Από τη δεκαετία του ’50 το στάνταρντ είναι να κόβεται ο ομφάλιος λώρος του μωρού αμέσως μόλις γεννηθεί. Ο λόγος που γίνεται αυτό είναι για να αποτραπεί η μετάδοση στο μωρό των φαρμάκων που δίνονται στη μητέρα για να αποτρέψουν την αιμορραγία.
Εφόσον όμως το φάρμακο έχει αντικατασταθεί από πιο ασφαλείς εναλλακτικές, η μαία Amanda Burleigh άρχισε να αναρωτιέται αν είχε κάποιο νόημα να συνεχίσουν να κόβουν αμέσως τον ομφάλιο λώρο. Ύστερα από αγώνα 10 ετών, κατάφερε επιτέλους να αλλάξει τα δεδομένα!
Ακολουθώντας το ένστικτό της, η Amanda υποπτεύθηκε ότι κόβωντας τον ομφάλιο λώρο ενώ δεν έχει σταματήσει η ροή αίματος σε αυτόν, στερεί από το νεογέννητο ζωτικά κύταρρα και θρεπτικά συστατικά που βρίσκονται στον πλακούντα. Όταν όμως παρουσίασε τη θεωρία της στους συναδέλφους της, την απέρριψαν ζητώντας της πραγματικά στοιχεία που θα μπορούσαν στηρίξουν τα λεγόμενά της. Και ευτυχώς τα βρήκε.
Με τη βοήθεια μιας ομάδας γιατρών, απέδειξε ότι αυτή η πρακτική όντως μπορεί να στερήσει από το μωρό το 1/3 από το αίμα του, ενώ επίσης αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης αναιμίας λόγω έλλειψης σιδήρου οδηγώντας έτσι σε καθυστέρηση γνωστικής μάθησης.
Παρόλες τις επικρίσεις από τους υπόλοιπους γιατρούς, το National Institute for Health and Care Excellence (NICE) άλλαξε τις κατευθυντήριες οδηγίες, απαγορεύοντας την αποκοπή του ομφαλίου λώρου τουλάχιστον για ένα λεπτό μετά τη γέννηση του παιδιού, φτάνοντας ακόμη και τα 5 λεπτά, εάν το ζητήσει η μητέρα.