Στην πολυσύχναστη καρδιά της Αθήνας, υπήρχε ένα καφέ που ξεπερνούσε τα συνηθισμένα. Αυτό ήταν το Λέντζος, ένα όνομα που έγινε συνώνυμο του καλύτερου φραπέ στην Ελλάδα.
Η συνταγή για αυτό το απαράμιλλο ρόφημα παρέμεινε για χρόνια επτασφράγιστο μυστικό, τροφοδοτώντας αστικούς μύθους και εικασίες. Οι άνθρωποι ψιθύριζαν για μυστηριώδη συστατικά όπως κρέμα γάλακτος, αυγό, μπέικιν πάουντερ, ακόμα και μαρέγκα.
Ο φραπές του Λέντζου δεν ήταν απλώς ένα ρόφημα, ήταν μια εμπειρία. Πυκνό και φαινομενικά ατελείωτο, κάθε γουλιά έμοιαζε να αναπληρώνεται μαγικά, αψηφώντας τον πάτο του ποτηριού. Έμοιαζε περισσότερο με σνακ, μια πλούσια και γευστική απόδραση που έκανε τους ντόπιους να επιστρέφουν για περισσότερο.
Το μυστικό της ακαταμάχητης γοητείας του;
Μια γενναία δόση καφέ και ζάχαρης, που αναμειγνύονται δυνατά σε ένα μεγάλο γυάλινο μπλέντερ, όχι πλαστικό. Αυτή η τεχνική, απλή αλλά αποτελεσματική, ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος της πλούσιας και κρεμώδους υφής του φραπέ.
Από το πρωινό άνοιγμά του στις 5 π.μ. μέχρι τις βραδινές ώρες 2-3 π.μ., ο Λέντζος σέρβιρε εκατοντάδες καφέδες καθημερινά σε μια διαφορετική πελατεία, συμπεριλαμβανομένων των αστυνομικών που ξυπνούσαν νωρίς, των οδηγών του ΕΚΑΒ, των μαθητών και των ανθρώπων όλων των ηλικιών και καταβολών. Έγινε ένα βασικό σημείο συνάντησης, ιδιαίτερα δημοφιλές μεταξύ της ομάδας μπάσκετ του Παγκρατίου στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές της δεκαετίας του ’90.
Ο Χρήστος Λέντζος έγινε πιο διάσημος και από τον εφευρέτη του εθνικού ροφήματος, Δημήτρη Βακόνδιο, που το δημιούργησε για πρώτη φορά το 1957. Ξεκινώντας ως πολυτελές ζαχαροπλαστείο το 1964, ο Λέντζος πειραματίστηκε μια μέρα με διαφορετικές δόσεις καφέ και έπεσε πάνω στη φόρμουλα που θα έκανε το καφέ του θρύλο. Ο φραπές στο Λέντζο δεν ήταν απλώς ένα ρόφημα, ήταν ένας θεσμός, ένα κομμάτι του πολιτιστικού ιστού της Αθήνας.
Παρά τις φήμες, δεν υπήρχαν μυστικά συστατικά. Η μαγεία βρισκόταν στην άφθονη χρήση καφέ και ζάχαρης και στη σχολαστική διαδικασία ανάμειξης. Κάθε καφές έβγαινε γλυκός από το μπλέντερ και για όσους προτιμούσαν μια πιο ήπια γεύση, ο Λέντζος πρόσθετε μια επιπλέον κουταλιά καφέ από πάνω, γνωστή ως «καπάκι», για να μειώσει τη γλυκύτητα.