«Ποτέ δεν γίνεται πιο εύκολο, απλώς εσύ γίνεσαι καλύτερος» λέει και με τα κατορθώματά του δεν θα αργήσει να βάλει το τένις στα ελληνικά σπίτια. Αλλά ο Στέφανος Τσιτσιπάς δεν είναι μόνο δικό μας καμάρι. Το τένις βλέπει σε ‘κείνον τη συνέχειά του, όταν οι Big-4 θα έχουν αποχωρήσει
Ελληνας τενίστας. Για πολλά χρόνια ήταν ένα από τα πιο σύντομα ανέκδοτα. Σήμερα δεν γελάει κανείς. Γιατί σήμερα υπάρχει ο Στέφανος Τσιτσιπάς, που… δεν αστειεύεται. Ο «έλληνας Θεός» του τένις έχει συναρπάσει τα κορτς. Αυτή τη φορά έφτασε στον τελικό του Rogers Cup, στο Τορόντο, και έπαιξε για το τρόπαιο (έχασε αλλά λίγη σημασία έχει). Ανήμερα των εικοστών γενεθλίων του. Ήταν ο δεύτερος τελικός της καριέρας του μετά τη Βαρκελώνη (όπου έχασε από τον Ναδάλ) και ο πρώτος σε τουρνουά Masters.
Στον σαββατιάτικο ημιτελικό απέκλεισε τον Κέβιν Αντερσον, Νο 6 στην παγκόσμια κατάταξη. Με την αγαπημένη του, πια, συνήθεια: ανατροπή ύστερα από χαμένο πρώτο σετ και νίκη στα τρία, στο τάι-μπρέικ. Τον Νοτιοαφρικανό, ίσως τον πιο φορμαρισμένο παίκτη της σεζόν, τον είχε ξανανικήσει εφέτος, πάλι με ανατροπή. Ηταν η τέταρτη διαδοχική του νίκη σε βάρος τενίστα του Top-10 (Τιμ, Τζόκοβιτς, Ζβέρεφ, Αντερσον). Κανείς άλλος στην ιστορία των Masters, που μετρούν πάνω από χίλιες διοργανώσεις, δεν είχε κατορθώσει να «εξολοθρεύσει» τέσσερις αντιπάλους του από το Top-10 στο ίδιο τουρνουά.
Επειτα από τη μονομαχία του με τον Αντερσον -ένα πραγματικό θρίλερ που κράτησε 2 ώρες και 48 λεπτά- ο Στέφανος έγραψε στον φακό της τηλεοπτικής κάμερας: «It never goes easier, you just get better» («Ποτέ δεν γίνεται πιο εύκολο, απλώς εσύ γίνεσαι καλύτερος»). Καλύτερος; Μόνο; Οχι δα. Η εξέλιξή του είναι απίστευτη.
Πριν από ένα χρόνο ο «Τσιτσιφάστ» (όνομα και πράγμα) βρισκόταν στο Νο 168. Στην ανατολή του 2018 σκαρφάλωσε στο Νο 91. Και σήμερα μπήκε στο Top-20. Για την ακρίβεια επειδή έχασε στο Νο 15. Σε κάθε περίπτωση θα βρεθεί πολύ κοντά στην πρόκρισή του στους τελικούς του ATP tour (Λονδίνο). Σε αυτούς συμμετέχουν οι οκτώ καλύτεροι της σεζόν – και ο Τσιτσιπάς είναι ενδέκατος στη λίστα.
Ο Στέφανος εμφανίστηκε στην κεντρική σκηνή του παγκόσμιου τένις, ουσιαστικά, εφέτος. Οι 30 νίκες που έχει, ήδη, σημειώσει, σε διάφορες διοργανώσεις, είναι αριθμός ασύλληπτος για την ηλικία του. Τη… φόρα του τη νιώσαμε για πρώτη φορά στο Ουΐμπλεντον. Η προηγούμενη ελληνική παρουσία στους «16» ενός Γκραν Σλαμ τουρνουά απείχε 14 ολόκληρα χρόνια. Ηταν της Λένας Δανιηλίδου στο US Open το 2004. Στους άνδρες ο Τσιτσιπάς έγινε ο δεύτερος Ελληνας που κατάφερε να φτάσει στον τέταρτο γύρο, μετά τον Νικόλα Καλογερόπουλο (το 1964, επίσης στο Ουΐμπλεντον).
Ο σπόρος του ταλέντου του ευτύχησε να πέσει σε γόνιμο έδαφος. Σε αντίθεση με άλλα Ελληνόπουλα που δεν είχαν τη σωστή καθοδήγηση και την απαραίτητη βοήθεια, ο Στέφανος υποστηρίζεται από τον προπονητή πατέρα του, από μια ομάδα ειδικών (από τα 13 του είχε δίπλα του ακόμη και αθλητικό ψυχολόγο), αλλά και από χορηγούς που έχουν αναλάβει το τεράστιο κόστος της προετοιμασίας του. Πλέον, υπάρχουν και σημαντικά έσοδα. Για τη Σαββατιάτικη νίκη ο 20χρονος πρωταθλητής θα εισπράξει χρηματικό έπαθλο 500.000 δολαρίων. Αν νικούσε στον τελικό θα έφευγε από το Τορόντο με ένα εκατομμύριο δολάρια.
Ο Στέφανος είναι φαινόμενο αθλητή. Αγωνίζεται με την ωριμότητα ενός 35άρη. Με το «σκεπτόμενο» τένις που παίζει, καταφέρνει να καλύπτει όλες τις αδυναμίες που -φυσιολογικά- έχει ένας παίκτης της ηλικίας του, αλλά και να εξουδετερώνει τα «ατού» των αντιπάλων του. Προσαρμόζει το παιχνίδι του στις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε αναμέτρησης. Αλλιώς θα κινηθεί εάν είναι σε μέτρια φόρμα, ή κουρασμένος, και αλλιώς εάν νιώθει ακμαίος. Το στιλ του μεταβάλλεται, αναλόγως με το ποιος βρίσκεται απέναντί του. Αυτό απαιτεί ψυχραιμία, συγκέντρωση, αυτογνωσία – τα διαθέτει όλα. Παίζει με πάθος, όμως δεν αφήνει τα συναισθήματά του να θολώσουν το μυαλό του.
Δεν είναι μόνο δικό μας καμάρι. Είναι το παιδί – θαύμα του παγκόσμιου τένις. Το σταρ-σίστεμ του αθλήματος, ήδη τον έχει ξεχωρίσει. Τον προβάλλει. Στο πρόσωπό του βλέπει τη συνέχειά του, όταν πια ο Φέντερερ, ο Τζόκοβιτς, ο Ναδάλ, θα έχουν αποχωρήσει. Γιατί διάλεξε εκείνον, ανάμεσα σε τόσους άλλους ταλαντούχους νέους; Επειδή διαθέτει (και) έντονη προσωπικότητα. Δουλεύει σκληρά. Είναι ψηλός (1,96), ευπαρουσίαστος και cool. Ο τύπος που λατρεύουν οι νέοι και (ιδίως) οι νέες. Παίζει με την ίδια ευκολία στο χώμα, στο γρασίδι και στις σκληρές επιφάνειες, και το παιχνίδι του είναι ελκυστικό στο μάτι – θυμίζει κάτι από Φέντερερ. Εχει όλο το «πακέτο». Γι’ αυτό, οι θαυμαστές του πολλαπλασιάζονται με ταχύτητα.
Το μεγαλύτερο από τα τέσσερα παιδιά του Απόστολου Τσιτσιπά και της Τζούλιας Σαλίνκοβα προέρχεται από τενιστική οικογένεια, όμως την αγάπη για το τένις δεν του την επέβαλαν. Την ανακάλυψε μόνος του, δοκιμάζοντας ένα σωρό άλλα σπορ πριν από αυτό: ποδόσφαιρο, κολύμβηση, μπάσκετ… Ακόμη και σήμερα παρακολουθεί ποδόσφαιρο και μπάσκετ (δηλώνει οπαδός της ΑΕΚ).
Αποφάσισε να γίνει τενίστας μετά την πρώτη του επιτυχία, σε ένα τουρνουά στη Νορμανδία όπου έπαιξε τυχαία. Βρισκόταν εκεί με την οικογένειά του σε διακοπές. Ηταν οκτώ ετών. Στα 12 έβαλε στόχο να γίνει ο καλύτερος. Να ξεπεράσει και το ίνδαλμά του, τον Ρότζερ Φέντερερ. Σήμερα, στα 20, αυτό το όνειρο δεν ακούγεται «τρελό». Κάθε άλλο.