Η Ελένη Βιτάλη βρέθηκε στην εκπομπή «Στούντιο 4» και αναφέρθηκε στην καταγωγή της.
Η Ελένη Βιτάλη ψάχνει να βρει τις ρίζες της
Όπως υπογράμμισε η τραγουδίστρια, που το πραγματικό της όνομα είναι Ελένη Λαβίδα, «ο μπαμπάς μου ήταν σε μια οικογένεια όπου υπήρξαν έξι παιδιά στη Λαμία. Ο παππούς έπαιζε βιολί και είχε όραμα να δει τα παιδιά του Ευέλπιδες. Κανένα όμως δεν πήγε προς τα εκεί, όλα ερωτεύτηκαν και ήταν φτιαγμένα για την μουσική. Πάππου προς πάππου. Δεν ξέρω από που ήρθαν όμως! Είμαι η μόνη που το ψάχνω για χρόνια. Ψάχνω να βρω τις ρίζες μου. Μαζί με τις δικές μου όμως, τα πήρε και η Βασιλική που είχε παντρευτεί τον Μαρκόπουλο τότε! “Τι με νοιάζει εμένα μωρή που παντρεύτηκες; Είπα εγώ για σένα τίποτα;” της είχα πει. Θα σας πω και κάτι, παιδιά. Είμαι από πάνω, τα βλέπω έτσι τα πράγματα και γελάω πάρα πολύ. Σήμερα πως δεν κατέληξα, από την Λαμία είναι οι άνθρωποι. Εγώ όμως θέλω να δω και ποια είναι η πολύ πίσω γενιά, την οποία όμως κανείς δεν μπορεί να την βρει. Νομίζω ότι η καταγωγή μου είναι Ρομά, όπως οι Χαλκιάδες και οι Σουκέοι, αλλά όχι τσαντιράδες. Εκεί είναι το θέμα. Δεν ζούσαν σε τσαντίρια αυτοί. Δεν ξέρω, όμως, δεν μπορώ να το εξηγήσω. Πεθαίνουν κιόλας! Τι πάνε και πεθαίνουν; Να μας πούνε πρώτα και μετά ας πεθάνουν».
Ο εθισμός της Ελένης Βιτάλη με τα χάπια
Σχετικά με την επταετή μουσική της αποχή, τον εθισμό στα χάπια ύπνου και την διαχείριση που έκανε σε αυτόν, η Ελένη Βιτάλη επεσήμανε «τότε, στις αρχές, βαρέθηκα πολύ. Δεν είχα και τα μέσα, έπρεπε να παίρνω ένα μπουζούκι για να κάνω πρόβες, να αφήνω το παιδί και τα λοιπά. Σιγά σιγά όμως άνοιξε η πόρτα και άλλαξε όλο αυτό. Στην επταετή αποχή από τα πράγματα, με βόλεψαν πολύ τα χάπια του ύπνου. Με βόλεψαν στην αρχή γιατί… ο διάολος έτσι έρχεται, δεν θα σου πει “είμαι ο διάολος με τα κέρατα” γιατί θα φύγεις! Μου δίνει μια κοπέλα ένα χάπι, “με αυτό θα κοιμηθείς” μου είπε, όταν εγώ είχα να κοιμηθώ τέσσερις μέρες. Ήταν η πρεμιέρα και μετά είχα μεγάλη υπερένταση. Όπως το πίνω, όμως, έμεινα στα χέρια του άντρα μου. Μετά είχαμε συναυλία με τον Σπανουδάκη και πήγαμε στην Χίο μαζί και με την Ελευθερία Αρβανιτάκη. Τραγουδήσαμε και ήταν εκεί ένας πολύ φίλος μας και ένα παλικάρι. “Δεν θα το πάρω το χάπι, γιατί είμαι καλά, μην μου έρθει καμιά νύστα” είπα πριν ανέβω στο πάλκο και καταλαβαίνω ότι πήγαινα πίσω πίσω και είχα μια ανασφάλεια. Πάμε να φάμε, σκεφτόμουν τι έπαθα και ένα παιδί από την παρέα μού είπε «Ελένη, μήπως άλλαξες κάποιο χάπι; Κάτι;». Του είπα τι έπαιρνα και μου απάντησε πως «έμπλεξες με το χειρότερο πράγμα της ζωής σου». Από τότε λοιπόν δεν δούλεψα, γιατί πραγματικά δεν ήθελα. Έρχονταν φίλοι στο σπίτι, μια μέρα μου έδωσε λεφτά η Κατερίνα Στανίση και της απάντησα πως “δεν θέλω λεφτά, ματάκια μου, έχω. Κρατιέμαι γιατί δεν είμαι καλά! Να σου γράψω τραγούδι, ναι, αλλά δεν είμαι καλά”. Θέλω πάντα να είμαι καλά για να τραγουδήσω. Πάθαινα κρίσεις πανικού και τέτοια, άρχισα να με πιάνουν μετά όλα αυτά. Φοβίες. Έκανα πάρα πολλές προσπάθειες για να σταματήσω τα χάπια, συνήθως όμως ήταν αποτυχημένες αφού συνέχιζα μετά. Μπορεί να τα σταματούσα για παράδειγμα για δέκα μέρες, αλλά έπαιρνα κάποια αντίστοιχα. Καταλάβαινα ότι δεν ήμουν καλά και γι’ αυτό δεν δούλευα. Το αποδέχθηκα το πρόβλημα, γιατί ήξερα πως μπορεί να βγω να τραγουδήσω και να πω μια κοτσάνα όταν θα είμαι υπό την επήρεια. Αν δεν το έπαιρνα καθόλου, θα είχα τρέμουλο οπότε και δεν δούλευα».