Ο Αλέξανδρος Ρήγας βρέθηκε καλεσμένος σήμερα Δευτέρα 17/6 στην εκπομπή Πρωινό Σουσου. Ο σεναριογράφος – σκηνοθέτης και ηθοποιός, που σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, απ’ όπου αποφοίτησε το 1989, έχει γράψει τις επιτυχίες: Ντόλτσε Βίτα, Δύο ξένοι, Το κόκκινο δωμάτιο, Οι στάβλοι της Εριέτας Ζαΐμη, Η τούρτα της μαμάς, Η Ελίζα και οι άλλοι και Τι ψυχή θα παραδώσεις μωρή.
Τα τελευταία ωστόσο χρόνια απέχει από τα φώτα της δημοσιότητας και γενικά την τηλεόραση, έχοντας στρέψει το ενδιαφέρον του στο θέατρο. Βέβαια, την σεζόν 2020-2021 και 2021-2022 συμμετείχε και έγραψε την σειρά Η τούρτα της μαμάς μαζί με τον Δημήτρη Αποστόλου.
Η εμφάνιση του Αλέξανδρου Ρήγα στην εκπομπή Πρωινό Σουσου
Με το που μπήκε στο πλατό της εκπομπής του OPEN, η Ελένη Τσολάκη έμεινε άφωνη με την εμφάνιση του. Ο Αλέξανδρος Ρήγας έχει αδυνατίσει αρκετά τα τελευταία χρόνια, με την εμφάνιση του να είναι διαφορετική.
«Μα, κάθε φορά που σε βλέπω, είσαι και πιο αδύνατος. Πώς τα καταφέρνεις;», τον ρώτησε η παρουσιάστρια με τον ίδιο να απαντάει «Πώς τα καταφέρνω; Τρέξιμο δεν έχω πολύ, αλλά είναι φυσιολογικό με τις παραστάσεις τώρα».
Μεταξύ άλλων, μίλησε για το political correct στη μυθοπλασία, λέγοντας «Πιστεύω ότι από την στιγμή που κάνεις μυθοπλασία είναι απολύτως φυσιολογικό να έχεις θετικούς και αρνητικούς ήρωες και οι δεύτεροι πρέπει να έχουν αρνητική φορά λόγου για να υπάρχει αντιπαράθεση των ρόλων και έτσι ώστε η νέα γενιά να εκπαιδευτεί. Η δική μου γενιά είχε εκπαιδευτεί στο κακό. Στο σχολείο το ξύλο ήταν νομιμοποιημένο. Η στάση των χεριών όπου ο δάσκαλος με τη βέργα έδερνε ήταν και εξευτελιστικό».
Επίσης, δεν δίστασε να αποκαλύψει το καστ της επιστροφής της σειράς Τι ψυχή θα παραδώσει μωρή: «Λένα Ουζουνίδου, Μαρία Λεκάκη, Παναγιώτα Βλαντή και Βασιλική Ανδρίτσου. Είμαστε στο στάδιο της προετοιμασίας, εύχομαι να γίνει κάτι που να αρέσει στο κοινό».
H Έλενα Αθανασοπούλου ήταν καλεσμένος στο Πρωινό Σουσού και μίλησε στην Ελένη Τσολάκη για την καταγγελία της για βιασμό από γνωστό σκηνοθέτη και την αθώωση του σκηνοθέτη.
Η Έλενα Αθανασοπούλου ανέφερε:
«Είμαι πιο δυνατή από ποτέ, ήταν ψυχοφθόρα η διαδικασία. Είμαι ένα άλλο κορίτσι, ξεκιναώ μαι νέα ζω κι έχω σύμμαχό μου τη δύναμη. Δεν θα κρίνω την απόφαση, θα πω ότι μια δικαστική αλήιεια, δεν είναι πάντα η αλήθεια. Ο μεγαλύτερος και πιο δίκαιος κριτής των πάντων είναι μόνο ο Θεός. Θα κριθούμε όλοι από τον Θεό. Δεν έχουμε το αλάθητο».
Και πρόσθεσε: «Ούτε εγώ ξέρω που βρήκα τη δύναμη να το κάνω όλο αυτό. Όταν ξεκίνησε το metoo περίμενα να ακούσω το όνομα του συγκεκριμένου ανθρώπου και το συζητούσα με τις φίλες μου. Δεν το άκουσα, οπότε είπα ότι αν βγω και το πω, θα πουν ποιο είναι το κοριτσάκι και τι θέλει. Από το 2008 εργαζόμουν στον χώρο, δεν ήμουν τηλεοπτικά γνωστή, αλλά είχα κάνει πράγματα, όμως δεν με καθιστούσαν πρωταγωνίστρια. Δεν άκουσα το όνομά του και το έθαψα ξανά μέσα μου…».
Και συνέχισε λέγοντας: «Δεν φοβόμουν γιατί είχα μπει σε mood τεράστιας έντασης. Μου έφταιγαν οι πάντες, νόμιζα ότι ήμουν γυναίκα ακλόνητη, μου είχε περάσει από το μυαλό μήπως κάποιος με ξυλοκοπήσει. Η μητέρα μου ήταν η πρώτη που το έμαθα και ήταν λίγο “ωχ που πας να μπλέξεις τώρα”. Εμένα δεν με σταμάταγε κανείς. Δεν άκουγα τίποτα. Ένιωθα οργή. Μετά έμαθα κι άλλα περιστατικά. Έλαβα μηνύματα κι από άλλες κοπέλες… Τελευταίος το έμαθε ο πατέρας μου. Το βίωσε τρεις φορές χειρότερα. Του κόπηκαν τα πόδια, μου λέει “γιατί δεν μου είπες τίποτα;. Κάνε ό,τι θέλεις, είμαι δίπλα σου, σε στηρίζω”. Ο πατέρας μου είναι ο πιο διαλυμένος όλων».
Και τόνισε: «Έφαγα πάρα πολλή λάσπη. Έβγαιναν άνθρωποι χωρίς να με ξέρουν κι έλεγαν ότι έχω δόλο. Μου έριχναν κι από μια μαχαιριά. Μου είχε βγει όλο σε επίθεση. Τους έβλεπα όλους εχθρούς».
«Ηθικά νιώθω δικαιωμένη»
Και συμπλήρωσε: «Ο Θεός ο ίδιος να μου έλεγε σταμάτα θα του έλεγα, έλα πάμε μαζί. Ήθελα να δικαιωθώ. Δεν ήμουν μόνη μου,. υπήρξαν γυναίκες επώνυμες και ανώνυμες, χωρίς να με γνωρίζουν και ήρθαν μαζί μου, επειδή είχαν παρόμοια περιστατικά. Κάποιες τις συνάντησα τις μέρες της δίκης. Για να έρθω στην Αθήνα πήρα αγχολυτικά και με παρακολουθούσε ψυχολόγος. Με είχαν πιάσει φοβίες με την Αθήνα, ότι όλοι θα με φάνε».
«Ένιωθα ότι θα δικαιωθώ, γιατί το βούλευμα με δικαίωνε, ήταν καταπέλτης. Το ομόφωνα με τρόμαξε, αλλά δεν παρεμβαίνω στη δικαιοσύνη. Δικαιώθηκα ηθικά από τη στιγμή που γυναίκες με τεράστια καριέρα και όνομα, χωρίς να με γνωρίζουν με στήριξαν. Αν γύριζα τον χρόνο πίσω θα το ξανάκανα», υπογράμμισε.
«Κάποια στιγμή είπα ότι θέλω να πεθάνω, δεν θέλω να το ζήσω όλο αυτό. Έφυγα ενάμιση χρόνο στην Κρήτη. Εναντιώθηκα στον χώρο μου. Μας έλεγαν μίλα και μίλα και ένας δεν βγήκε να πει “σταματήστε, είναι καλό κορίτσι”. Ακόμα και φίλους τους έβλεπα εχθρούς. Κοιμόμουν αγκαλιά με την Παναγία όλο αυτό το διάστημα. Οι γυναίκες γίνονται πιστευτές μόνο όταν δολοφονούνται», είπε σε έντονο ύφος.
Και αποκάλυψε: «Δέχομαι ακόμα ψυχολογική υποστήριξη. Είχα περάσει κατάθλιψη τότε, ήθελα να βάλω τέλος στη ζωή μου μετά από αυτό που βίωσα. Ήμουν 21 ετών, όποιος με πλησίαζε νόμιζα ότι με κακοποιούσε».