Επανακαθορίστηκαν από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα οι λόγοι που κάποιος μαθητής ή μαθήτρια παίρνει απαλλαγή απο το μάθημα των Θρησευτικών. Δεν ισχύει πλέον μόνο για τους μη ορθόδοξος μαθητές αλλά και για τους ορθόδοξους.
Τι αποφασίστηκε
Πιο συγκεκριμένα, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα με πρόεδρό τον επίτιμο πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, Κωνσταντίνο Μενουδάκο, γνωμοδοτεί ότι λόγοι που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την εξαίρεση από το μάθημα των Θρησκευτικών, δεν είναι μόνο όσοι αναφέρονται στη θρησκευτική συνείδηση των παιδιών και των γονέων ή των κηδεμόνων τους. Αλλά οποιοσδήποτε λόγος που ανάγεται σε γενικότερες αντιλήψεις.
Κρίνεται μάλιστα ότι η εξαίρεση δεν είναι συνταγματικά ανεκτό να αφορά μόνο τους μη χριστιανούς Ορθοδόξους, αλλά η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα έκρινε ότι το ίδιο δικαίωμα πρέπει να έχουν και οι Ορθόδοξοι μαθητές, σε περίπτωση που δεν συμφωνούν με το περιεχόμενο του μαθήματος.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Τα Νέα», η υπόθεση έφτασε ενώπιον της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μετά από τη διαβίβαση εγγράφου του υπουργείου Παιδείας εν όψει της δημοσίευσης σχετικής εγκυκλίου για την απαλλαγή από τα μαθήματα των Θρησκευτικών, της Μουσικής και της Φυσικής Αγωγής και την υποβολή σχετικών δικαιολογητικών από τους μαθητές και τους γονείς τους.
Ήδη, το Συμβούλιο της Επικρατείας με την απόφαση 1478/2022, που δημοσιεύθηκε στις 7 Ιουλίου και έκανε δεκτή αίτηση γονέων οι οποίοι ζητούσαν την ακύρωση της από 28.5.2021 ΚΥΑ κατά το μέρος που ρυθμίζεται η απαλλαγή των μαθητών – μαθητριών από το μάθημα των Θρησκευτικών. Η Ολομέλεια του ΣτΕ είχε κρίνει ότι πριν την έκδοση της ΚΥΑ έπρεπε να έχει υπάρξει σχετική γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Γιατί συνέβη αυτό
Σύμφωνα με το σκεπτικό της γνωμοδότησης: «Η γενική ελευθερία της συνείδησης δεν έχει ένα τυποποιημένο περιεχόμενο, καθώς εκφράζει την ελευθερία του αυτοκαθορισμού της προσωπικής συνείδησης και καλύπτει όλες τις συνειδησιακές πεποιθήσεις του ατόμου και όχι μόνο εκείνες που αφορούν το θρησκευτικό φαινόμενο.
Από την άποψη αυτή, η αναφορά στην προτεινόμενη ρύθμιση σε “λόγους θρησκευτικής συνείδησης” και μόνον, ως δικαιολογητική αιτία για την άσκηση του δικαιώματος απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών, δεν καλύπτει πλήρως όλο το εύρος των συνειδησιακών πεποιθήσεων που προστατεύονται από την ΕΣΔΑ και το ελληνικό Σύνταγμα, και στις οποίες περιλαμβάνονται “και [οι] γενικότερες κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις.
Υπό αυτό το πρίσμα η Αρχή έκρινε ότι αποκλείονται ρητά και εξ ορισμού από το δικαίωμα απαλλαγής οι χριστιανοί Ορθόδοξοι μαθητές και μαθήτριες ή οι γονείς τους, οι οποίοι προκειμένου να ασκήσουν το δικαίωμα αυτό πρέπει να αποποιηθούν τη θρησκεία τους.
Για ισορροπίες μεταξύ της σχέσης κράτους – πολίτη, λένε πως «η ελεύθερη αυτή σχέση μεταξύ της προσωπικής θρησκευτικής πεποίθησης και της ατομικής συνείδησης είναι άξια συνταγματικής προστασίας, ως εκδήλωση του αυτοκαθορισμού της συνείδησης, και θα πρέπει να μπορεί να βρει δυνατότητα έκφρασης στο πλαίσιο της ρύθμισης του δικαιώματος της απαλλαγής».