Γιαγιά πήγε στον Ευαγγελισμό χωρίς ασθενοφόρο επειδή όπως είπε «Υπάρχουν τόσοι καμένοι που τα χρειάζονται»

Νοσοκομείο Ευαγγελισμός…

Ένα ταξί σταματάει έξω από τα επείγοντα, βγαίνει ο οδηγός, ανοίγει το πορτμπαγκάζ, βγάζει ένα «Π» και το αφήνει έξω από την πόρτα του συνοδηγού. Μέσα από το αμάξι με πολύ αργό ρυθμο εμφανίζονται δύο πόδια που προσπαθούν να πάρουν θέση μπρος από το μεταλλικό στήριγμα. Απ’ την γωνία που στέκομαι διακρίνω δύο χέρια όλο ζάρες, να σφίγγουν τρεμάμενα το πλαίσιο του αμαξώματος δίνοντας ώθηση στο σώμα να σηκωθεί όρθιο. Καθώς δε φαίνεται να υπάρχει στον χώρο κάποια βοήθεια, πηγαίνω προς τα κει. Βλέπω μια γιαγιά, αρκετά μεγάλη, ιδιαίτερα περιποιημένη. Τής απλώνω το χέρι, βοηθώ στο ανασήκωμα και φέρνω μπροστά της το στήριγμα. – Μόνη σας; – Μόνη – Να σας πάω μέχρι μέσα; – Ευχαριστώ Πήγαμε ως το γραφείο κίνησης αργά αργά, εκείνη μπροστά, εγώ λίγο πιο πίσω σε απόσταση. Κάθε βήμα δέκα εκατοστών κρατούσε κοντά στα πέντε δευτερόλεπτα. Αναρωτήθηκα πόσος χρόνος να χρειάστηκε για να φτάσει ως εδώ. Δεν την ρώτησα τίποτα, στεκόμουν απλά πίσω της διακριτικά, μήπως και θελήσει κάτι που δε θα μπορούσε μόνη της. Είχε επιλέξει το μόνη της ή στάθηκε αναγκαίο το να είναι μόνη; Ποιος ξέρει; Όπως και να ‘χε, το σεβάστηκα. Απλά αναρωτήθηκα γιατί και πώς. Πού να φανταστώ τι θα μου αποκάλυπτε το μεγαλείο ενός γερασμένου ανθρώπου. Σε λίγο φτάσαμε στο γραφείο, ζήτησε έναν παθολόγο και μετά παλι αργά αργά φτάσαμε έξω από τους νοσηλευτές. – Τι έχετε; Μια γλυκιά, ήρεμη φωνή, αργή σαν το βήμα της, απάντησε. – Έχω σπάσει τον γοφό μου και τη λεκάνη μου και ενώ ήμουν μια χαρά, ξαφνικά σήμερα πρήστηκαν τα πόδια μου. Ανησύχησα και ήρθα. – Ποιος σας συνοδεύει; – Κανείς Ο γιατρός σάστισε. Σε λίγο θα σαστιζόμασταν όλοι. – Τι εννοείτε κανείς; Πώς ήρθατε; Πώς θα πάτε να σας εξετάσουν; – Ήρθα με ταξί. – Με ταξί; Γιατί δεν καλέσατε ένα ασθενοφόρο; – Δεν ήθελα να ενοχλήσω. Είστε πολύ ταλαιπωρημένοι. Υπάρχουν τόσοι καμμένοι που τα χρειάζονται.

Ναι, το μισώ αυτό το είδος που λέγεται άνθρωπος, που μισεί, που εκμεταλλεύεται, που φθονεί και καταστρέφει ό,τι υπάρχει γύρω του. Αλλά αυτό το ίδιο είδος είναι που αγαπώ και λατρεύω, όταν με κάνει να κλαίω, σα μικρό παιδί από συγκίνηση, για την αγάπη που προσφέρει, για την ταπεινότητα που δείχνει, για την αλληλεγγύη του. Που μετράει τα κουράγια του και όταν τα βρει να έχουν πιάσει πάτο, κοιτάζει γύρω του και τον πάτο τον βλέπει περίσσευμα και δίνει όπου η ανάγκη διψά για προσφορά.

Πηγή

Related posts

«Τον πέταξαν χωρίς τα ρούχα του»: Φρικτές αποκαλύψεις για το τραγικό τέλος του Χρήστου Μάρκου στα Πατήσια

Αγρίνιο: Η στιγμή του σεισμού των 4,7 Ρίχτερ σε σούπερ μάρκετ – Έτρεχε έντρομη η υπάλληλος

Σκοτwθηκε ο 16χρονος – Καλό παράδεισο άγγελε μου