Ο 62χρονος Σωκράτης Μπόζο, επέβαινε στο μοιραίο τρένο στα Τέμπη παλεύοντας για το μεροκάματο, καθώς ήταν εργαζόμενος στο κυλικείο. Δούλευε σε ένα από τα σημεία της αμαξοστοιχίας με τα περισσότερα θύματα.
Ο γιος του, μίλησε στο newsit.gr, για τον πατέρα του, και πως δεν άντεξε στα τραύματα και έφυγε από την ζωή.
Τραγωδία Τέμπη: Συντετριμμένος από τον θάνατο του πατέρα του
Αρχικά ανέφερε: «Ο πατέρας μου δούλευε στο τρένο, στο κυλικείο εδώ και 8 χρόνια. Ήταν ο ένας από τους δύο εργαζόμενους του κυλικείου στη μοιραία αμαξοστοιχία. Πήγε ο καημένος μέχρι την Αθήνα για το μεροκάματο και δεν γύρισε ποτέ. Έγω μένω μόνιμα στο εξωτερικό και εκείνο το πρωί άνοιξα τυχαία την τηλεόραση και έμαθα για την τραγωδία στο Intercity 62 και γνώριζα ότι ο πατέρας μου δουλεύει σε αυτό. Και τα συνδύασα. Κατευθείαν το μυαλό μας πήγε στο κακό. Πήρα την πρώτη πτήση και ήρθα στην Ελλάδα».
Φτάνοντας στην Ελλάδα έφυγε αμέσως για τα Τέμπη και όπως λέει βλέποντας τις εικόνες από τα συντρίμμια του τρένου κατάλαβε πως ο πατέρας του δεν θα είχε σωθεί. «Πήρα το αυτοκίνητο και πήγα στα Τέμπη στο σημείο του δυστυχήματος. Αυτό που αντίκρυσα ήταν τρομακτικό. Συντρίμμια. Ακόμα και τα καθίσματα ήταν κομμένα στα δύο. Ήταν ανατριχιαστικό. Ήταν σαν να βλέπω μια ταινία τρόμου. Ήμουν μάλιστα μπροστά στη στιγμή που σήκωναν το βαγόνι που ήταν το κυλικείο και ήταν τρακαρισμένο και ουσιαστικά μία άμορφη μάζα καμένη. Εκεί κατάλαβα δυστυχώς ότι από εκείνο το βαγόνι δεν υπήρχε ελπίδα να βγει κάποιος ζωντανός. Και πάλι όμως. Ελπίζαμε όμως μέχρι την τελευταία στιγμή μήπως εκείνη την στιγμή είχε βγει και είχε πάει σε άλλο βαγόνι με το καροτσάκι για να πουλήσει κάποια προϊόντα».
Δεν κρύβει ότι ο θάνατος του πατέρα του ήταν άδικος κάνοντας λόγο για δολοφονία… «Ο αδελφός μου έδωσε δείγμα για dna, πηγαίναμε στο νοσοκομείο, πηγαίναμε στον τόπο του δυστυχήματος και δεν παίρναμε καμία απάντηση. Ζούσαμε μέσα στην αγωνία. Μέχρι που ταυτοποιήθηκε και μας ενημέρωσαν ότι βρήκαν τη σορό. Εκεί έσβησαν όλα. Ο θάνατος του πατέρα μου και όλων αυτών των ανθρώπων ήταν άδικος. Δεν έφταιγε κανείς τους. Τους δολοφόνησαν, τους σκότωσαν. Δυστυχώς αυτή είναι η αλήθεια. Σε αυτή τη χώρα δυστυχώς βάζουμε ανεύθυνους ανθρώπους σε θέσεις τεράστιας ευθύνης.
Και ποιος τοποθέτησε αυτόν τον άνθρωπο σε αυτή τη θέση; Φταίνε όλοι ακόμα και σε ανώτατο επίπεδο. Όλοι έχουν ευθύνες. Για τις ψυχές όλων των ανθρώπων που χάθηκε να υπάρχει δικαίωση. Και τα μέτρα που αναγγέλθηκαν δεν απαλύνουν τον πόνο μας. Οι άνθρωποι μας δεν γυρίζουν πίσω. Δικαίωση πρέπει να έρθει. Όσοι ευθύνονται να τιμωρηθούν. Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος οικογενειάρχης, χαμογελαστός και ήταν στην καλύτερη φάση της ζωής του. Χαιρόταν με την κόρη μου, την εγγονή του και ήταν το φάρμακο του».