Δεν χρειάζεται να κάνει κανείς καμία τρομακτική και σε τεράστιο βάθος παρατήρηση κι ανάλυση, για να φτάσει στο συμπέρασμα πως η πανδημία έχει φέρει τα πάνω κάτω. Κι αυτό δεν είναι μια κατ΄ευφημισμόν φράση, ένα απλό και κενό ρητό. Είναι πραγματικότητα.
Είναι κυριολεξία, μιας και κάποιες χώρες που βρίσκονταν ψηλά, τώρα είναι χαμηλά και τ΄ανάστροφο, ανάλογα με την διαχείριση της πανδημίας του κορωνοϊού. Η Κούβα για παράδειγμα, όπως επεσήμανε εύστοχα και ο Νόαμ Τσόμσκι, βοηθάει τις ευρωπαϊκές χώρες, ενώ για δεκαετίες δέχεται τη μήνη των ΗΠΑ και κατ΄επέκταση της Ευρώπης-τσιράκι.
Οι μικρές χώρες αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση, οι μεγάλες, με εξαίρεση την Γερμανία, παράδειγμα προς αποφυγή. Και ποιος από εμάς να το πίστευε πως η Ελλάδα θα βρίσκεται, σύμφωνα με όσα λένε οι επιστήμονες και για τα οποία μας επαίνουν από το εξωτερικό, στην πλευρά της μίμησης και όχι της αποφυγής.
Εκτός από την κυβερνητική δράση-αντίδραση στον κορωνοϊό που κρίνεται ως άμεση και ικανοποιητική μέχρι σήμερα, έχουμε και τη δράση φορέων, οργανώσεων και επιχειρήσεων. Δεν είναι δηλαδή μόνο ένα κλίμα αλληλεγγύης από άνθρωπο προς άνθρωπο, αλλά κι από μεγάλα εταιρικά brands προς τις κοινωνίες. Είναι κι ότι συγκεκριμένες επιχειρήσεις στάθηκαν στο ύψος των απαιτήσεων ως προς την λειτουργία τους.
Πιο τρανό παράδειγμα η εταιρεία Παπουτσάνης. Πρόκειται για μια από τις πιο εύρωστες ελληνικές εταιρείες στην αγορά σήμερα και με μεγάλη δυναμική στη διεθνή αγορά. Μια δυναμική που στο τέλος της καραντίνας αναμένεται να δει μια κατακόρυφη άνοδο, καθώς είναι ο λόγος που η Ελλάδα είναι αυτή τη στιγμή, βάσει στατιστικών που διαθέτουν οι ειδικοί της εταιρείας, η μόνη χώρα στην Ευρώπη με επάρκεια στα αντισηπτικά μπουκαλάκια και κάθε άλλης μορφής.
Ενώ στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης τα αποθέματα δεν φτάνουν σε καθημερινή βάση, στην Ελλάδα έχουμε μια παραγωγή της τάξεως των 150.000 προϊόντων από την Παπουτσάνης σε καθημερινή βάση, 24 ώρες το 24ωρο και 7 ημέρες την εβδομάδα. Κι αν χρειαστεί, η παραγωγή αυτή μπορεί να πιάσει και τις 250.000.
Αυτά τα εντυπωσιακά αντανακλαστικά μπορεί να είναι έκπληξη για εμάς, δεν είναι έκπληξη για τους ανθρώπους της εταιρείας. Δεν καταθέτουν δηλαδή στα ξαφνικά μια προσπάθεια, έναν κόπο, μια δουλειά που δεν πίστευαν ότι θα καταθέσουν.
Τέτοιοι αριθμοί έρχονται ως αποτέλεσμα προεργασίας, ως το απότοκο μιας ενίσχυσης που δέχτηκε η Παπουτσάνης πριν από τρία χρόνια. Πρόκειται για μια επένδυση των μετόχων της ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες τότε τουριστικές απαιτήσεις, καθώς η Παπουτσάνης διανέμει τα προϊόντα της σε ξενοδοχειακές μονάδες, ενώ συνεργάζεται και με πολυεθνικές. Η επένδυση αυτή αφορούσε σε μια νέα αυτοματοποιημένη γραμμή συσκευασίας καλλυντικών, νέα γραμμή παραγωγής ξενοδοχειακών σαπώνων και επέκταση των παραγωγικών ικανοτήτων στις πλαστικές φιάλες.
Αν κάτι προκαλεί μια πολύ ευχάριστη έκπληξη, έγκειται στο παρελθόν της εταιρείας στις αρχές της κρίσης. Έχοντας ιδρυθεί το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, η Παπουτσάνης βρέθηκε στο χείλος της χρεωκοπίας το 2010, με διαρκείς απεργίες από τους εργαζομένους της. Ούσα από το 1990 στην ιδιοκτησία του ομίλου Δαύιδ, η Παπουτσάνης που το 2010 έφερε την επωνυμία Plias, βρισκόταν στο ναδίρ της. Η μετοχή ήταν σε επιτήρηση και οι τράπεζες ανησυχούσαν για τα δάνεια που είχαν χορηγήσει,
Τότε ανέλαβαν το μάνατζμεντ της οι κ. Γεώργιος Γκάτζαρος και Μενέλαος Τασσόπουλος και με μια ΑΜΚ 12 εκ. ευρώ το τρένο μπήκε ξανά στις ράγες. Μέχρι το 2015 η κατάσταση είχε ανατραπεί πλήρως και η εταιρεία έπλεε, καθότι τα προϊόντα της φέρουν το όνομα “Καραβάκι” προς ήρεμα νερά και λιμάνια κοσμοσυρροής, για να το θέσουμε ποιητικά.
Όπως αναφέρει δημοσίευμα του 2018 της Καθημερινής, το 2017 η Παπουτσάνης είχε έσοδα από πωλήσεις στα 20,8 εκατομμύρια ευρώ και οι εξαγωγές της είχαν συνολικό μερίδιο 39% της αγοράς, ήτοι 8,1 εκατομμύρια ευρώ.
Για να επαναφέρουμε μια φράση που στα χρόνια της κρίσης αποτέλεσε δικαίως ένα αστείο και μια ειρωνεία προς την εκάστοτε κυβέρνηση, αυτό είναι ένα success story πάνω στο οποίο ο επιχειρηματικός τομέας της χώρας μπορεί να αναστοχαστεί και να στηριχθεί!