Για πρώτη φορά μια έρευνα διαπιστώνει την επίδραση που έχει η κατανάλωση καφέ στη μείωση της πιθανότητας επανεμφάνισης καρκίνου του εντέρου μετά από θεραπεία.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Τσαρλς Φουξ, διευθυντή του Κέντρου Γαστρεντερικού Καρκίνου του Αντικαρκινικού Ινστιτούτου Ντέινα-Φάρμπερ, που έκαναν τη δημοσίευση στο περιοδικό κλινικής ογκολογίας «Journal of Clinical Oncology», μελέτησαν σχεδόν 1.000 καρκινοπαθείς, που είχαν όλοι υποβληθεί σε χειρουργική αφαίρεση όγκου και σε χημειοθεραπεία για καρκίνο εντέρου στο τρίτο στάδιο.
Όσοι ασθενείς έπιναν τουλάχιστον τέσσερις καφέδες τη μέρα (460 mg καφεΐνης), είχαν το μεγαλύτερο όφελος, καθώς είχαν κατά μέσο όρο 42% μικρότερη πιθανότητα να εμφανίσουν υποτροπή της νόσου, σε σχέση με όσους ασθενείς δεν έπιναν καθόλου καφέ. Επίσης, είχαν 33% μικρότερη πιθανότητα να πεθάνουν από καρκίνο ή οποιαδήποτε άλλη αιτία. Δύο έως τρεις καφέδες τη μέρα είχαν μικρότερο όφελος, ενώ σχεδόν αμελητέο ήταν το όφελος με ένα καφέ ημερησίως ή λιγότερο.
Στην περίπτωση του καρκίνου του εντέρου, οι περισσότερες περιπτώσεις υποτροπής συμβαίνουν μέσα σε μια πενταετία μετά τη θεραπεία και είναι πολύ ασυνήθιστες αργότερα. Στους ασθενείς τρίτου σταδίου, ο καρκίνος έχει φθάσει στους λεμφαδένες κοντά στον αρχικό όγκο, αλλά δεν υπάρχουν άλλες μεταστάσεις. Στους ασθενείς αυτούς, η πιθανότητα επανεμφάνισης της νόσου είναι περίπου 35%.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι προς το παρόν δεν μπορεί να γίνει κάποια σύσταση για καθημερινή κατανάλωση καφέ, έως ότου τα ευρήματα της μελέτης επιβεβαιωθούν από κάποια άλλη. Η νέα έρευνα έρχεται να προστεθεί πάντως σε άλλες πρόσφατες μελέτες, που δείχνουν ότι ο καφές μπορεί να έχει προστατευτική δράση έναντι αρκετών ειδών καρκίνου, όπως μαστού, μελανώματος, ήπατος και προστάτη.
Ο Φουξ διευκρίνισε ότι η προστατευτική δράση του καφέ δεν αφορά τον ντεκαφεϊνέ, αν και, όπως είπε, δεν είναι σαφές γιατί η καφεΐνη φαίνεται να δρα προστατευτικά για το έντερο.
Επειδή ο καφές έχει διαπιστωθεί ότι μειώνει τον κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2, αυτό βοηθά έμμεσα στην περίπτωση του καρκίνου του εντέρου. Μια πιθανότητα είναι ότι η συχνή κατανάλωση καφεΐνης αυξάνει την ευαισθησία του σώματος στην ινσουλίνη, με αποτέλεσμα ο οργανισμός να χρειάζεται λιγότερη από την εν λόγω ορμόνη. Αυτό, με τη σειρά του, μειώνει τη χρόνια φλεγμονή, η οποία αποτελεί παράγοντα κινδύνου τόσο για διαβήτη όσο και για καρκίνο.