Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι μια από τις θεομητορικές εορτές της Χριστιανοσύνης, σε ανάμνηση της χαρμόσυνης αναγγελίας από τον αρχάγγελο Γαβριήλ προς την Παρθένο Μαρία ότι πρόκειται να γεννήσει τον Υιό του Θεού.
Τιμάται από την Εκκλησία στις 25 Μαρτίου, και στον ελληνικό χώρο συμπίπτει με τον εορτασμό της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Την αυτή ημέρα γιορτάζουν όσοι και όσες φέρουν τα ονόματα Ευάγγελος και Ευαγγελία.
Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Λουκά (α’ 26-38), ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου συνέβη έξι μήνες μετά τη θαυμαστή σύλληψη του Ιωάννη του Προδρόμου από την Ελισάβετ, τη γυναίκα του Ζαχαρία, όταν ο αρχάγγελος Γαβριήλ στάλθηκε από τον Θεό προς την Παρθένο Μαριάμ (Μαρία) για να της ανακοινώσει ότι θα φέρει στον κόσμο τον Υιό του Θεού. Εκείνη την περίοδο, η Μαρία ζούσε στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και ήταν μνηστευμένη με τον ξυλουργό Ιωσήφ. Ο Γαβριήλ εμφανίσθηκε ξαφνικά μπροστά στη Μαρία και της απηύθυνε τον χαιρετισμό: «Χαίρε κεχαριτωμένη, ο κύριος μετά σου». Η νεαρή γυναίκα ήταν λογικό να πανικοβληθεί, αλλά ο αρχάγγελος την καθησύχασε: «Μη φοβού Μαριάμ, εύρες γαρ χάριν παρά τω Θεώ. Και ιδού συλλήψη εν γαστρί και τέξη υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν».
Μόλις συνήλθε από την ταραχή, η Μαρία γεμάτη απορία ρώτησε τον αρχάγγελο πώς θα συλλάβει, αφού δεν γνωρίζει τον άνδρα. Ο Γαβριήλ της αποκρίθηκε ότι το Άγιο Πνεύμα θα την καλύψει σαν σύννεφο και θα ενεργήσει αφανώς και μυστηριωδώς τη σύλληψη του Υιού του Θεού. Και για να γίνει πιο πιστευτός επικαλέστηκε τη θαυμαστή σύλληψη του Ιωάννου του Προδρόμου από την Ελισάβετ. Η Μαρία πείστηκε από τα λόγια του Γαβριήλ («Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου») και ο αρχάγγελος Γαβριήλ «απήλθε».
Η εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου καθιερώθηκε γύρω στον 4ο αιώνα και μετά τον ορισμό της εορτής των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου. Ως είναι ευνόητο, μεταξύ των δύο αυτών εορτών υπάρχει στενή σχέση και έπρεπε ο εορτασμός του Ευαγγελισμού να τοποθετηθεί 9 μήνες πριν από τη Γέννηση του Χριστού, ήτοι στις 25 Μαρτίου.
Την ημέρα του Ευαγγελισμού παραμένει η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, με μία εξαίρεση. Η Εκκλησία επιτρέπει την ψαροφαγία («κατάλυσις ιχθύος», σύμφωνα με την εκκλησιαστική ορολογία), όπως και την Κυριακή των Βαΐων, λόγω της σπουδαιότητας της γιορτής.
Το έδεσμα της ημέρας είναι ο μπακαλιάρος με ή χωρίς σκορδαλιά. Ο παστός μπακαλιάρος που καταναλώνουμε, εμφανίστηκε στο ελληνικό τραπέζι περί τον 15ο αιώνα και με την πάροδο του χρόνου καθιερώθηκε ως το πιάτο της εορτής του Ευαγγελισμού. Με εξαίρεση τα νησιά, όπου υπήρχε πάντα φρέσκο ψάρι, στην υπόλοιπη Ελλάδα ο παστός μπακαλιάρος ήταν η φθηνή και εύκολη λύση. Ιστορικά, εκείνοι που έστελναν στην Ελλάδα μεγάλες ποσότητες μπακαλιάρου ήταν οι Άγγλοι, οι οποίοι τον αντάλλασσαν με σταφίδα.
Παλαιότερα πιστευόταν ότι το βράδυ της παραμονής του Ευαγγελισμού ανοίγουν οι ουρανοί και ό,τι προλάβεις να ζητήσεις την στιγμή εκείνη θα το αποκτήσεις. Γι’ αυτό έλεγαν ότι όποιος γεννιέται την ημέρα αυτή είναι τυχερός σε όλη την ζωή.
Του Ευαγγελισμού θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες γιορτές, γι’ αυτό επιβάλλεται αποχή από κάθε δουλειά.
Με πληροφορίες από: sansimera.gr