Πανελλήνιος θρήνος για τη Ντίνα Μαρούδα: Η απόφαση που σημάδεψε τη ζωή της και η στιγμή που αποσύρθηκε από τα φώτα

Νίτσα Μαρούδα: Το βαπτιστικό της όνομα ήταν Ελένη και ήταν μία από τις πιο χαρισματικές και όμορφες δευτεραγωνίστριες της γενιάς της. Η ίδια συνήθως έπαιρνε χαριτωμένους ρόλους μιας αθώας νεαρής κοπέλας και άφησε το δικό της λιθαράκι στον ελληνικό κινηματογράφο. Η είδηση του θανάτου της σκόρπισε θλίψη στους οικείους της και στο πανελλήνιο.

Νίτσα Μαρούδα: Η μεγάλη απόφαση

Η πιο χαριτωμένη δευτεραγωνίστρια ηθοποιός της δεκαετίας του ’60 στο ελληνικό σινεμά, η Νίτσα Μαρούδα, 40 χρόνια μετά την δήλωσή της ότι αποφάσισε να ξεκουραστεί, έριξε οριστικά την αυλαία της ζωής της.

Η Νίτσα Μαρούδα πήρε, στη δεκαετία του 80, μια μεγάλη απόφαση, στην οποία έμεινε πιστή μέχρι τέλους. Να φύγει από το καλλιτεχνικό προσκήνιο, αφήνοντας ουσιαστικά χώρο στον γαμπρό της, τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Ο ανερχόμενος τότε αστέρας της πολιτικής σκηνής και μετέπειτα πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, είχε παντρευτεί την Ιωάννα, την κόρη της Νίτσας Μαρούδα η οποία σκέφτηκε ότι καλό ήταν να αποσυρθεί από τη δημόσια ζωή, για αρχίσει χωρίς περιττά σχόλια, συνδέσεις και παραλληλισμούς τη ζωή της, η οικογένεια της κόρης της. Κι έτσι έγινε.Ευτυχώς, επί τουλάχιστον 22 χρόνια ως τότε η Ελένη Μαρούδα είχε φροντίσει να χτίσει σημαντική καριέρα στο σινεμά, κατακτώντας το κοινό με τα αθώα της μάτια και το ερωτικό της πρόσωπο.

Νίτσα Μαρούδα: Η καριέρα

Η Ελένη (Νίτσα) Μαρούδα, γεννήθηκε στην Πάτρα, το 1935. Έπαιξε σε πολλές ταινίες τις δεκαετίες του 60′ και του 70′ της λεγόμενης χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου. Σπούδασε ηθοποιία στη σχολή μουσικού θεάτρου Θεοφανίδη. Η πρώτη της ταινία στο σινεμά ήταν το “Αγρίμι” του Κώστα Καραγιάννη το 1960, και έπαιξε συνολικά σε 37 ταινίες δίπλα σε όλα τα ιερά τέρατα του ελληνικού κινηματογράφου της εποχής. Τελευταία της ταινία ήταν το 1980 το «Υποψήφιοι βουλευτές και βουλευτίνες» και τελευταία εμφάνιση της στην τηλεόραση της Υ.Ε.Ν.Ε.Δ. το 1982 στην σειρά Κομμωτήριο – Ιστορίες του σεσουάρ. Έχει μείνει χαρακτηριστική η ατάκα της στην ερώτηση «Θέλετε ένα περγαμόντο;», στην ταινία «Δεσποινίς Διευθυντής».
Παντρεύτηκε τον Συμεών Κολοκοτά, με τον οποίον απέκτησε την κόρη της Ιωάννα, την σύζυγο του Βαγγέλη Μεϊμαράκη.

Νίτσα Μαρούδα: Οι ρόλοι της ξανθιάς και ο λόγος που αποσύρθηκε

Συνήθως έπαιζε ρόλους μιας αφελούς, αλλά εντυπωσιακής ξανθιάς, η οποία ήταν και τσαχπίνα και σέξι. Στην καριέςρα της υπήρξε εργατική και υπηρέτησε πιστά τους ρόλους της. Το αποτέλεσμα ήταν να γίνει γρήγορα αναγνωρίσιμη και από τους γνωστούς ηθοποιούς συνεργάτες της θρυλικής Finos Film.

Η απόφασή της να σταματήσει τις δημόσιες εμφανίσεις ήταν το δεύτερο μεγάλο χαρακτηριστικό (μετά τους ρόλους της) της ζωής της. «Αποτραβήχτηκα ολοκληρωτικά όταν η κόρη μου παντρεύτηκε τον Βαγγέλη και άνοιξε το δικό της σπιτικό. Ήθελα να ξεκουραστώ. Από 22 ετών δούλευα συνεχώς. Έπαιξα πολύ και στο “Ακροπόλ” και στην “Copa Campana” και σε πολλά άλλα θέατρα», είχε πει για εκείνη την απόφαση. Αργότερα την ρώτησαν πώς περνάει τη ζωή της μακριά από δημοσιότητα και κάμερες. «Δεν πηγαίνω πουθενά. Αποφεύγω τα πάντα, γιατί δεν με ενδιαφέρει αυτό το κομμάτι που λέγεται δημοσιότητα. Ο κύκλος της υποκριτικής τέχνης έχει κλείσει για μένα από τις αρχές του ’80», δήλωσε σε ένα σπάνιο διάλειμμα της σιωπής της. Ήταν πραγματικά ακριβοθώρητη. Οι δημόσιες εμφανίσεις της είναι ανύπαρκτες εδώ και πολλά χρόνια. «Δεν βγαίνω σχεδόν καθόλου έξω. Καμιά φορά βγαίνουμε με τον γαμπρό μου, τον Βαγγέλη και την κόρη μου για να ξεσκάσω και πάλι μέσα».

Οι προσωπικότητες που ενσάρκωνε στο σινεμά,με ένα ξεχωριστό, σχεδόν προσωπικό, στυλ και η επιτυχία με την οποία το έκανε την είχαν κάνει απαραίτητη σε πολλούς σκηνοθέτες. «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες» το 1960, «Ο κατήφορος» το 1961, «Δεσποινίς διευθυντής» το 1964, «Μια τρελή τρελή οικογένεια» το 1965 και τόσες άλλες ελληνικές ταινίες, που έκοψαν χιλιάδες εισιτήρια, την καθιέρωσαν στη συνείδηση του κόσμου.

Όπως είχε η ίδια δηλώσει: «Από τα παιδικά μου χρόνια το θέατρο είχε μπει στην καρδιά μου και το υπηρέτησα πιστά μέχρι και στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Οταν η κόρη μου παντρεύτηκε, είπα στον εαυτό μου “Νίτσα, στοπ” και σταμάτησα να παίζω» αναφέρει, χωρίς, όπως μας εκμυστηρεύεται, να το έχει μετανιώσει. «Το παρελθόν μου αυτό το έχω απαλείψει εντελώς. Και όταν λέμε εντελώς, το εννοώ».Έμενε όλα αυτά τα χρόνια στα Βόρεια προάστεια, με την οικογένειά της.

Related posts

Νέος σεισμός στη χώρα μας

Απόλυτη καθήλωση: Χαρείτε κάθε δευτερόλεπτο από το trailer του Maestro – Αυτό είναι το φινάλε της σειράς

Η ατάκα του Ωνάση που άφηνε τις καλεσμένες του με το στόμα ανοιχτό