Χθες είδαμε την ορίτζιναλ Ελληνική γαϊδουριά. Όπως ακριβώς την έχουμε συνηθίσει.
Η χθεσινή μέρα, ήταν αναμφισβήτητα μία από τις δυσκολότερες της χρονιάς. Ίσως η πιο δύσκολη. Για τους πυροσβέστες που ήταν όλη μέρα στο πόδι. Για τους αστυνομικούς και τους νοσηλευτές που βρισκόντουσαν στα μέτωπα της πυρκαγιάς προσπαθώντας να σώσουν την κατάσταση – με τον καθένα να κάνει το κομμάτι του. Τίποτα όμως δεν είναι πιο δύσκολο από το να είσαι ένας από εκείνους τους ανθρώπους που έκλαψαν και ούρλιαξαν επειδή έχασαν τόσο μα τόσο άδικα έναν δικό τους άνθρωπο ή που είδαν τις περιουσίες τους να γίνονται στάχτη. Σε κάνει να τρελαίνεσαι και μόνο στη σκέψη.
Θέλουμε όμως, μέσα σε όλο αυτό το μαύρο σύννεφο, να σχολιάσουμε και κάτι ακόμη. Κάτι που αφορά κάποιους άλλους. Που δεν ήταν δίπλα στη φωτιά, που δεν πέρασαν όσα εκείνοι οι άνθρωποι και που με την συμπεριφορά τους έκαναν τα πράγματα απλά πιο δύσκολα.
Μέσα σε όλη την μαυρίλα, την μιζέρια και την δυστυχία που ξέσπασε χθες με τις πρώτες φωτιές, υπήρξε και κάτι ακόμη. Κάτι ασυγχώρητο. Η ορίτζιναλ Ελληνική γαϊδουριά. Όπως ακριβώς την έχουμε συνηθίσει.
Για να φτάσω στο γραφείο πήγαινω καθημερινά από την Εθνική Οδό Αθηνών-Λαμίας. Καθημερινά. Με ζέστες, με κρύο, με χειμώνες, με βροχές. Και κυρίως με κίνηση. Όποιος είναι συνοδοιπόρος σε αυτό το καθημερινό ταξίδι, ξέρει πως η κίνηση στην Εθνική είναι νόμος και ειδικά το πρωί. Σας μιλάω ειλικρινά, δεν υπάρχει ΜΙΑ φορά που να μην είδα κάποιον να κινείται στη ΛΕΑ. Και όχι μόνο έναν. Δεκάδες.
Όλοι αυτοί οι τύποι τείνουν να δρουν με το γνωστό σκεπτικό του «Ελληνάρα». Είναι οι τύποι που λένε «Σιγά μην περιμένω στην ουρά, τι είμαι κανένας μαλάκας;». Είναι οι ίδιοι που στο φανάρι κάνουν προσπέραση και μπαίνουν μπροστά από το πρώτο αυτοκίνητο που περιμένει υπομονετικά, είναι οι ίδιοι που προσπαθούν να παρακάμψουν τις ουρές στην τράπεζα και την εφορία, οι ίδιοι που παρκάρουν πάνω σε γωνίες ή που κλείνουν άλλα αυτοκίνητα. Είναι ειδικότερα οι τύποι που, για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο, θεωρούν πως οι κανόνες δεν ισχύουν για εκείνους, που είναι πολύ πιο έξυπνοι από όλους τους άλλους και που όλοι οι υπόλοιποι είμαστε ένα μάτσο κορόιδα.
Δυστυχώς για όλους μας, δεν ασχολούμαστε μαζί τους. Ουτε βέβαια ασχολούνται και αυτοί που θα έπρεπε να ασχολούνται. Όταν περνούν στη ΛΕΑ από δίπλα μας, τείνουμε να κάνουμε έναν αρνητικό μορφασμό, να γελάμε ειρωνικά ή, στην καλύτερη, να αρκεστούμε σε ένα «Δες εδώ έναν». Δυστυχώς ξεχνάμε πως αυτοί οι άνθρωποι, είναι εν δυνάμει δολοφόνοι. Γιατί αν κάνουν το ίδιο στις 2 μετά τα μεσάνυχτα, κινδυνεύουν να στουκάρουν πίσω από κάποιον σταθμευμένο ανθρωπάκο που πιθανόν να περιμένει με τα αλάρμ την οδική βοήθεια. Αν μάλιστα μιλούν και στο κινητό ή στέλνουν μηνύματα, τότε κινδυνεύουν να προκαλέσουν δυστύχημα οποιαδήποτε ώρα της ημέρας και να καταφέρουν να κερδίσουν ένα μονόλεπτο στις ειδήσεις με τίτλο «Ασυνείδητος οδηγός προκάλεσε δυστύχημα στη ΛΕΑ – Δύο άνθρωποι έχασαν την ζωή τους». Ναι. Αυτοί οι τύποι είναι οι πρωταγωνιστές σε κάτι τέτοια.
Χθες λοιπόν, πραγματοποιήθηκε ένα ακόμα τέτοιο έγκλημα. Γιατί αν τα πυροσβεστικά δεν είχαν συναντήσει στον δρόμο τους αυτό το τσούρμο από μπαμπουίνους που είχαν κλείσει τη ΛΕΑ, πιθανόν το μέγεθος της καταστροφής να μην είχε φτάσει σε αυτά τα σημεία. Οκ, ας μην υπερβάλλω. Θα μπορούσαμε όμως να λέγαμε ότι έγιναν προσπάθειες, πως ο αέρας και τα πολλά μέτωπα μπορεί να μην βοήθησαν, αλλά πως όλα κύλησαν ρολόι και αυτοί οι ήρωες οι πυροσβέστες είχαν και την άγραφη συνεργασία του κόσμου. Αντί αυτού, όλοι εκείνοι οι τύποι που κατσικώθηκαν στη ΛΕΑ, έβαλαν ουσιαστικά μία θεαματική τρικλοποδιά στην όλη επιχείρηση για να θυμίσουν αυτή την διαολεμένη φαγούρα που προσπαθούμε να ξεφορτωθούμε εκατοντάδες χρόνια, αλλά που δεν μας αφήνει με τίποτα: την πάρτη μας.
Που ενώ γνώριζαν την κατάσταση, που ενώ την άκουσαν στα ραδιόφωνα του αυτοκινήτου τους ή την διάβασαν στις ειδήσεις από τα smartphones τους, δεν κοντοστάθηκαν ούτε μία στιγμή να σκεφτούν πως με αυτή την πολύ μικρή κίνηση -να μείνουν δηλαδή στην δεξιά λωρίδα και να αφήσουν κενή την ΛΕΑ- θα προσέφεραν την πιο μεγάλη και ουσιαστική βοήθεια που χρειαζόντουσαν τα πυροσβεστικά οχήματα. Ακόμα και τότε όμως, προτίμησαν την πάρτη τους. Προτίμησαν ουσιαστικά, να κάνουν αυτό που έκαναν και χθες και προχθές. Αυτό που έκαναν την περασμένη εβδομάδα και πριν 5 μήνες. Που το έκαναν όλο τον χειμώνα και από τότε που έχουν μάθει να οδηγούν. Που πριν από αυτούς το έκανε ο πατέρας τους ή ο μεγάλος τους αδερφός ή οποιοσδήποτε άλλος κολλητός που τους έμαθε ότι «Είναι μαγκιά να οδηγείς στη ΛΕΑ και όχι να περιμένεις σαν τον μαλάκα».
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι λοιπόν που δεν διανοήθηκαν να φανταστούν το πρόβλημα που προκάλεσαν, τώρα πρέπει να κληθούν να φανταστούν κάτι άλλο. Να ακούν το ξύλο του πεύκου στην αυλή να σκάει από την φλόγα. Να γαβγίζουν τα σκυλιά μανιασμένα στον κήπο και να ουρλιάζουν γυναίκες και παιδιά. Να κλαίνε άντρες στις αγκαλιές αστυνομικών και πυροσβεστών γιατί ό,τι έχτισαν με κόπο χάθηκε μέσα σε μία στιγμή. Να φανταστούν επίσης πως είναι το δικό τους σπίτι που καίγεται, τα δικά τους έπιπλα που παίρνουν φωτιά και είναι εκείνοι που στέκονται πεσμένοι στα γόνατα απελπισμένοι σκεπτόμενοι «Και τώρα τι;». Ας φανταστούν λοιπόν όλα τα παραπάνω. Τους αξίζουν.
Αυτό ήταν λοιπόν. Άλλη μία γερή δόση homemade 100% Ελληνικής γαϊδουριάς, όπως την έχουμε συνηθίσει. Που μαζί με άλλα διάφορα που γίνονται στους δρόμους, χθες σκαρφάλωσε στην κορυφή της υπαιτιότητας, μας έδωσε μια γερή κλωτσιά στα πισινά και μας προσγείωσε ανώμαλα στο βούρκο. Εκεί που έχουμε βουτήξει κι άλλες φόρες στο παρελθόν και που κάθε φορά φεύγουμε με το κεφάλι σκυμμένο σαν κακομαθημένα παιδιά, που αντί να μάθουν από τα λάθη επαναλαμβάνουν τα ίδια λες και το πείσμα θα τους βγάλει κάπου. Μόνο που χθες, όσοι κόλλησαν στην ΛΕΑ, δεν έκαναν κακό μόνο στους εαυτούς τους αλλά και σε όλους τους άλλους.
Πόσες κλωτσιές χρειάζονται ακόμη;