Νέες μελέτες δείχνουν ότι τα βακτήρια του εντέρου ίσως να είναι υπεύθυνα για το υπερβολικό σωματικό βάρος και ότι μια διατροφή με προβιοτικά μπορεί να βοηθήσει στην απώλεια των περιττών κιλών. Ιδού ποια είναι τα επιστημονικά δεδομένα μέχρι σήμερα.
Η προβιοτική δίαιτα έγινε δημοφιλής όταν οι επιστήμονες άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι βακτήρια που ζουν στο ανθρώπινο έντερο καθορίζουν πολλές πλευρές της υγείας μας. Έχουμε μέσα μας τόσο καλά όσο και και κακά βακτήρια τα οποία συνιστούν τη λεγόμενη «χλωρίδα του εντέρου». Τα καλά βακτήρια είναι αυτά που εμποδίζουν τα παθογόνα βακτήρια να πολλαπλασιαστούν και να κυριαρχήσουν στο εντερικό οικοσύστημα. Αν κάτι τέτοιο συμβεί, μπορεί να προκύψουν μολύνσεις, χρόνιες ασθένειες, και παραπανίσια κιλά.
Υπολογίζεται ότι υπάρχουν 100 τρισεκατομμύρια βακτήρια στο έντερο μας (κυρίως στο παχύ έντερο) τα οποία ζυγίζουν περίπου 2 κιλά ενώ εμείς οι ίδιοι αποτελούμαστε μόνο 10 τρισεκατομμύρια κύτταρα – αρχίστε λοιπόν να σκέφτεστε τον εαυτό σας στον πληθυντικό αριθμό. Δεν ξέρουμε ακριβώς πόσα είδη μικροοργανισμών έχουμε μέσα μας, ίσως να είναι πάνω από 400, αλλά πιθανότατα το 99% προέρχεται από 30-40 είδη. Το σίγουρο είναι ότι δεν υπάρχουν τα ίδια είδη μικροβίων σε κάθε άνθρωπο. Η κοινότητα των βακτηρίων σταθεροποιείται όταν είμαστε 3 χρονών αλλά και μετά από αυτή την ηλικία μπορούν να εισαχθούν νέα βακτήρια, αν βέβαια βρουν χώρο. Τα βακτήρια μπορεί να αλλάξουν με τη διατροφή μας και βέβαια ύστερα από λήψη αντιβιοτικών τα οποία όπως είναι γνωστό εξοντώνουν ένα μεγάλο μέρος τους.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι τα βακτήρια του εντέρου επηρεάζουν την υγεία μας με πολλούς τρόπους. Σε μια μελέτη, Ολλανδοί επιστήμονες μετέφεραν βακτήρια του εντέρου από υγιείς άνδρες σε άλλους που έπασχαν από μεταβολικό σύνδρομο, μια πάθηση κατά την οποία η ινσουλίνη δεν λειτουργεί όπως πρέπει. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξει εντυπωσιακή βελτίωση στους ασθενείς κάτι που δείχνει ότι τα βακτήρια επηρεάζουν το μεταβολισμό. Μπορεί να μοιάζει ταπεινή η διαπίστωση ότι η χλωρίδα του εντέρου καθορίζει κρίσιμες πλευρές της υγείας μας αλλά αυτή η σκέψη είναι σήμερα από τις πιο πρωτοποριακές ανάμεσα σε γιατρούς και διατροφολόγους.
Όταν λέμε προβιοτικά εννοούμε τα βακτήρια που βελτιώνουν τη μικροβιακή ισορροπία του εντέρου. Για να να χαρακτηριστεί ένα βακτήριο ως προβιοτικό υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις εκ των οποίων η πιο σημαντική είναι έχει θετική επίδραση στην υγεία. Πρέπει επίσης στο προβιοτικό τρόφιμο το βακτήριο να είναι παρόν σε ικανοποιητικές ποσότητες με τη μορφή ζωντανών κυττάρων –μια πολύ καλή δοσολογία είναι πάνω από 10 εκατομμύρια βακτήρια ανά γραμμάριο προϊόντος. Τέλος, πρέπει το βακτήριο να είναι σταθερό και να παραμένει ζωντανό μέχρι την ημερομηνία λήξης του προϊόντος στο οποίο βρίσκεται.
Τα προβιοτικά υπάρχουν κυρίως στα γαλακτοκομικά προϊόντα (γιαούρτια, όξινα γάλατα, τυριά, κεφίρ) αλλά και σε άλλα προϊόντα όπως σ’ αυτά της σόγιας που έχουν υποστεί ζύμωση (μίσο, tempeh) στο ψωμί από μαγιά καθώς και σε τουρσιά όπως είναι οι πίκλες και στο kimchi. Τα πιο γνωστά προβιοτικά ανήκουν σε δύο γένη: στους λακτοβάκιλλους ή γαλακτικά βακτήρια (εγκαθίστανται κυρίως στο λεπτό έντερο) και ταμπιφιδοβακτήρια (βρίσκονται κυρίως στο παχύ έντερο).
Γιατί τα αντιβιοτικά μας παχαίνουν
Οι μελέτες δείχνουν ότι μια λάθος «φάρμα» βακτηρίων στο έντερο μπορεί να μας οδηγήσει σε παραπανίσια κιλά ακόμα και όταν η πρόσληψη των θερμίδων μας είναι κανονική. Το πως συμβαίνει αυτό αποτελεί για την ώρα ένα μυστήριο αλλά φαίνεται ότι ορισμένα βακτήρια του εντέρου μπορούν να επηρεάσουν το ανοσοποιητικό σύστημα, το οποίο με τη σειρά του προκαλεί μια χρόνια φλεγμονή που καταλήγει σε αύξηση του βάρους. Η ιατρική έρευνα οδηγήθηκε προς αυτή τη κατεύθυνση όταν έγινε αντιληπτό ότι τα αντιβιοτικά, τα οποία σκοτώνουν τα βακτήρια, έχουν την παρενέργεια να αυξάνουν το σωματικό βάρος.
Είναι γνωστό ότι τα αντιβιοτικά παχαίνουν. Πρόκειται για ένα πείραμα που διεξάγεται εδώ και 60 χρόνια στις κτηνοτροφικές μονάδες. Μικρές δόσεις αντιβιοτικών αυξάνουν το βάρος των ζώων και έτσι οι κτηνοτρόφοι αποκομίζουν περισσότερα κέρδη. Το γιατί συμβαίνει αυτό ήταν μέχρι πρόσφατα άγνωστο αλλά τώρα ξέρουμε ότι οφείλεται στο γεγονός ότι τα αντιβιοτικά αλλάζουν τη χλωρίδα του εντέρου. Όταν οι ερευνητές έδωσαν σε νεογέννητα ποντικάκια χαμηλές δόσεις πενικιλίνης, ανάλογες με αυτές που δίνονται στα ζώα των κτηνοτροφικών μονάδων, τα πειραματόζωα έγιναν έως 10% ογκωδέστερα και απέκτησαν διπλάσιο πάχος από το κανονικό μέσα σε 30 εβδομάδες.
Η μελέτη έδειξε ότι τα αντιβιοτικά είχαν άλλαξαν τη σύνθεση των μικροοργανισμών στο έντερο των ποντικιών. Στη συνέχεια, οι επιστήμονες μετέφεραν ένα μέρος της εντερικής χλωρίδας των ποντικών που είχαν λάβει αντιβιοτικά, σε ποντίκια που είχαν μεγαλώσει σε αποστειρωμένο περιβάλλον και το έντερο τους ήταν τελείως καθαρό από μικρόβια. Μέσα σε πέντε εβδομάδες, η ομάδα των «καθαρών» ποντικιών είχε παχύνει κατά 35%. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπεύθυνες για την αύξηση του βάρους τους ήταν οι αποικίες των μικροοργανισμών που είχαν διαμορφωθεί στην πρώτη ομάδα των ποντικιών, μετά την λήψη των αντιβιοτικών.
Όλα δείχνουν ότι αυτό που συμβαίνει στα ποντίκια συμβαίνει και στους ανθρώπους. Μία έρευνα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Κοπεγχάγης παρακολούθησε 28.000 μωρά και διαπίστωσε ότι αυτά που πήραν αντιβιοτικά τους πρώτους 6 μήνες της ζωής τους είχαν περισσότερες πιθανότητες να είναι υπέρβαρα στην ηλικία των 7 ετών, έστω κι αν η μητέρα τους είχε κανονικό βάρος. Η εξήγηση που έδωσαν οι επιστήμονες είναι ότι τα αντιβιοτικά άλλαξαν τη σύνθεση των βακτηρίων του εντέρου στα παιδιά
Πολλοί μάλιστα λένε ότι για την έκρηξη της παχυσαρκίας μετά το 1970 ευθύνονται τα αντιβιοτικά τα οποία δίνονται στα ζώα και φτάνουν στο πιάτο μας -π.χ. από το κρέας ή το γάλα- ως κατάλοιπα. Αυτές οι μικρές δόσεις αντιβιοτικών που λαμβάνουμε από μικρά παιδιά μέσω της διατροφής μάς έχουν αλλάξει την εντερική χλωρίδα που διαφορετικά θα είχαμε και μας προσθέτουν κιλά. Μία μελέτη υπολειμμάτων ανθρωπίνων περιττωμάτων ηλικίας 1.400 έως 3.000 ετών που ελήφθησαν από μούμιες επιβεβαιώνει ότι διαχρονικά η μικροβιακή χλωρίδα στο έντερο των ανθρώπων έχει αλλάξει σημαντικά.
Αδυνάτισμα χωρίς λιγότερες θερμίδες
Το ερώτημα είναι αν μπορούμε να αδυνατίσουμε στοχεύοντας την εντερικής μας χλωρίδα, δηλαδή αλλάζοντας τα βακτήρια του εντέρου. H απάντηση είναι μάλλον ναι και βασίζεται στην κλινική έρευνα.
Όταν σε μια μελέτη οι ερευνητές έδωσαν σε ποντίκια με γενετική προδιάθεση για παχυσαρκία μια διατροφή γεμάτη ζάχαρη και λίπος, αυτά κέρδισαν γρήγορα κιλά. Την ίδια στιγμή, μια δεύτερη ομάδα πειραματόζωων, με την ίδια προδιάθεση για παχυσαρκία και παχυντική διατροφή, κατανάλωναν τρεις μερίδες την εβδομάδα ένα γιαούρτι που περιείχε ένα συγκεκριμένο προβιοτικό βακτήριο, το Lactobacillus reuteri, και διατήρησαν το κανονικό τους βάρος. Για να είναι σίγουροι οι επιστήμονες για το τι προστάτεψε τα ποντίκια της δεύτερης ομάδας από το να πάρουν βάρος, επανέλαβαν το πείραμα και χορήγησαν στα ζώα το μικρόβιο στο νερό τους. Και αυτή τη φορά, τα ποντίκια που έλαβαν το Lactobacillus reuteri δεν εμφάνισαν παχυσαρκία παρότι ακολουθούσαν την παχυντική διατροφή.
Οι άνθρωποι φυσικά δεν είναι ποντίκια και το ερώτημα είναι αν τα προβιοτικά μπορούν να προφυλάξουν κι αυτόν από τη αύξηση του βάρους. Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι τα περιττά κιλά μπορούν να χαθούν, τουλάχιστον σε κάποιους ανθρώπους, αν μεταβληθεί η χλωρίδα του εντέρου.
Μια περίπτωση καταγράφηκε από ερευνητές της Σαγκάης, όταν παρατήρησαν ότι ένας ασθενής έχασε 28 κιλά σε εννέα εβδομάδες καταφεύγοντας σε μια παραδοσιακή κινεζική διατροφή με προβιοτικά. Πιο πρόσφατα, Ιάπωνες ερευνητές χώρισαν σε τρεις ομάδες 210 υπέρβαρους ανθρώπους. Δύο από τις ομάδες κατανάλωναν το προβιοτικό Lactobacillus gasseri για το οποίο υπάρχουν ενδείξεις ότι προκαλεί απώλεια κιλών. Πράγματι, μετά από τρεις μήνες τα άτομα αυτά έχασαν το 8-9% του κοιλιακού τους λίπους, χωρίς να κάνουν δίαιτα. Οι ανατολικοί ερευνητές εμπνέεται από την πεποίθηση ότι το έντερο αποτελεί τα θεμέλια της ανθρώπινης υγείας και ελπίζουν να εντοπίσουν τα βακτήρια του εντέρου που προκαλούν ή εμποδίζουν την παχυσαρκία στις μελλοντικές μελέτες τους.
Ο μηχανισμός με τον οποίο τα προβιοτικά δημιουργούν μια «ασπίδα» προστασίας κατά των περιττών κιλών είναι υπό διερεύνηση. Εδώ και δεκαετίες υπάρχει η υποψία είναι ότι τα το παραπανίσιο βάρος δεν αποκτάται μόνο εξαιτίας των πολλών θερμίδων αλλά μιας χρόνιας φλεγμονής που υποβόσκει στον οργανισμό.
Τα βακτήρια δεν επιδρούν άμεσα στο σωματικό βάρος αλλά αλλάζουν τη συμπεριφορά του ανοσοποιητικού συστήματος. Στην περίπτωση που έχουμε τα λάθος βακτήρια μέσα μας, το ανοσοποιητικό σύστημα προκαλεί στο σώμα μια διαρκή φλεγμονή χαμηλής έντασης με αποτέλεσμα να αυξάνεται όχι μόνο η πιθανότητα της παχυσαρκίας αλλά και ο διαβήτης τύπου 2 ακόμα και ο κίνδυνος για καρκίνο.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι παθήσεις αυτές είναι συνδεδεμένες με το ανοσοποιητικό σύστημα. Η σκέψη είναι ότι τα προβιοτικά μικρόβια ενεργοποιούν ορισμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος τα οποία σπάζουν τον “φαύλο κύκλο” της φλεγμονής που προκαλεί τα μεταβολικά νοσήματα όπως είναι η παχυσαρκία.
Παρενέργειες και συμπληρώματα διατροφής
Οι ιατρικοί ερευνητές, ενθουσιασμένοι με την έρευνά τους γύρω από τα βακτήρια του εντέρου, θεωρούν ότι μπορεί να ανακαλυφθούν πολλά και εκπληκτικά πράγματα που μέχρι τώρα δεν γνωρίζουμε. Συγκρατούν όμως την αισιοδοξία τους γιατί δεν θέλουν τα προβιοτικά να αποτελέσουν προϊόντα του μάρκετινγκ πριν δείξουν οι μελέτες τα οριστικά οφέλη. Τα ερωτήματα είναι πολλά: Μπορεί κάποιος να χάσει κιλά με μια γενική προβιοτική διατροφή ή θα πρέπει να στοχεύσει σε συγκεκριμένα βακτήρια; Ποια ακριβώς είναι τα προβιοτικά που προκαλούν απώλεια κιλών; Συγκεκριμένες απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα δεν υπάρχουν.
Ένας άλλος λόγος για τη συγκρατημένη αισιοδοξία είναι ότι δεν έχουν διερευνηθεί σε ικανοποιητικό επίπεδο οι τυχόν παρενέργειες των προβιοτικών. Είναι γνωστό ότι τα προβιοτικά αντενδείκνυνται σε ασθενείς με ανοσοκοαταστολή και σε ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης μετά το χειρουργείο. Άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό πρέπει να αποφεύγουν τέτοιου είδους τροφές διότι ακόμα και ο γαλακτοβάκιλλος casei που είναι ένα καλό βακτήριο αντιμετωπίζεται ως εχθρός από το ανοσοποιητικό σύστημα και σε κάποιες περιπτώσεις είναι δυνατόν να προκαλέσει σηψαιμία.
Ένα άλλο ερώτημα αφορά το ποια πρέπει να είναι η καθημερινή λήψη προβιοτικών ώστε να υπάρχει αποτέλεσμα. Ορισμένοι ερευνητές έχουν αμφισβητήσει την ιδέα ότι ένα προβιοτικό γιαουρτάκι την ημέρα μπορεί να έχει ουσιαστικό όφελος. Ακόμα και όταν τα προβιοτικά επιβιώνουν των οξέων του στομάχου και φτάνουν τελικά στο έντερο, τα 2 εκατομμύριο βακτήρια που περιέχονται σε ένα γιαούρτι είναι λίγα για να έχουν αντίκτυπο στα 100 τρισεκατομμύρια που ζουν στην εντερική χλωρίδα. Ορισμένοι θεωρούν ότι πρέπει η καθημερινή λήψη των προβιοτικών να είναι τουλάχιστον 1 δισεκατομμύριο την ημέρα ή ακόμα και 10 δισεκατομμύρια.
Καθώς φαίνεται ότι χρειάζεται μια μεγάλη αλλαγή στη διατροφή, ανοίγεται πεδίον δόξης λαμπρό για τα συμπληρώματα διατροφής, για το οποία όμως οι επιστήμονες είναι επιφυλακτικοί. Όταν κάτι γίνεται αντικείμενο εμπορικής εκμετάλλευσης τα πράγματα στο τέλος δεν πηγαίνουν καλά. Είναι επίσης γνωστό ότι δεν είναι «σοβαρές» όλες οι εταιρείες που εισέρχονται στο χώρο των συμπληρωμάτων. Κάποιες προσπαθούν να εκμεταλλευτούν μια καινούργια ιδέα για βγάλουν γρήγορο κέρδος προβάλλοντας ισχυρισμούς που δεν είναι τεκμηριωμένοι.
Ακόμα χειρότερα, οι έρευνες δείχνουν ότι μερικά συμπληρώματα διατροφής – στο χώρο της δίαιτας– δεν περιέχουν καν τα συστατικά που αναγράφουν, ή περιέχουν συστατικά που δεν αναγράφουν. Αυτό συμβαίνει διότι ο χώρος των συμπληρωμάτων διατροφής δεν ελέγχεται στενά από τους κρατικούς οργανισμούς όπως συμβαίνει π.χ. με τα φάρμακα. Μια πρόσφατη αμερικανική μελέτη ανέλυσε το περιεχόμενο 25 προβιοτικών συμπληρωμάτων που κυκλοφορούν στην αγορά και τα αποτελέσματα δεν εξέπληξαν: τo 30% εξ’ αυτών περιείχαν λιγότερο από το 1% της ποσότητας των προβιοτικών βακτηρίων που ανέγραφαν στην ετικέτα τους.
Πηγή: healthyliving.gr