Περίπου τα δύο τρίτα των αυτόματων αποβολών του πρώτου τριμήνου της κύησης οφείλονται σε μία πάθηση που λίγες γυναίκες γνωρίζουν από πριν ότι μπορεί να έχουν. Ο λόγος για την θρομβοφιλία, η οποία εφόσον εντοπιστεί εγκαίρως μπορεί να αντιμετωπιστεί, αυξάνοντας έτσι τις ελπίδες απόκτησης ενός υγιούς μωρού. Η πορεία μέχρι εκεί, όμως, δεν είναι εύκολη.
Τι είναι η θρομβοφιλία
Σύμφωνα με τον ιατρικό γενετιστή κ. Χρήστο Γιαπιτζάκη, η θρομβοφιλία είναι μία πολυπαραγοντική προδιάθεση για θρομβώσεις, με σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία περίπου του 15% του ελληνικού πληθυσμού. Αυτές μπορεί να είναι το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, το έμφραγμα μυοκαρδίου και η θρομβοφλεφίτιδα. Ωστόσο, σε πολλές γυναίκες, η θρομβοφιλία ευθύνεται και για τις αυτόματες αποβολές.
Πρόκειται κυρίως για κληρονομική πάθηση, η οποία σχετίζεται με την αυξημένη τάση του αίματος για πήξη. Όταν το αίμα πήζει, δημιουργούνται θρόμβοι, οι οποίοι μπορεί να φράξουν λίγο ή εντελώς ένα αιμοφόρο αγγείο. Ωστόσο, μπορεί να είναι και επίκτητη, δηλαδή να προκληθεί από κάποια δυσλειτουργία στο ανοσοποιητικό σύστημα που θα επιβαρύνει τον μηχανισμό πήξης του αίματος. Επίσης, μπορεί να προκύψει από άλλες παθήσεις, όπως ο διαβήτης, ο καρκίνος, η παχυσαρκία και η ακινησία.
Όπως χαρακτηριστικά απαριθμεί η γυναικολόγος κ. Μαρία Παπαδοπούλου, η θρομβοφιλία σε μία γυναίκα μπορεί να προκαλέσει: θρομβοφλεβίτιδα, στειρότητα, αποβολή ή ενδομήτριο θάνατο του εμβρύου, αποκόλληση πλακούντα, ενδομήτρια καθυστέρηση ανάπτυξης του εμβρύου ή και προεκλαμψία.
Η θρομβοφιλία στην εγκυμοσύνη
Μια γυναίκα, λοιπόν, η οποία έχει προδιάθεση για θρομβοφιλία, είναι πιθανό είτε να δυσκολευτεί πολύ να μείνει έγκυος, είτε αφού μείνει να έχει κάποιες από τις προαναφερθείσες επιπλοκές, καθώς κατά την κύηση τα υψηλά επίπεδα οιστρογόνων και η πίεση που ασκεί η διόγκωση της μήτρας στα αγγεία της κοιλιάς, μπορεί να αυξήσουν την πηκτικότητα στο αίμα. Το έμβρυο τότε κινδυνεύει, γιατί μπορεί να φράξουν τα αιμοφόρα αγγεία του πλακούντα και έτσι να μη λαμβάνει το απαραίτητο για την επιβίωσή του οξυγόνου, καθώς και τα θρεπτικά στοιχεία που θα συμβάλλουν στην ανάπτυξή του.
Ωστόσο, δεν πρέπει να σας πιάνει πανικός. Οι γυναικολόγοι επιβεβαιώνουν ότι η προδιάθεση στη θρομβοφιλία δεν σημαίνει ότι μια γυναίκα θα έχει σίγουρα επιπλοκές στην εγκυμοσύνη της ή ότι θα αποβάλει. Το σημαντικό είναι, αν τυχόν είχατε μία ή περισσότερες αποβολές, να υποβληθείτε άμεσα στις σχετικές εξετάσεις που θα συστήσει ο γυναικολόγος σας (μοριακός έλεγχος θρομβοφιλίας), οι οποίες όμως θα πρέπει να γίνουν τουλάχιστον 6 εβδομάδες μετά την τελευταία αποβολή. Ανάλογα με τα αποτελέσματα, η έγκυος θα λάβει την κατάλληλη εντατική θεραπεία για τη βέλτιστη λειτουργία του πλακούντα και έτσι θα μπορέσει να αποφευχθεί ο κίνδυνος.
Το είδος της αντιπηκτικής αγωγής που θα δοθεί στην γυναίκα ή η προφύλαξη κατά την διάρκεια της κύησης εξαρτάται από το αν πρόκειται για ασθενή χαμηλού, ενδιάμεσου ή υψηλού κινδύνου –κάτι που θα κριθεί από το ιστορικό, τις σχετικές εξετάσεις, καθώς και από την ασφάλεια του αντιπηκτικού. Στις περισσότερες περιπτώσεις, πάντως, η αγωγή πρέπει να διακοπεί 24 ώρες πριν την πρόκληση του τοκετού ή την προγραμματισμένη καισαρική. Αν τυχόν προκύψει αυτόματος τοκετός, η γυναίκα θα λάβει ειδικά φάρμακα που θα την προφυλάξουν από την αιμορραγία –στην περίπτωση αυτή, όμως, απαγορεύεται η επισκληρίδιος αναισθησία. Μετά τον τοκετό, ο γιατρός θα αποφασίσει αν θα χρειαστεί να συνεχιστεί για κάποιο διάστημα η χορήγηση της αγωγής.
Πηγή: mama365.gr