Η δίκη του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου, συνεχίστηκε σήμερα με τον ίδιο να παρουσιάζει νέα στοιχεία για την υπόθεση, θέλοντας έτσι να σπάσει τα ισόβια.
Ο αστυνομικός που ήταν ο πρώτος που βρέθηκε στα Γλυκά Νερά και αντίκρισε την νεκρή Καρολάιν, ήταν εκείνος που απαθανατίστηκε με το μωρό της, στην αγκαλιά του μέχρις ότου το παραλάβει η μητέρα του καταδικασμένου συζυγοκτόνος.
Η κατάθεση του αστυνομικού Χρήστου Βαρδίκου
Όταν ξεκίνησε η διαδικασία, ο εισαγγελέας ανέγνωσε το βαρύτατο κατηγορητήριο σε βάρος του 35χρονου πιλότου. Το άκουσε με προσοχή και αμέσως μετά ο ισοβίτης πιλότος ζήτησε και έλαβε τον λόγο. Αποδέχτηκε τις κατηγορίες, δήλωσε μετανιωμένος, ζήτησε συγγνώμη από την οικογένεια της δολοφονημένης Καρολάιν, είπε ότι δεν ισχύουν οι πράξεις όπως περιγράφονται στο κατηγορητήριο και ότι δεν ήθελε να βλάψει την οικογένειά του.
Ακολουθεί την ίδια υπερασπιστική γραμμή, όπως στον πρώτο βαθμό. Μάλιστα τα λόγια που χρησιμοποίησε θύμισαν πάρα πολύ τα λόγια που χρησιμοποιούσε και κατά τη διάρκεια της απολογίας του ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας.
Ένα καινούργιο στοιχείο είναι ότι η υπεράσπιση του καταδικασμένου συζυγοκτόνου παρουσίασε νέους μάρτυρες υπεράσπισης. Ανάμεσά τους είναι και οι γονείς του, οι οποίοι ούτε είχαν βρεθεί στον πρώτο βαθμό στο πλευρό του ούτε είχαν καταθέσει υπέρ του.
Συγκλονίζει η περιγραφή του
Οι περιγραφές του από το σκηνικό που είδαν μπαίνοντας στο σπίτι είναι ανατριχιαστικές. «Μπήκαμε από το παράθυρο του υπογείου, όπου ήταν βγαλμένο το ένα παραθυρόφυλλο και ήταν ακουσμπισμένο στο πάτωμα κάτι που δημιούργησε αμέσως σκέψεις. Στο ισόγειο είδαμε το σπιτάκι του σκύλου. Από το σημείο που ήταν το σπιτάκι μέχρι τη σκάλα είδαμε κόπρανα σκύλου. Με το που στρίβω το κεφάλι μου αριστερά, βλέπω τον σκύλο κρεμασμένο στην κουπαστή. Κρεμόταν από τον πρώτο όροφο που ήταν το λουρί στο ισόγειο. Εκεί χτύπησαν καμπανάκια ότι ανεβαίνοντας προς τα πάνω δεν θα δούμε κάτι καλό. Ακούγαμε από τους πάνω ορόφους μία αντρική φωνή που μας καλούσε πνιχτά φωνάζοντας “βοήθεια”. Ανεβαίνουμε στον πρώτο όροφο, υπήρχε μια ακαταστασία, καθαρίσαμε τους χώρους και μετά ανεβήκαμε στη σοφίτα. Ήταν μισάνοιχτη η πόρτα και με το που φτάνεις αντικρίζεις το κρεβάτι. Εκεί κατευθείαν βλέπουμε τη νεκρή, η οποία ήταν μπρούμυτα. Μπαίνουμε μέσα, πάνω της ήταν το μωράκι, στεκόταν στα γόνατα και ακουμπούσε με τα χέρια του τη μητέρα του. Κάτω αριστερά από το κρεβάτι ήταν δεμένος ο κατηγορούμενος. Η πρώτη εικόνα που μας έδινε ήταν ότι αν δεν τον λύναμε άμεσα θα πέθαινε. Αφού τον λύσαμε, ασχολήθηκα με την κοπέλα. Πήρα το μωράκι από πάνω της. Αυτός αμέσως έκατσε στο κρεβάτι και έκανε ότι θρηνεί. Μου ζήτησε το παιδί, αλλά έκανε κάποιες κινήσεις άγαρμπες και του το ξαναπήρα», είπε αρχικά.
Σχετικά με τη συμπεριφορά του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου που τους προκάλεσε εντύπωση ανέφερε: «Τα πρώτα δευτερόλεπτα ήταν ένα κακό θέατρο. Ένας τύπου θρήνος με αποτυχία. Δεν έπειθε. Ήταν ένα περιστατικά που με γονάτισε. Το μωρό ήταν το θέμα. Χρειάστηκα αρκετά λεπτά για να συνέλθω. Στα 21 χρόνια καριέρας πρώτη φορά δεν μπορούσα να διαβιβάσω στον ασύρματο. Οι άλλοι συνάδελφοι ήταν πιο ψύχραιμοι και παρατηρούσαν. Ο συνάδελφος είπε ότι “αυτός το έκανε” και τον έβρισα. Δεν μπορούσα καν να μπω στη διαδικασία να σκεφτώ κάτι τέτοιο. Όταν τελείωσε όλο αυτό και βγήκαμε έξω έπρεπε να ανακαλέσουμε τις λεπτομέρειες που παρατηρήσαμε στη σκηνή και την αίσθηση που πήραμε από τον χώρο. Μεταφέραμε την άποψη ότι εκείνος το έκανε, αλλά είναι άλλο να το λες και άλλο να το αποδεικνύεις.»
Το σημείο, δε, που τον συντάραξε περισσότερο ήταν η εικόνα του μωρού που ακουμπούσε τη νεκρή μητέρα του. «Για εμένα ήταν μία συναισθηματική κατάρρευση εκείνη τη στιγμή. Μου κόπηκαν τα γόνατα. Χρειάστηκαν ημέρες και νύχτες που ξυπνάς και το σκέφτεσαι για να το ξεπεράσεις.»
Όσο για το αν θα ήθελε να τη συναντήσει σήμερα, μετά από όλα αυτά ο ίδιος εμφανώς συγκινημένος και βουρκωμένος απάντησε: «Θα ήθελα, αλλά δεν ξέρω αν θα μπορούσα. Μου έδειξαν κάποιες φωτογραφίες της και… Είναι καλά, φαίνεται ότι είναι σε καλά χέρια.»
Να «σπάσει» τα ισόβια προσπαθεί ο πιλότος
Ο κατηγορούμενος Μπάμπης Αναγνωστόπουλος προσπαθεί μέσω του συνηγόρου του να «σπάσει» τα ισόβια με τους ισχυρισμούς του στη δίκη, παρά τις μαρτυρίες που τον «καίνε».
Σύμφωνα με τον ίδιο, η δολοφονία της συζύγου του έγινε εν θερμώ και όχι προμελετημένα. «Αποδέχομαι τις κατηγορίες, αλλά όχι όπως περιγράφονται στο σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης. Υπάρχει σφάλμα. Για τις πράξεις αυτές ντρέπομαι και σε καμία περίπτωση δεν ήθελα να βλάψω τη σύζυγό μου. Δεν είχα κανένα όφελος. Ό,τι αγαπούσα χάθηκε εκείνη την ημέρα. Ντρέπομαι για εκείνη τη στιγμή και μισώ τον εαυτό μου. Ζητώ από όλους ένα μεγάλο “συγγνώμη”», είπε ο πιλότος.