O συγγραφέας Χρήστος Χωμενίδης, σε ένα κείμενο του αναφέρει “πώς είναι δυνατόν μια γυναίκα που τα είχε όλα, όπως η Εύα Καϊλή να θέλει περισσότερα. Πώς εξηγείται αυτή η απληστία; Η βλακεία;”.
Η αναφορά στην Εύα Καϊλή
“Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο…” τείνω να επαναλαμβάνω τη φράση του Νίτσε, ακόμα κι όταν εμπρός στα μάτια μου ή στα δελτία ειδήσεων αποκαλύπτεται η ποταπότης, η μοχθηρία, η φτήνια τού άτριχου νοήμονος πιθήκου, ο οποίος επιστημονικά καλείται “homo sapiens”. “Μήπως κι εγώ δεν θα κινδύνευα να καταλήξω σαν εκείνον άμα είχα τραβήξει τα ζόρια του;” αναρωτιέμαι αντικρύζοντας τον κάθε κατηγορούμενο, που το αποτρόπαιο έγκλημά του στάθηκε το επιστέγασμα μιάς θλιβερότατης ζωής.
Πού αφού υπέστη δεκαετίες ταπεινώσεων, ήταν ο ίδιος κλωτσοσκούφι, καρπαζοεισπράκτορας, σκεύος ηδονής, θύμα ατιμώρητης κακίας, εξαλλάχθηκε σε θύτη. Εξέμεσε πάνω σε αδύναμους, αθώους, όλο το δηλητήριο που τον είχαν ποτίσει. Και φτύνω τον κόρφο μου που ευτύχησα να μεγαλώσω σε μια κανονική οικογένεια, με δύο καλούς γονείς, που η ανάγκη ενίοτε τους ζόριζε, ούτε για μια στιγμή όμως δεν τους αποκτήνωσε. Η ιδιοσυγκρασία μου και η τέχνη μου με σπρώχνει να αναζητώ όχι άλλοθι, όχι δικαιολογίες μα ερμηνείες -που ίσως να λειτουργούν και ως ελαφρυντικά- και για την πιο ειδεχθή συμπεριφορά. Στην περίπτωση της Εύας Καϊλή -εφόσον αληθεύουν οι εναντίον της κατηγορίες- δεν βρίσκω καμία.
Είσαι νέα, είσαι όμορφη, είσαι παραπάνω από εύπορη, είσαι με μία λέξη υπερτυχερή. Η ζωή σού τα έχει φέρει όσο πρίμα θα μπορούσες να ονειρευτείς. Η καθημερινότητά σου θυμίζει σελίδες ιλουστρασιόν περιοδικού. Έχεις επιπλέον το φωτοστέφανο της εκλεγμένης εκπροσώπου του λαού – δεν θα σε πει κανείς “χαζή ξανθιά”, υπερασπίζεσαι τα δίκια των εκλογέων σου και το ευρωπαϊκό όραμα στην πρώτη γραμμή. Οι δε ικανότητές σου αναγνωρίζονται και επιβραβεύονται. Εκλέγεσαι αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου. Το κύρος -και ο μισθός σου πιθανότατα- εκτινάσσεται.
Και έχεις το θράσσος, την ξετσιπωσιά, να χρηματίζεσαι; Να καταντάς αργυρώνητο πιόνι σκοτεινών συμφερόντων; Γιατί; Για να γεμίσεις πλαστικές σακκούλες με λεφτά; Για να μετακομίσεις σε ένα ακόμα πολυτελέστερο σπίτι, να κρατήσεις μια ακόμα ακριβότερη τσάντα; Δεν έχεις εν ολίγοις καταλάβει, δεν έχεις απομυθοποιήσει απολύτως τίποτα; Παραμένεις στα σαρανταπέντε σου το κοριτσάκι που γούρλωνε τα μάτια κοιτάζοντας την κούκλα Μπάρμπι; Η σαχλή έφηβη, η οποία εντυπωσιαζόταν από τον γκόμενο που καβαλούσε τη μεγαλύτερη μηχανή και θα την πήγαινε στα πιο τρέντι κλαμπ; Που θα έκανε για πάρτη της ζημιά στα μπουζούκια;
Είσαι συνάμα τόσο ανόητη ώστε να σε τσακώσουν στα πράσα, με τη γίδα στον ώμο; Όταν εντάχθηκες στη συμμορία των Ιταλών, δεν είχες συνειδητοποιήσει τι ρίσκαρες; “Cosi fun tutte” – “έτσι κάνουν όλες” σού έλεγαν κι εσύ κουνούσες το ωραίο σου κεφάλι.
Η έκπληξη σου από την Παρασκευή που σε συνέλαβαν ξεπερνά κι αυτήν ακόμα την οδύνη σου. Δεν το χωράει ο νους σου πως από τη μια στιγμή στην άλλη καταστράφηκες. Γιατί; Γιατί πίστευες, φουκαριάρα μου, ότι έχεις υπογράψει συμβόλαιο με το πεπρωμένο η κάθε σου ημέρα να είναι λιακάδα. Διότι, προφανώς, δεν είχες νοιώσει στη ζωή σου κανένα ισχυρό τράνταγμα. Δεν σού είχε ανέβει η ψυχή στο στόμα. Ή και αν σού είχε συμβεί, το είχες διαγράψει από τη μνήμη σου.