πρόθεση της Ρούλας Πισπιρίγκου να περάσει από ανιχνευτή ψεύδους ξυπνά μνήμες μιας άλλης υπόθεσης η οποία οδήγησε στην αθώωση ατόμου, το όνομα του οποίου είχε εμπλακεί (κακώς όπως αποδείχτηκε) σε υπόθεση δολοφονίας. Το συγκεκριμένο άτομο εμφανίστηκε μόνο του στις αρχές ζήτησε να περάσει από ανιχνευτή ψεύδους για να καθαρίσει το όνομά του και τα κατάφερε.
Το τεστ πράγματι βγήκε αρνητικό, δικαιώνοντάς τον και το στοιχείο αυτό συνεκτιμήθηκε μαζί με την απουσία αποδείξεων για την ενοχή του. Η απαίτησή του για τον ορό της αλήθειας τον δικαίωσε απόλυτα και έτσι μετά από μακροχρόνια δικαστική μάχη κατάφερε να καθαρίσει το όνομά του αφού η ετυμηγορία ήταν ότι είχε απλή συνέργεια στο πλημμέλημα της πλαστογραφίας, αδίκημα που τιμωρήθηκε με φυλάκιση τριών μηνών, η οποία μάλιστα ήταν και εξαγοράσιμη.
Αυτή ήταν και η μοναδική φορά που συνέβη κάτι τέτοιο στα ελληνικά χρονικά αφού περίπου την ίδια περίοδο είχε προκύψει αντίστοιχο θέμα και με μια υπόθεση δολοφονίας φοιτήτριας Ιατρικής που είχε γίνει στη Λάρισα. Η πολιτική αγωγή κατέθεσε αίτημα να υποβληθεί ο κατηγορούμενος σε εξέταση ανιχνευτή ψεύδους, η υπεράσπιση το έκανε δεκτό, όμως κάτι τέτοιο ουδέποτε συνέβη τελικά.
Εάν η σκέψη για ανιχνευτή ψεύδους στην Ρούλα Πισπιρίγκου γίνει επίσημο αίτημα και το αποδεχτεί το δικαστήριο, επί της ουσίας δεν αλλάζουν πολλά πράγματα στην υπόθεση ανεξάρτητα απ’ το αποτέλεσμα του. Ακόμα δηλαδή και αν η Πισπιρίγκου περάσει και το αποτέλεσμα βγει αρνητικό, αφενός δεν είναι δεσμευτικό για το δικαστήριο, αφετέρου η αξιοπιστία του είναι αμφισβητήσιμη. Και αυτό γιατί πλέον υπάρχουν αρκετά κόλπα για να ξεγελάσεις τον ανιχνευτή ψεύδους…
Πώς λειτουργεί
Ο εξεταστής κάνει στο πρόσωπο που περνάει από τον ανιχνευτή ερωτήσεις τριών τύπων: Σχετικές με το θέμα, άσχετες και ερωτήσεις ελέγχου. Οι άσχετες είναι ερωτήσεις του στιλ: «Ποιο είναι το όνομά σου;», «Έχεις δοκιμάσει ποτέ κοτόπουλο λεμονάτο;», «Το φως στο δωμάτιο είναι αναμμένο;». Οι σχετικές που είναι και οι σημαντικότερες είναι συγκεκριμένες και αφορούν το περιστατικό που ελέγχεται, στην περίπτωση της Πισπιρίγκου δηλαδή θα μπορούσαν να είναι οι εξής: «Έχεις εμπλοκή στη δολοφονία των παιδιών σου;», «Εσύ χορήγησες την κεταμίνη στην Τζωρτζίνα;».
Τέλος, οι ερωτήσεις ελέγχου είναι ιδιαίτερα σημαντικές, καθώς είναι αυτές που θα συγκριθούν με τις απαντήσεις στις σχετικές με το θέμα ερωτήσεις. Πρόκειται συνήθως για άβολες ερωτήσεις που σχεδόν όλοι θα απάνταγαν καταφατικά: «Έχεις κλέψει ποτέ σε παιχνίδι;», «Έχεις πει ποτέ ψέματα στον σύντροφό σου;».
Πώς μπορείς να ξεγελάσεις τον ανιχνευτή ψεύδους
Ελέγχοντας την πίεση του αίματος και τους καρδιακούς παλμούς, μπορεί ο εξεταζόμενος να θέσει «εκτός λειτουργίας» τον ανιχνευτή ψεύδους. Εάν και είναι δύσκολο να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, υπάρχουν κάποια κόλπα που αν τα έχει μελετήσει κάποιος και έχει κάνει την ανάλογη εξάσκηση, τότε μπορεί να κάνει τη μεγάλη μπλόφα.
Ο ερευνητής θα συγκρίνει τις απαντήσεις στις ερωτήσεις ελέγχου με αυτές που θα δοθούν στις σχετικές με το εξεταζόμενο θέμα ερωτήσεις. Εάν οι αντιδράσεις του εξεταζόμενου στις σχετικές με το θέμα ερωτήσεις, είναι εντονότερες από αυτές στις ερωτήσεις ελέγχου, ο ανιχνευτής θα καταλάβει πως λέει ψέματα. Για να μη συμβεί αυτό ο εξεταζόμενος μπορεί να κάνει το εξής κόλπο:
Αρχικά να αναπτύξει μια τεχνική αναπνοής. Κατά τη διάρκεια του τεστ (εκτός των ερωτήσεων ελέγχου) διατηρεί έναν ομαλό ρυθμό αναπνοής με περίπου 15 – 30 ανάσες το λεπτό. Αν κατά τις ερωτήσεις ελέγχου, αντίθετα αλλάξει το ρυθμό είτε επιταχύνοντας – επιβραδύνοντας τις ανάσες, είτε κρατώντας την αναπνοή για μερικά δευτερόλεπτα μετά την εισπνοή, τότε ο εξεταστής μπερδεύεται.
Το ίδιο συμβαίνει αν κατά τη διάρκεια των ερωτήσεων ελέγχου, ο εξεταζόμενος λύνει νοερά μια μαθηματική άσκηση ή προχωράει σε μια πνευματικά κοπιώδη άσκηση. Για παράδειγμα, αν μετράει γρήγορα προς τα πίσω ή κάνει μερικές δύσκολες διαιρέσεις την ώρα που απαντάει στις ερωτήσεις, τότε «πειράζει» το αποτέλεσμα που βλέπει ο εξεταστής.
Το πιο απλό και διαδεδομένο κόλπο για να ξεγελάσεις τον ανιχνευτή ψεύδους όμως είναι εκείνο της γλώσσας. Βασίζεται στην τακτική του να προκαλέσεις έντονα συναισθήματα στον εαυτό σου την ώρα της εξέτασης.
Ο εξεταζόμενος δαγκώνει την πλαϊνή μεριά της γλώσσας αρκετά δυνατά ώστε να πονέσει, άλλα όχι τόσο ώστε να υπάρξει αιμορραγία. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα αποτελεσματική τακτική, που χρησιμοποιείται σε μονολεκτικές απαντήσεις («ναι» ή «όχι») που είναι ιδιαίτερα συχνές. Εάν έχεις εξασκηθεί και καταφέρεις να το κάνεις με ακρίβεια, τότε είναι βέβαιο ότι θα περάσεις κάτω από το ραντάρ του ανιχνευτή ψεύδους και θα τον νικήσεις.