Ο κ. Κατσιούλης ήταν ένας από τους λίγους τυχερούς που κατάφερε να επιβιώσει από την φονική σύγκρουση και μοιράζεται την ιστορία του.
Τα λόγια του για τη φονική σύγκρουση
«Πρώτα θέλω να εκφράσω την αμέριστη συμπαράστασή μου στις οικογένειες των θυμάτων. Είναι η 5η μέρα και ακόμα δεν το σκέφτομαι. Προσπαθώ να καταλάβω ότι ζω, γιατί πέρασα έναν πραγματικό εφιάλτη. Είναι τρομακτική η στιγμή της έκρηξης, το ότι είμαι ζωντανός είναι ένα θαύμα, τώρα το συνειδητοποιώ και τρέμει η καρδιά μου. Ήμουν στο 3Ο βαγόνι στη θέση 47. Την στιγμή της έκρηξης πετάχτηκα περίπου 30 εκατοστά, από τη στιγμή που άνοιξα τα μάτια μου, αντίκρισα ένα σκοτάδι, καπνό και μετά από 1-2 δευτερόλεπτα άρχισε να φωνάζει ο κόσμος. Προσπάθησαν 2 κοπέλες να βγουν από την δεξιά μεριά και φώναξαν “παιδιά υπάρχει φωτιά δεν μπορούμε να βγούμε”. Εκείνη την ώρα το βαγόνι γέμιζε καπνό, και φώναζαν τα παιδιά να ανοίξουν τα κινητά», είπε αρχικά ο κ. Κατσιούλης.
«Εμένα με πέταξε 30 εκατοστά στα διπλανά καθίσματα, και έχω κάταγμα στη μύτη, στο κεφάλι, τραύματα στο κεφάλι, η δεξιά μου πλευρά είναι όλη σχεδόν τραυματισμένη, με μώλωπες. Έχασα τις αισθήσεις μου για ένα λεπτό και μετά όταν επανήλθα είδα αυτό με τον καπνό. Βγήκα επειδή έσπασε ένα παιδί ένα παράθυρο. Εκείνη την ώρα είπα “θα πεθάνω” και ξεκίνησα να κάνω την προσευχή μου. Δεν ήθελα να συνειδητοποιήσω ότι θα πεθάνω. Το παιδί έσπασε το τζάμι, βγήκε μία κοπέλα, δεύτερος βγήκα εγώ, απέναντί μου καθόταν μία κυρία με 2 παιδιά η οποία βγήκε και εκείνη, και μετά όταν βγήκαμε είχε ύψος και νόμιζα ότι είμαστε σε γέφυρα είχε παντού σίδερα και υπέρθεσα ότι χτυπήσαμε στη γέφυρα. Το βαγόνι ήταν μπαταρισμένο», συμπλήρωσε στη συνέχεια ανατριχιάζοντας με τα όσα έζησε μέσα στο βαγόνι.
«Επικρατούσε πανικός αλλά υπήρχε μεγάλη βοήθεια από όλους τους ανθρώπους, δεν θέλαμε να φύγουμε, δε μας πήγαινε η καρδιά. Βοηθούσαμε όλους όσους μπορούσαμε. Δε θυμάμαι κάποιον από τα παιδιά που σκοτώθηκαν», είπε στο τέλος ο επιζών.