Βασίλης Καρράς: Αν και εµφανώς καταβεβληµένος, ο Καρράς ήθελε πολύ αυτήν τη συνάντηση µε τον Άγιο! Πίστευε βαθιά ότι µε τη δύναµη του Θεού θα µπορούσε στο τέλος να τα καταφέρει.
Λίγες λέξεις στον Βασίλη Καρρά.
Εναν άνθρωπο µε τον οποίο δεν σας κρύβω ότι έχω περάσει κάτι απίστευτα (έως µοναδικά) βράδια µαζί του. Εκεί, ανάµεσα στους καπνούς, τα ποτά και τους ήχους. Εκεί όπου κυριαρχεί το χαµόγελο και στο τέλος ο… χαβαλές. Για τον Καρρά έχουν µιλήσει πολλοί και διαφορετικοί τις τελευταίες ηµέρες. Κυρίως µίλησαν εκείνοι που δεν τον γνώριζαν. Συνηθίζεται αυτό σε τούτο τον υπέροχο τόπο. Με δεδοµένο ότι τα περισσότερα έχουν ειπωθεί, επέλεξα δύο από τις τελευταίες ιστορίες που σχετίζονται µε τον µεγάλο λαϊκό καλλιτέχνη.
Πριν από τρεις µήνες, στις αρχές Σεπτεµβρίου και ενώ η κατάσταση της υγείας του είχε αρχίσει να επιβαρύνεται, ο Καρράς, έχοντας βαθιά πίστη στον Θεό, πραγµατοποίησε το τελευταίο (εν ζωή) ταξίδι, στη Μυτιλήνη. Πήγε για να εκπληρώσει (όπως έµαθα) ένα τάµα στον Άγιο Ραφαήλ. Αν και εµφανώς καταβεβληµένος, ήθελε πολύ αυτήν τη συνάντηση µε τον Άγιο! Πίστευε βαθιά ότι µε τη δύναµη του Θεού θα µπορούσε στο τέλος να τα καταφέρει. Μαζί του σ’ εκείνο το ταξίδι στη Μυτιλήνη ήταν ο καλός του φίλος, επίσης τραγουδιστής, ∆ηµήτρης Χρυσοχοΐδης, και ο επιχειρηµατίας Γιώργος Ιωαννίδης. Ο Καρράς έδειχνε έτοιµος για το µεγάλο ταξίδι.
“Θέλω να δω τη ζωή”
Παρ’ όλα αυτά, ήθελε να υλοποιήσει το τάµα στον Άγιο Ραφαήλ, δείγµα της βαθιάς πίστης που είχε ο λαϊκός καλλιτέχνης. Το ταξίδι στη Μυτιλήνη ήταν το τελευταίο. Το ήθελε, όµως, πολύ, γιατί απλά πίστευε. Η δεύτερη ιστορία, που µου διηγήθηκε ένας κοινός µας φίλος, εκτυλίχθηκε στο σπίτι του, δύο-τρεις µέρες πριν µεταφερθεί στο νοσοκοµείο. Ευρισκόµενος στο κρεβάτι του πόνου, ο Καρράς ζήτησε από τον επισκέπτη του να τον βοηθήσει να σηκωθεί για να κοιτάξει λίγο έξω από το παράθυρο. «Τι θες να δεις;», τον ρώτησε ο φίλος του, που ήθελε να τον αποτρέψει να σηκωθεί, βλέποντας τη δύσκολη κατάστασή του. «Θέλω να δω τη ζωή…». Κάπως έτσι η στήλη (κι εγώ προσωπικά) αποχαιρετά έναν εξαιρετικό φίλο, έναν λαϊκό άνθρωπο, που µέχρι το τέλος αντιµετώπιζε µε καψούρα τη ζωή.