Ιστορική συμφωνία: Χωρίζει η Εκκλησία με το ελληνικό κράτος – Θρησκευτική ουδετερότητα

Σε μια ιστορική διμερή συμφωνία προχώρησαν Κράτος -Εκκλησία όπως ανακοίνωσαν από κοινού οι κ.κ. Τσίπρας-Ιερώνυμος.

Πρόκειται για συμφωνία που ορίζει τα περιουσιακά της Εκκλησίας και το μισθολογικό.

Το Σύμφωνο ορίζει ότι στο εξής οι περίπου 10.000 ιερείς δεν θα είναι πλέον δημόσιοι υπάλληλοι.

Παράλληλα, συστήνεται ειδική εταιρεία η οποία θα διαχειρίζεται την εκκλησιαστική περιουσία, στην οποία θα είναι μέτοχος και το Δημόσιο.

Το παρασκήνιο της συμφωνίας

Ειδικές ομάδες εμπειρογνωμόνων, από την πλευρά της Εκκλησίας και του Δημοσίου, εργάστηκαν σε συνθήκες απόλυτης μυστικότητας το τελευταίο δίμηνο ώστε να καταλήξουν στους όρους του Συμφώνου, το οποίο θα είναι «win-win» και για τις δύο πλευρές, όπως ανέφεραν αποκλειστικά στο iefimerida.gr εγκυρότατες πηγές που επιβεβαιώθηκαν πλήρως.

Τσίπρας: Ιστορική συμφωνία

Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πλαίσιο συμφωνίας ιστορικού χαρακτήρα προς όφελος και των δύο πλευρών ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στις δηλώσεις του με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, κ. Ιερώνυμο.

Στο Κοινό Ανακοινωθέν Εκκλησίας-Πολιτείας στο οποίο κατέληξαν ο πρωθυπουργός και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και το οποίο διάβασε ο κ. Τσίπρας αναφέρεται ότι “στόχος μας είναι να θέσουμε το πλαίσιο διευθέτησης και επίλυσης ιστορικών εκκρεμοτήτων, αλλά και να ενισχύσουμε την αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους, αναγνωρίζοντας την προσφορά και τον ιστορικό της ρόλο στη γέννηση και τη διαμόρφωση της ταυτότητάς του”.

Μετά από έναν ειλικρινή διάλογο που διεξήχθη σε κλίμα κατανόησης και σεβασμού, έχουμε την δυνατότητα να προχωρήσουμε σε συναινετικές πρωτοβουλίες για τον εξορθολογισμό των σχέσεών μας.

Οπως τόνισε ο πρωθυπουργός «στόχος να ενισχύσουμε την αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας, αναγνωρίζοντας τον ρόλο της» για να προσθέσει: «Εκφράζουμε την πρόθεσή μας να καταλήξουμε σε μια ιστορική συμφωνία».

Το κοινό ανακοινωθείν Εκκλησίας-Πολιτείας

Για τον λόγο αυτό, είπε ο κ. Τσίπρας, εκφράζουμε σήμερα την πρόθεσή μας να καταλήξουμε σε μια ιστορική Συμφωνία μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας που θα πάρει τη μορφή νομοθετικής ρύθμισης και προτείνουμε:

  • Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι μέχρι το 1939 οπότε εκδόθηκε ο αναγκαστικός νόμος 1731/1939 απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της.
  • Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου, ως με ευρεία έννοια, αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε.
  • Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία αναγνωρίζουν ότι οι κληρικοί δεν θα νοούνται στο εξής ως δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
  • Το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύεται ότι θα καταβάλλει ετησίως στην Εκκλησία με μορφή επιδότησης ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις μισθολογικές μεταβολές του Ελληνικού Δημοσίου.
  • Η Εκκλησία αναγνωρίζει ότι μετά τη Συμφωνία αυτή παραιτείται έναντι κάθε άλλης αξίωσης για την εν λόγω εκκλησιαστική περιουσία.
  • Η ετήσια επιδότηση θα καταβάλλεται σε ειδικό ταμείο της Εκκλησίας και προορίζεται αποκλειστικά για τη μισθοδοσία των κληρικών, με αποκλειστική ευθύνη της Εκκλησίας της Ελλάδος και σχετική εποπτεία των αρμόδιων ελεγκτικών κρατικών αρχών.
  • Με τη Συμφωνία διασφαλίζεται ο σημερινός αριθμός των οργανικών θέσεων κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς και ο σημερινός αριθμός των λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
  • Πιθανή επιλογή της Εκκλησίας της Ελλάδος για αύξηση του αριθμού των κληρικών δεν δημιουργεί απαίτηση αύξησης του ποσού της ετήσιας επιδότησης.
  • Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
  • Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
  • Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση.
  • Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις του ΤΑΕΠ επιμερίζονται κατά ίσο μέρος στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία της Ελλάδος.
  • Τα ανάλογα ισχύουν και για τις περιουσίες των επιμέρους Μητροπόλεων, ήτοι των αμφισβητούμενων περιουσιών, αλλά και όσων οι Μητροπόλεις εθελοντικά παραχωρήσουν στο ΤΑΕΠ.
  • Η ήδη συσταθείσα με τον Ν.4182/2013 Εταιρεία Αξιοποίησης Ακίνητης Εκκλησιαστικής Περιουσίας μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών εντάσσεται επίσης στο ΤΑΕΠ και διοικείται με το σημερινό κατά νόμο καθεστώς.
  • Οι παραπάνω δεσμεύσεις των μερών θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση τήρησης της Συμφωνίας στο σύνολό της.

Ο Αλ. Τσίπρας διαβεβαίωσε τον Αρχιεπίσκοπο ότι η επικείμενη Συνταγματική Μεταρρύθμιση και ειδικότερα οι αλλαγές που αφορούν στο ‘Αρθρο 3, έχουν στόχο να αναβαθμίσουν το διακριτό ρόλο της Eκκλησίας, ενισχύοντας την αυτονομία της, αναγνωρίζοντας παράλληλα τη σημαντική προσφορά της στη γέννηση και διαμόρφωση της ταυτότητας του ελληνικού κράτους.

Δείτε τις κοινές δηλώσεις Τσίπρα-Ιερώνυμου

Αναθεώρηση και ουδετερότητα

Παράλληλα με το Σύμφωνο χωρισμού Εκκλησίας-Κράτους θα κινηθούν και οι διαδικασίες Αναθεώρησης του Συντάγματος και του άρθρου 3 που αφορά τις σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους.

Η Εκκλησία της Ελλάδος θεωρεί δεδομένο ως βάση συζήτησης για την Αναθεώρηση του Συντάγματος το γερμανικό μοντέλο θρησκευτικής ουδετερότητας. Αυτό άφησε να εννοηθεί χθες ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Ιερώνυμος, μετά την ολοκλήρωση της πρώτης ημέρας της τριήμερης τακτικής συνεδρίασης της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (ΔΙΣ).

Με τις δηλώσεις του ο κ. Ιερώνυμος ουσιαστικά «φωτογράφισε» το Σύμφωνο στο οποίο η Εκκλησία κατέληξε με τον πρωθυπουργό και προβλέπει ένα ειδικό καθεστώς μη δημοσίου υπαλλήλου για τους ιερείς.

Μάλιστα, ο κ. Ιερώνυμος δήλωσε ότι η Εκκλησία είναι ανοιχτή σε διάλογο. «Το ιδανικό για εμάς είναι να είναι ο καθένας στο σπίτι του, αλλά να δουλεύουμε μαζί για να περνάμε καλά όλοι. Πολιτεία και Εκκλησία δεν είναι αντίπαλοι, πρέπει να μάθουμε να συνεργαζόμαστε», τόνισε.

Ειδικότερα, ο κ. Ιερώνυμος ανέφερε ότι η συζήτηση για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, και εύλογα επί του άρθρου 3 που αφορά κυρίως την Εκκλησία, «είναι μια ευκαιρία να εξετάσουμε πολλά πράγματα από την αρχή και να αλλάξουμε και μερικές ιδέες. Και εμείς την πολλή αυστηρότητα και η Πολιτεία την πολλή προχειρότητα».

«Το θέμα είναι να καταλήξουμε τι εννοούμε “θρησκευτικά ουδέτερος”», δήλωσε ο κ. Ιερώνυμος, λέγοντας ότι «δεν ξέρω τι εννοεί ο πρωθυπουργός, θα μας πει». «Εχουμε συνηθίσει εδώ στην Ελλάδα την πρόχειρη σκέψη με πρόχειρα πράγματα», ανέφερε σε άλλο σημείο των δηλώσεών του.

Πάντως, ο κ. Ιερώνυμος και η Εκκλησία της Ελλάδος είναι υπέρ του γερμανικού μοντέλου. «Θρησκευτικά ουδέτερο είναι το γερμανικό κράτος. Θα ήθελα να ζήσω στη Γερμανία και να είμαι θρησκευτικά ουδέτερος. Είναι θρησκευτικά ουδέτερο κράτος, συνεργάζονται, βοηθάει την Εκκλησία άριστα», είπε ο Αρχιεπίσκοπος.

Τι προβλέπει η κυβερνητική πρόταση για την Αναθεώρηση

Η πρόταση της κυβέρνησης για την αναθεώρηση του άρθρου 3 προβλέπει ότι «έχει έρθει ο καιρός ώστε να κατοχυρωθεί ρητά στο Σύνταγμα η θρησκευτική ουδετερότητα του ελληνικού κράτους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται κανονιστικά και πρακτικά. Και αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα για τον εκσυγχρονισμό και τη φιλελευθεροποίηση του Συντάγματός μας».

Πηγή:  tilestwra.com

Related posts

Αναστάτωση από φωτιά σε καμινάδα – Ξεπηδούν από την οροφή

Έκαψε… την Μουρτζουκου η μητέρα της

«Δεν δηλητhρiάσε με κεταμίνη τη Τζωρτζίνα»: Ο πιο διάσημος τοξικολόγος στον κόσμο «αθωώνει» την Ρούλα Πισπιρίγκου