Σε ένα χωριό της Χαλκιδικής περνούσε ο πατήρ Ησύχιος με το λείψανο της Αγίας Άννης και στην αυλή ενός σπιτιού αντίκρισε μια γυναίκα η οποία έκλαιγε και τραβούσε τα μαλλιά της για το αλογάκι της που, εκείνη την ώρα, ήταν κατά γης και άφριζε.
–Τι έχει χριστιανή μου το αλογάκι σου;
–Αχ, Πάτερ μου, θα ψοφήσει! Μου το είπε ο κτηνίατρος και δεν έχω άλλο, η καημένη!
–Μη κλαις, θα γίνει καλά! Έχω μαζί μου την Αγία Άννα. Θα διαβάσουμε στην χάρη της μία Παράκληση και θα κάνουμε Αγιασμό.
Έπειτα από τις προσευχές, πότισε το ζώο με αγιασμό και –ώ, του θαύματος!– το ζώο αμέσως σηκώθηκε και περπατούσε.
Ενώ γίνονταν αυτά, δύο κτηνίατροι που ήταν στον επάνω δεύτερο όροφο, άρχισαν να κατηγορούν τον ευλαβή παπά λέγοντας: «Νάτος, ο καλόγερος! Ήρθε να πάρει το πενηντάρικο της δυστυχισμένης γυναίκας. Για πάμε να τον πειράξουμε!».
Πλησίασαν και του λέγουν: «Τι κάνεις, παπά; Έκανες καλά το άλογο;». Και ο παπάς, με ύφος αυστηρό, τους απαντά: «Θεομπαίχτες! Δεν ντρέπεσθε να με κατηγορείτε ότι ήλθα να πάρω τα λεφτά της γυναίκας;
Περιμένετε και θα δείτε το θαύμα!». Εκείνοι, έπειτα από την θεραπεία του ζώου, έμειναν άφωνοι. Εζήτησαν συγχώρεση και αναχώρησαν…
Από το περιοδικό «Ο Όσιος Γρηγόριος», περίοδος β΄, έτος 1982, αριθμ. τευχ. 7, σελ. 80, 88–92.