Σχεδόν δυο χρόνια, είναι από την ημέρα που βάφτηκε «μαύρη» για την Ελλάδα, καθώς 57 ψυχές έχασαν τη ζωή τους στη φονική σύγκρουση δύο τρένων στα Τέμπη.
Η Μαρία Καρυστιανού έχασε την κόρη της μετά την μετωπική σύγκρουση των δύο τρένων στα Τέμπη και μέχρι και σήμερα πολεμάει για δικαιοσύνη.
Όσα ανέφερε
Μιλώντας στην Ανθή Βούλγαρη ξεσπά για το πως κινήθηκε οι διαδικασίες όσον αφορά την επαναλειτουργία του σιδηροδρομικού σταθμού αλλά και την πρόθεση κάποιων το έγκλημα αυτό να ξεχαστεί.
Το τελευταίο διάστημα έχει μιλήσει τόσο στη Βουλή όσο και στον Άρειο Πάγο για να βρει το δίκαιο όχι μόνο της κόρης της αλλά και των άλλων 56 ατόμων που έχασαν τη ζωή τους.
«Ταξίδευε με την κολλητή της, μαζί τα έκαναν όλα. Ήταν τρεις κολλητές που τα έκαναν μαζί, το ένα είχε φύγει την προηγούμενη μέρα. Οι άλλες δύο αποφάσισαν να μείνουν μια μέρα παραπάνω Αθήνα. Δεν το πρόλαβαν το πρώτο γιατί δεν είχαν ξυπνήσει. Δεν μπορώ να καταλάβω. Μου έδινε ο δικηγόρος μου να διαβάσω την 717, τις αναβολές που γινόντουσαν. Τον ρωτάω “ποιες ήταν οι αιτίες; Ποια αιτία μπορεί να συγκριθεί με την ασφάλεια ενός επιβάτη; Ποιος λόγος είναι πιο σημαντικός από τη ζωή;”. Θεωρώ ύβρις να ακούω αυτό το πράγμα.
Είναι ντροπή γιατί αν δεν υπήρχε αυτό και είχαν ολοκληρωθεί τα συστήματα, δεν με ενδιαφέρει η επάρκεια του υπαλλήλου. Κακώς ήταν εκεί αλλά τι σημαίνει αυτό; Αν πάθαινε κάτι, μια ανακοπή. Δεν γίνεται να ζεις σε μια ευρωπαϊκή χώρα που είναι όλα συστημικά και να λες ότι φταίει ο σταθμάρχης που δεν πάτησε το κουμπί. Το ότι συνέβη αυτό στο συγκεκριμένο δρομολόγιο δεν ήταν τυχαίο. Τα τρένα κυκλοφορούσαν χωρίς ασφάλεια. Ήταν ένα έγκλημα κατά των πολιτών. Βλέπετε με πόση αλαζονεία και αδιαφορία αντιμετωπίστηκε το ζήτημα και ο συρμός ξαναμπήκε σε λειτουργία. Δεν απορώ μόνο με το πώς λειτουργεί το θέμα του ΟΣΕ, μου κάνει εντύπωση και η θέση του Αρείου Πάγου. Ποιος προασπίζεται τον πολίτη και τη ζωή του;».