Μπορεί να είναι μικρόσωμα, αλλά επί της προκειμένης φαίνεται ότι το μέγεθος δεν μετράει, καθώς τα αλογάκια της Σκύρου – ή Σκυριανά αλογάκια- είναι ιδιαίτερα δυνατά, συμπαγή και φέρουν «βαριά» κληρονομιά, που θεωρείται πως ανάγεται στην αρχαιότητα.
Λόγω των μικρών διαστάσεών του, το αλογάκι της Σκύρου θεωρείται από πολλούς ότι υπάγεται στα πόνι, ωστόσο τα χαρακτηριστικά του παραπέμπουν στα μεγαλύτερα άλογα και όχι στα πόνι της Βόρειας Ευρώπης. Όπως υπογραμμίζεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Μικρόσωμης Φυλής Αλόγων Σκύρου, πρόκειται για μια από τις πιο σπάνιες φυλές αλόγων που υπάρχουν στον κόσμο, και μια από τις αυτόχθονες φυλές ελληνικών αλόγων, που υπήρχε στην αρχαιότητα σε όλο τον ελλαδικό χώρο.
Κατάφερε να επιβιώσει στη νήσο Σκύρο εξ’ου και η ονομασία. Είναι προστατευόμενο είδος, καθώς επιβιώνει μικρός αριθμός, αποκλειστικά στην Ελλάδα (300, σύμφωνα με τo National Geographic, 260, εκ των οποίων 187 ζουν στη Σκύρο, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της Ένωσης).
Τα σκυριανά αλογάκια είναι ζώα συντροφικά, κοινωνικά, εύρωστα, έξυπνα, με ιδιαίτερα φιλική συμπεριφορά προς τα παιδιά. Τα πόδια τους είναι λεπτά, γερά και νευρώδη με δυνατές κλειδώσεις, ενώ η ουρά είναι τοποθετημένη χαμηλά, θυσανωτή και μακριά.
Συχνά φθάνει ως τις οπλές οι οποίες είναι μικρές, σκληρές, συνήθως μαύρες και δεν χρειάζονται πετάλωμα. Χαρακτηριστικό τους είναι οι τρίχες στις οπλές, τα λεγόμενα «φτερά».
Το χρώμα των αλόγων είναι συνήθως στις αποχρώσεις του καφεκόκκινου και του καστανού (ορφνό) πιο σπάνια του λευκού ή γκριζόφαιου (φαιά) και σπανιότερα του ξανθού. Αν και ήρεμο και φιλικό προς τον ιδιοκτήτη του και τα παιδιά, το Σκυριανό αλογάκι είναι αρκετά ζωηρό και νευρικό, ενώ έχει δυνατή κράση και είναι λιτοδίαιτο, με αποτέλεσμα να μπορεί να επιβιώσει σε περιβάλλοντα όπως της Σκύρου.
Η αρχαία φυλή των αλόγων του Αχιλλέα και του Αλεξάνδρου
Όπως προαναφέρθηκε, πρόκειται για μια αυτόχθονη ελληνική φυλή αλόγων – και ως εκ τούτου, το Σκυριανό αλογάκι και η ιστορία του είναι συνυφασμένα με την ελληνική ιστορία και τους θρύλους: Υπενθυμίζεται άλλωστε ότι τα αρχαιοελληνικά άλογα δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλά ή μεγαλόσωμα, αλλά φημίζονταν για το ότι ήταν συμπαγή και γεροδεμένα. Λέγεται πως το Σκυριανό αλογάκι είναι απόγονος των αλόγων που είχε πάρει ο Αχιλλέας μαζί του στην Τροία: Ο Ξάνθος και ο Βαλίος, τα άλογα που έσερναν το άρμα του ήρωα, απαθανατίστηκαν από τον Όμηρο, αλλά και τον Κ.Π. Καβάφη στα «Άλογα του Αχιλλέως». Σύμφωνα με τον θρύλο, τα είχε δώσει ο Ποσειδώνας σαν γαμήλιο δώρο στον γάμο των γονιών του, του Πηλέα και της Θέτιδας. Γονείς τους ήταν η Ποδάργη και ο Ζέφυρος, και ήταν αθάνατα.
Επίσης, η φυλή εκτιμάται ότι μπορεί να συνδέεται και με τα άλογα του Μεγάλου Αλεξάνδρου: Υπενθυμίζεται πως ο Βουκεφάλας – το άλογο που αγάπησε ο Μακεδόνας βασιλιάς και τον συντρόφεψε μέχρι την Ινδία, σε μεγάλη ηλικία- περιγράφεται ως ένα μάλλον μικρόσωμο, αλλά πολύ γεροδεμένο θεσσαλικό άλογο, χαρακτηριστικά που άλλωστε μοιράζονταν οι περισσότερες ελληνικές φυλές αλόγων.
Άλλες θεωρίες συνδέουν το Σκυριανό αλογάκι με τα άλογα που εμφανίζονται στην πομπή των Παναθηναίων, στη Ζωφόρο του Παρθενώνα. Σε κάθε περίπτωση, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του National Geographic, ανεξαρτήτως του αν ισχύουν ή όχι αυτές οι θεωρίες, τα στοιχεία δείχνουν πως πρόκειται για μια φυλή η οποία επιβιώνει σχετικά απομονωμένη στην Ελλάδα εδώ και χιλιάδες χρόνια.
Όσον αφορά στην προέλευσή τους, θεωρείται πως είναι συγγενείς με ορεσίβιες φυλές μικρόσωμων αλόγων, που μετανάστευσαν από την Αλάσκα κατά μήκος της Ασιατικής Ορεινής αλυσίδας και έφτασαν στην Ευρώπη πριν από 12000 χρόνια. Εκτιμάται πως στην Σκύρο τα έφεραν οι Αθηναίοι τον 5ο αιώνα π.Χ.
Οι μεγαλύτερες απειλές για το Σκυριανό αλογάκι είναι οι υπερβοσκημένοι βοσκότοποι, η μη ελεγχόμενη αναπαραγωγή , η μη ενίσχυση των κατόχων των αλόγων και η κατά περιπτώσεις κακή ιπποκομική πρακτική. Σημειώνεται ότι συχνό φαινόμενο ήταν οι ιδιοκτήτες να αφήνουν ελεύθερα τα γαϊδούρια και τα μουλάρια τους, με αποτέλεσμα να μη γίνεται ελεγχόμενη αναπαραγωγή και να γεννιούνται πολλά μουλάρια αντί για άλογα.