότε.

Κατέβαινα και περνούσα από το Χαλίλι, από τα Καντριάνικα, από το καμίνι και έφτανα στα Ψηλαλώνια και στο Μαρκάτο, με το ζώο φορτωμένο φρέσκα κηπευτικά.

Και κάτι ακόμη, χαρακτηριστικό της αγάπης της για το λεγόμενο γυναικείο ποτό! Εβρισκόμενη στο νοσοκομείο πρόσφατα, την ερώτησε η γιατρός τι τρώη και αν παίρνει φάρμακα και τις απάντησε: Παίρνω καμιά ασπιρίνι πότε-πότε. Της πρότιναν αν θέλει να τις δώσουν μπανάνα. Της έδωσαν και… δυστρόπησε.

-Εγω δεν ζήτησα από αυτό, είπε. Πίστευε πως θα της έδιναν ποτό μπανάνα!

Πάντως η κυρ Αγγέλω Καϊάφα, με ελάχιστο γλυκόποτο και κυρίως με προτίμηση στην πατραϊκή τεντούρα Χάχαλη, με αρκετή πεζοπορία, λιτή στο φαγητό της και με καθαρό αέρα του χωριού, κοντά στο παράθυρο, που βλέπεις στον κήπο και απέναντι στο τζάκι του δωματίου της, αναγκαίο για τις κρύες ημέρες του χειμώνα, έφθασε αισίως στα 107 έτη ζωής και εάν την δείτε και την συζητήσετε, θα καταλάβετε πως έχει πολύ ζωή ακόμη μπροστά της.

Και μην ξεχάστε να σταματήσετε για να ακούστε καλά την ευχή της:

– «Να πάρετε τα χρόνια μου», θα σας δώσει την ευχή της απλόχερα.

Η κυρ Αγγέλω Καϊάφα με τον ανιψιό της Περικλή Γεραλή, στο κονάκι της, στο Πουρναρόκαστρο Πατρών. Δίπλα της μία τεντούρα «Κάστρο» της πατραϊκής οινοποιίας Χάχαλη. Την ώρα που τσουγκρίζουν τα ποτήρια τους.

[gzmosxos] [thebest]

Πηγή

Related posts

«Κλείδωσε» η… τούμπα του καιρού με καταιγίδες – Η πρόγνωση του Τάσου Αρνιακού

Οδηγός παρέσυρε και σκòτwσe την 32χρονη Χρύσα Τσομπανίδου – Την εγκατέλειψε και αναζητείται

“Το είχε πει στη γυναίκα του” Η αποκάλυψη στενού φίλου του Μπάλντοκ δύο εβδομάδες μετά τον χαμό του