Η συγκεκριμένα μέρα δεν περιλαμβάνεται στις εξαιρέσιμες εορτές- υποχρεωτικές αργίες, επομένως είναι εργάσιμη ημέρα και έγκειται στον κάθε έμπορο – επιχειρηματία εάν η επιχείρηση θα λειτουργήσει ή όχι.
Σύμφωνα μάλιστα με την ΕΣΣΕ, «δεδομένου λοιπόν του χαρακτήρα της ημέρας ως μη υποχρεωτικής αργίας, τα εμπορικά καταστήματα μπορούν να ανοίξουν νόμιμα, χωρίς να οφείλουν προσαυξημένο ημερομίσθιο ή άλλες επιβαρύνσεις στους υπαλλήλους τους».
Πρέπει να επισημάνουμε ότι υφίστανται περιπτώσεις που η Καθαρά Δευτέρα έχει οριστεί ως ημέρα αργίας με άλλες ρυθμίσεις, όπως π.χ. με Υπουργική Απόφαση ή Προεδρικό Διάταγμα (τοπική εορτή), τυχόν συλλογική σύμβαση, επιχειρησιακή πρωτοβουλία κ.λπ.
Στις περιπτώσεις αυτές -και μόνο τότε- οφείλεται αυξημένο ημερομίσθιο, καθώς η ημέρα προσλαμβάνει τον χαρακτήρα της υποχρεωτικής αργίας και η απασχόληση σε αυτήν το ίδιο.
Ειδικά για τη συλλογική σύμβαση, είναι σκόπιμο να σημειώσουμε ότι δεν ισχύει πλέον η καθιέρωση της υποχρεωτικής αυτής αργίας για τις περιπτώσεις που προβλεπόταν σε κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική ΣΣΕ, η οποία έληξε και μετά την πάροδο της υποχρεωτικής παρέκτασης, δεν υπεγράφη νέα σύμβαση.
Ελλείψει λοιπόν ισχύουσας κλαδικής ή ομοιοεπαγγελματικής ΣΣΕ, μόνο η πρόβλεψη περί υποχρεωτικής αργίας σε επιχειρησιακή σύμβαση εξασφαλίζει απόλυτα τον χαρακτήρα της ημέρας ως τέτοιας αλλά βεβαίως αφορά μόνο τη συγκεκριμένη επιχείρηση.