Σμιθίτσα: Η Άγνωστη Ιστορία Της Γάτας Που Έσωσε Τον Νίκο Καζαντζάκη

Σμιθίτσα: Η Άγνωστη Ιστορία Της Γάτας Που Έσωσε Τον Νίκο Καζαντζάκη

Ποια ήταν η Σμιθίτσα – Η τεράστια αγάπη του Νίκου Καζαντζάκη και οι αναφόρες που έκανε για αυτές σε επιστολές του προς τη γυναίκα του Ελένη. Πώς η Σμιθίτσα τον έσωσε από δηλητηρίαση, η καθοριστική της παρέμβαση – Το περιστατικό όπως το διηγείται ο σπουδαίος Νίκος Καζαντζάκης.

Πρώτα από όλα πρέπει να σας πω ότι ο Καζαντζάκης είχε μεγάλη αγάπη για τις γάτες και μια γάτα του είχε κλέψει την καρδιά όταν έμενε στην Αίγινα! Πότε έμενε στην Αίγινα; Από το 1931 και για καμια δεκαπενταριά χρόνια, όπου έγραφε ασταμάτητα, παρέα με αυτή τη γάτα, ενώ και όταν έκανε τα ταξίδια του συχνα πυκνά γυρνούσε εκεί. Αναφορές στη γάτα του μπορούμε να βρούμε στις επιστολές στη γυναίκα του Ελένη – αναφορές που αποκαλύπτουν την αγάπη του για τα ζώα και ειδικά για αυτά τα πανέμορφα μικρά αιλουροειδή.

Και το όνομα αυτής.. Σμιθίτσα! Αυτό το όνομα το πήρε από το ‘Σμιθευς’, που ήταν χαϊδευτικό του θεού Απόλλωνα, που είχε εκτός των άλλων την φήμη του εξολοθρευτή ποντικών! Σε 3 επιστολές υπάρχουν αναφορές στην περίφημη Σμιθίτσα! Βρήκα αυτες τις αναφορές σε σχετικό άρθρο στην Εφημερίδα των Συντακτών και σας τις επισυνάπτω:

Η πρώτη ήταν από τις 17 Φλεβάρη του 1943 και μιλάει για την λεκτική επικοινωνία του μαζί της και τις τρυφερες στιγμές τους:

«… Εγώ εδώ τα βολεύω, οι φίλοι με καλούν τραπέζι, φοβούμενοι μην πάθω ασιτία… Η Σμιθίτσα μεγαλώνει, τρώει, τη γύμνασα σχεδόν τέλεια. Εμαθε το βράδυ, όταν πέσω να κοιμηθώ, ν’ αποσύρεται στα ιδιαίτερά της… Μόλις όμως αρχίζει να ξημερώνει, τρέχει και μου χτυπάει, δηλαδή μου τσαγκρουνάει την πόρτα. Αν είναι πολύ πρωί, της φωνάζω “Ακόμα!”. Στη αρχή δεν ήξερε τι θα πει “Ακόμα” και επέμενε, μα τώρα αρχίζει να καταλαβαίνει. Φωνάζω “Ακόμα!” πολύ δυνατά κι αποσύρεται. Μετά μισή ώρα ξανάρχεται και ανοίγω. Πρώτα χαιρετάει τα πόδια μου, ύστερα μ’ ένα νεανικότατο πήδημα σαλτέρνει στο κρεβάτι και καθίζει απάνω στο στήθος μου και ρονρονίζει στο αυτί μου. Γράφω, διαβάζω στο κρεβάτι, βρίσκει μια θέση, κυρίως στον ώμο ή στα γόνατα, και περιμένει να τελειώσω τη μυστηριώδη αυτή άσκοπη εργασία –έτσι νομίζει και έτσι είναι– που κάνω. Σηκώνουμαι τότε και τρέχει πίσω μου και η ουρά της γίνεται κυπαρίσσι…»

H δεύτερη γράφτηκε στις 25.3.1943 και περιγράφει τα ξυπνήματα που κάνει στον συγγραφέα η Σμιθίτσα καθώς και το πόσο δεν ενέκρινε τα φαγητά που της ετοίμαζε

«[…] αν δεν ερχόταν ξημερώματα η Σμιθίτσα να με ξυπνήσει, δε θα ξυπνούσα. Ερχεται ρονρονίζοντας και παίρνει το τελευταίο της γλυκοΰπνι στο κρεβάτι μου. Πάλι καλά. Αληθινά Σας λέω, κατάντησε να’ χει ανθρώπινη έκφραση και ξύπνησε μέσα μου ό,τι γατίσιο έχω κι άρχισα να μιμούμαι το μιαούρισμά της, θυμωμένο, τρυφερό, αναλόγως. Φαντάζομαι πως, αν ένας άνθρωπος ζήσει χρόνια στην έρημο μ’ ένα ζώο, η αφομοίωση σιγά-σιγά θα εκδηλωθεί, θα ξεπέφτει ο άνθρωπος, θ’ ανεβαίνει το ζώο κι ύστερα από κάμποσα χρόνια η διαφορά τους θα ’ναι ανεπαίσθητη. Τώρα βλέπω με τι ενδιαφέρον, σκαρφαλωμένη στον ώμο μου, η Σμιθίτσα αυτή παρακολουθεί τι γράφω – ακόμα δεν καταλαβαίνει περί τίνος πρόκειται, μα θα καταλάβει… […] Επειτα τι άθλια που μαγειρεύω! Η Σμιθίτσα με κοιτάζει, άμα της βάλω το φαΐ της, κι έπειτα σκύβει, μυρίζεται ξανά το φαΐ, με ξανακοιτάζει με παράπονο κι έκπληξη, σα να μου λέει: “Τι’ ναι αυτό, στο θεό Σου; Φαΐ είναι αυτό; Μήτε για σκυλιά!» Τι να κάμω; Πότε πολύ λάδι, πότε λίγο και δεν κατάφερα ακόμα ανθρώπινες (μήτε γατίσιες) τηγανίτες».

Ενώ η τρίτη επιστολή γράφτηκε στις 28.03.1943 και περιράφει τα κυνήγια της Σμιθίτσας, με θύματα ανυποψίαστες πεταλουδίτσες:

«Η Σμιθίτσα όλο στην αυλή και κυνηγάει πεταλούδες. Τινάζεται ανάερα, σηκώνει τα μπροστινά πόδια και τις αρπάζει – σώζω όσες μπορώ. Μα τα μουστάκια της είναι συχνά πασπαλισμένα από τη χρυσή σκόνη, που ’χουν οι φτερούγες της πεταλούδας…»

Πως η Σμιθίτσα έσωσε τον Καζαντζάκη

Ε λοιπόν, αυτό το μικροσκοπικό πλασματάκι κατάφερε να σώσει τον Καζαντζάκη με τον πιο απρόβλεπτο τρόπο! Ήταν τότε, στην Κατοχή, το 1943 που ο Καζαντζάκης καθόταν στο γραφείο του απορροφημένος και έγραφε κοντά στη σόμπα και η Σμιθίτσα κατά την προσφιλή της συνήθεια καθόταν δίπλα του και τον παρακολουθούσε μια και όπως λέει η γυναίκα του Ελένη απολάμβανε το “γρατσούνισμα της πένας του τροφοδότη της στο λευκό χάρτη”. Αξάφνου η Σμιθίτσα παραπαίει και πέφτει κάτω! Ο συγγραφέας πετάγεται πάνω αναστατωμένος και την παίρνει αγκαλιά και μετακινείται στον διάδρομο. Το επόμενο που θυμάται είναι να ξυπνάει το επόμενο πρωί, παγωμένος πάνω στα πλακάκια. Είχε λιποθυμήσει!

Η Σμιθίτσα με τον τρόπο της τον έσωσε από το μονοξείδιο του άνθρακα του μαγκαλιού, γιατί η μετακίνησή τους στον διάδρομο ήταν αρκετή για να μην ολοκληρωθεί η δηλητηρίασή τους! Μετά από αυτό το περιστατικό ο Καζαντζάκης, εμφανώς ευγνώμονας αναφέρει: «Η Σμινθίτσα προοδεύει… Αν μείνει μερικούς μήνες μαζί μου, ή θα μάθω να νιαουρίζω ή θα μάθει να μιλά ελληνικά τσάτρα-πάτρα…».

Τις πληροφορίες για αυτό το περιστατικό τις έμαθα από την επιστολή που του έστειλε η γυναίκα του Ελένη που σας επισυνάπτω αμέσως παρακάτω:

«Ο Νίκος δούλευε δίπλα στη σόμπα με τη γατούλα στον ώμο του. Της άρεσε πολύ της Σμιθίτσας να παρακολουθεί τα γρατσουνίσματα της πένας του τροφοδότη της πάνω στο άσπρο χαρτί. Ξάφνου, εκείνο το απόβραδο, η Σμιθίτσα έπεσε ξερή στο πάτωμα. Ανήσυχος ο Νίκος τινάχτηκε απάνω, πήρε τη γάτα στην αγκαλιά του, άνοιξε την πόρτα… Την άλλη μέρα το πρωί ξύπνησε κοκαλιασμένος πάνω στα πλακάκια, στο διάδρομο, και με φοβερό πονοκέφαλο. Η Σμιθίτσα έβαλε πολλές μέρες να συνέλθει από τη δηλητηρίαση, που της προκάλεσε το ανθρακικό οξύ της σόμπας».

Related posts

5/10 «Pet Day» Γιορτή με υιοθεσίες, συμβουλευτική από εκπαιδευτές και δραστηριότητες απο το Δήμο Νέας Σμύρνης και την Αστική Πανίδα του Δήμου Αθηναίων

Ηράκλειο: Εγκατέλειψε το σκυλάκι του λίγο πριν επιβιβαστεί στο πλοίο

Συγκινεί ο Γ. Σκιαδαρέσης: Αυτός είναι ο Σέρλοκ που κάποιοι είχαν παρατήσει μωρό σε βραχονησίδα να πεθάνει