Δύσκολες ώρες περνά ο γιος της Νόρας Βαλσάμη και του Ερρίκου Ανδρέου, μετά τον θάνατο του πατέρα του. Συντετριμμένος μίλησε στην espresso για την «καταστροφή» που βιώνει εκείνος και η μητέρα του.
Έρικ Ανδρέου: Ζούμε την απόλυτη φρίκη
Αρχικά μίλησε στον Νίκο Νικόλιζα: «Ακόμα δεν μπορούμε να το συνειδητοποιήσουμε και να ξεπεράσουμε τον χαμό του. Συνέβαλαν πολλά πράγματα συνδυαστικά που μας οδήγησαν στην κατηφόρα. Λίγο τα οικονομικά, λίγο η απομόνωση εδώ στη Σύρο, όπου χάσαμε τις παρέες της οικογένειας, οι τράπεζες που μας οδήγησαν να μείνουμε μόνιμα εδώ στο νησί… Έτσι, χάσαμε κάθε επαφή και με την υπόλοιπη οικογένεια και με τους άλλους φίλους που είχαμε.
Είναι ανεξήγητα όλα αυτά που μας έτυχαν. Οδηγηθήκαμε στην ανάγκη να “μαζευτούμε” κάπως ως οικογένεια, παρόλο που δεν κάναμε ποτέ έξαλλη ή επιπόλαιη ζωή. Τους γονείς μου όλοι τους αγαπούσαν. Οι γονείς μου είχαν παρέα την Αλίκη, τη Ζωή, συνεργάτες από το θέατρο, από τον κινηματογράφο. Δεν δώσαμε ποτέ κανένα δικαίωμα. Δυστυχώς όμως η αδικία πολλές φορές επικρατεί του καλού. Νομίζω, δεν μας άξιζε τέτοια μεταχείριση.
Γιατί η μαμά μου και ο μπαμπάς μου ήταν πάντα κοντά τους, όταν και οι δύο μεσουρανούσαν. Και οι γονείς μου τους αγάπησαν όλους τους καλλιτέχνες, όπως και το αντίστροφο. Υπήρχε πάρα πολύ μεγάλη στήριξη από τους συναδέλφους, όμως η απομόνωσή μας εδώ στο νησί ίσως να έπαιξε ρόλο. Η οικογένειά μας δεν πήγαινε ποτέ για μεγάλα πράγματα. Οι γονείς μου δεν ανήκαν στην κατηγορία των πλουσίων που έβγαλαν “πειρατικά” χρήματα. Είχαν την ευχέρεια να συνεργαστούν με τον Φίνο και να οδηγηθούν στον σωστό δρόμο από την αρχή της καριέρας τους. Και το ψωμί που έβγαλαν ήταν νόμιμο μέχρι και την τελευταία δραχμή».
Βρισκόμαστε σε μια δύσκολη περίοδο αναπροσαρμογής. Δεν ξέρουμε πλέον ποιος είναι φίλος και ποιος δεν είναι. Η μητέρα μου είναι πολύ άρρωστη. Είναι χάλια, ψυχολογικά και σωματικά. Της έδωσα κάποια χάπια για να ηρεμήσει. Νιώθει πολύ μεγάλη ανασφάλεια. Δεν μπορεί να καταλάβει τι της συμβαίνει. Νιώθει σαν να την πυροβολούν και δεν γνωρίζει από πού.
Για μένα είναι σαν να είναι εδώ ο πατέρας μου, μέσα στο σπίτι. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι έχει “φύγει”. Γιατί ξέρω τι άνθρωπος ήταν. Ήταν ένας άγγελος ο πατέρας μου. Και ξέρω ποιοι τον οδήγησαν για να φτάσει εκεί που έφτασε. Η πίεση που δεχόταν από όλες τις πλευρές. Και αυτή η πίεση μας οδήγησε στην καταστροφή και σε μια αιχμαλωσία μέχρι να πεθάνουμε ως οικογένεια και να ησυχάσουν όλοι. Είναι σαν να καθόμαστε σε μια γωνία και κάθε μέρα να μας σκοτώνουν όλο και περισσότερο. Καθόμαστε εδώ και μας εκτελούν όλο και περισσότερο. Περνάμε μεγάλη πληγή. Δεν ξέρουμε πού πατάμε και για πού βαδίζουμε. Έφυγε το στήριγμά μας», εξομολογείται με δάκρυα στα μάτια.
Δεν ξέρω ούτε κι εγώ ποιοι μας οδήγησαν σε αυτή την καταστροφή. Οδηγηθήκαμε σε αυτή την κατάσταση. Είναι σαν μια αόρατη πίεση που λέει: “Μη μιλάς, σκάσε, άκου”. Εμείς ως οικογένεια είμαστε καλοί άνθρωποι. Ο πατέρας μου βρέθηκε να είναι στην αιχμή του δόρατος ενός γεγονότος (σ.σ.: πλειστηριασμός), με αποτέλεσμα να ανασταλούν όλα τα δεδομένα μας ως οικογένεια. Έπειτα από αυτό το γεγονός φαίνεται σαν να μη μετράνε οι ταινίες του πατέρα μου, οι ταινίες όπου έχει παίξει η μητέρα μου και τα δεκάδες θεατρικά έργα. Σχεδόν έφτασα 50 ετών και η μητέρα μου 75. Δεν ξέρω τι άλλο θέλουν από εμάς! Θεωρώ ότι απλά ήθελαν να καταστρέψουν την οικογένειά μας. Και μάλλον το κατάφεραν».