Ο Ιερός Ναός του Αγίου Δημητρίου βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη και είναι αφιερωμένος στον Άγιο Δημήτριο, τον πολιούχο της πόλης.
Βρίσκεται στην ομώνυμη οδό και είναι πεντάκλιτη βασιλική του «ελληνιστικού τύπου», αλλά με πολλά ιδιαίτερα και σπάνια χαρακτηριστικά σε σχέση με άλλους ναούς της ίδιας περιόδου στην Ελλάδα.
Η Κρύπτη του Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου
Η είσοδος της κρύπτης βρίσκεται δίπλα από τον δεξιό πεσσό του ιερού βήματος και οδηγεί στο χώρο εκείνο που σύμφωνα με την παράδοση φυλακίσθηκε, μαρτύρησε και τάφηκε ο Άγιος Δημήτριος.
Πρόκειται για το ανατολικό τμήμα του μεγάλου ρωμαικού λουτρού που βρισκόταν κοντά στην αγορά και το στάδιο για την εξυπηρέτηση των αθλητών.
Η Κρύπτη του Ναού του Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη αναφέρεται στο σύμπλεγμα στοών και διαδρόμων, οι οποίοι υποβαστάζονται από ισχυρούς στύλους κάτω από το Ιερό Βήμα και αποτελούσε το ανατολικό τμήμα του Ρωμαϊκού λουτρού.
Στη ρωμαϊκή περίοδο ο χώρος ήταν ισόγειο και το λουτρό στο σημείο αυτό διώροφο, λόγω της κλίσης του εδάφους. Στην τελευταία ρωμαϊκή φάση το κτίσμα είχε στο κέντρο κρήνη με πέντε κόγχες, που πλαισιώνονταν από στοές.
Τον 5ο αι. μετά την ίδρυση του πρώτου μεγάλου Ναού το ισόγειο διαμέρισμα των λουτρών ενσωματώνεται στον ήδη υπάρχοντα χώρο ως χώρος του Μαρτυρίου και Κρύπτη. Αρχικά στην Κρύπτη οι πιστοί Θεσσαλονικείς τιμούσαν τον Άγιο μέσω του αγιάσματος, που ελάμβαναν από την κρήνη στην οποία έρρεε από πηγάδι που σώζεται μέχρι και σήμερα βόρεια του Ιερού.
Μετά τον 10ο αι. η κρήνη συνδέεται με το Μύρο που συνέλεγαν οι πιστοί από τις δεξαμενές της με διάφορα αγγεία, πήλινα, γυάλινα ή μεταλλικά. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα «κουτρούβια», μολύβδινα μικρά δοχεία στο σχήμα παλαιοχριστιανικών ευλογιών.
Το Μύρο το φύλαγαν και σε περίοπτα φυλακτά ή κιβωτίδια από πολύτιμα μέταλλα, που επέτρεπαν τη μεταφορά του σε μακρινές χώρες. Η εξάπλωση που είχαν τα αντικείμενα αυτά στον χριστιανικό κόσμο υπήρξε μεγάλη, γεγονός που φανερώνει τη διάδοση της τιμής του Αγίου.
Στον χώρο της Κρύπτης υπάρχει και Παρεκκλήσιο με διάτρητο άνοιγμα στην ανατολική κόγχη του. Στους παλαιοχριστιανικούς χρόνους επικοινωνούσε με την κρήνη του αγιάσματος, αλλά και με το ιερό του Ναού. Πιθανότατα είναι και ο τόπος όπου ακριβώς μαρτύρησε ο Άγιος Δημήτριος Μυροβλύτης. Στο κεντρικό μέρος της Κρύπτης, στον ημικυκλικό χώρο της αψίδος και σε μικρή απόσταση από τον ρωμαϊκό τοίχο με τις πέντε κόγχες προσετέθη διάδρομος με ημικυκλικό Κιβώριο, που φράσσεται με θωράκια με σταυρούς επάνω σε χαμηλή και ανάγλυφη βάση, η οποία έφτανε αρχικώς μέχρι των εκατέρωθεν αρχαίων τοίχων της αψίδος, αποκλείοντας έτσι ολόκληρο τον τοίχο με τις κόγχες.
Η βάση αυτή στον νότιο διάδρομο διακόπτεται σε μικρή απόσταση από τον τοίχο της αψίδος. Πιθανώς υπήρχε εκεί αρχικώς πύλη, διότι στο άκρον της βάσης παρατηρείται τριγωνική λάξευση. Το Κιβώριο αποτελεί και τον χώρο όπου έρρεε το αγίασμα και το μύρο, το οποίο εξήρχετο, όπως αναφέρεται στις ιστορικές πηγές και τους εγκωμιαστικούς λόγους προς τιμήν του Μεγαλομάρτυρος Αγίου Δημητρίου, από τις πληγές του παναγίου σώματός του. Αυτό αποδεικνύεται και από τις σωληνώσεις και τους υδαταγωγούς που διακλαδίζονται δεξιά και αριστερά στις δεξαμενές, οι οποίες διέρχονται κάτω από το ιερό του Ναού, ξεκινώντας από το φρέαρ και καταλήγοντας στη μικρή μαρμάρινη φιάλη, η βάση της οποίας φαίνεται ακόμη έμπροσθεν του Κιβωρίου. Το Κιβώριο αποτελείται από επτά κιονίσκους, που βαστάζουν υψηλομέτωπα ανάγλυφα μαρμάρινα τόξα.
Εκατέρωθεν της δεξαμενής του Κιβωρίου προστέθηκαν θωράκια, ώστε να δημιουργηθούν τρεις κλειστοί χώροι, όπως βρέθηκαν κατά την αποχωμάτωση της Κρύπτης. Οι ιδιαίτερες συνθήκες του χώρου δεν επέτρεπαν την προέκταση του ναού προς ανατολάς, με αποτέλεσμα ο τάφος του Αγίου να μην μπορεί να συμπέσει εντός του κυρίως Ναού, της μεγάλης βασιλικής του Λεοντίου, αλλά εντός του Ιερού Βήματος, κάτω από την Αγία Τράπεζα.
Πιθανότατα για λόγους λειτουργικότητας του χώρου, για να εξυπηρετούνται οι ανάγκες των πιστών που ήθελαν να προσκυνούν τον τάφο του Μάρτυρος και ένεκα της αρχαίας παράδοσης της ανατολικής Εκκλησίας σε παρόμοιες περιπτώσεις, όπως συνέβη με τον τάφο του Αποστόλου Βαρνάβα της Κύπρου και του Αγίου Βαβύλα, ο οποίος μεταφέρθηκε από την Αντιόχεια στη Δάφνη, ο τάφος του Αγίου Δημητρίου μεταφέρθηκε στον νέο Ναό προς το κέντρο, εντός αργυράς λάρνακος, εις το αργυρούν Κιβώριον, το οποίοευρίσκετο «πρὸς τοῖς λαοῖς πλευροῖς». Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας η Κρύπτη καταχώνεται και ξαναβρίσκεται μετά την πυρκαγιά του 1917, οπότε και ακολουθεί η αναστήλωσή της.
Φωτογραφία: Τρύφωνας Νακος @trifonak
Ιστορία Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου
Ο Ιερός Ναός του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτου κτίσθηκε στα μέσα του 5ου αι. από τον έπαρχο του Ιλλυρικού Λεόντιο πάνω στον τάφου του Αγίου Δημητρίου, ο οποίος μαρτύρησε ως χριστιανός με το στρατιωτικό αξίωμα του ανθυπάτου επί του αυτοκράτορος Μαξιμιανού (292-311), που διέταξε «λόγχαις ἀναιρεθῆναι τὸν μάρτυρα» μετά την ήττα του Δανδήλου παλαιστού Λυαίου από τον μαθητή του Δημητρίου Νέστορα στον χώρο του Σταδίου της πόλεως. Μεγάλη πυρκαγιά μεταξύ των ετών 629 και 639 κατέστρεψε μεγάλο μέρος αυτού του κτηρίου.
Η ευσέβεια του λαού της Θεσσαλονίκης με επικεφαλής τον Επίσκοπο Ιωάννη τον ξανακτίζει διευρύνοντάς τον. Το 904 ο Ναός Αγίου Δημητρίου λεηλατήθηκε από τους Σαρακηνούς και αρπάχτηκε σε κομμάτια το ιερό «Κιβώριο». Άλλη διαρπαγή νέου «Κιβωρίου» σημειώνεται από τους Νορμανδούς 281 χρόνια αργότερα, όταν καταλήφθηκε η πόλη από αυτούς το 1181.
Η Μετατροπή σε Τζαμί και η Πυρκαγιά
Το 1493 ο Ναός μετατρέπεται σε τζαμί από τους Τούρκους. Στο βορειοδυτικό μέρος του Ναού μεταφέρεται το κενοτάφιο του Αγίου και απομονώνεται από το Τζαμί. Με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912 ο Ναός επαναλειτουργεί ως χώρος λατρείας – τιμής του Αγίου Δημητρίου. Η πυρκαγιά της 5ης και 6ης Αυγούστου του 1917 αποτεφρώνοντας τα δύο τρίτα της Θεσσαλονίκης μετέβαλε σε ερείπια και τον ιστορικό Ναό, ο οποίος επί χίλια πεντακόσια συνεχή έτη αποτελούσε το κόσμημα και το καύχημα της δεύτερης πρωτεύουσας του ελληνικού Γένους.
Αναστύλωση μετά την Πυρκαγιά
Αναστηλωτικές εργασίες αποκατέστησαν την αρχική του μορφή. Για το ιστορικό του Ναού του Αγίου Δημητρίου και για την τιμή του Μυροβλήτου Μάρτυρος υπάρχουν πλούσιες πηγές, από τις οποίες μπορεί να σχηματιστεί όχι απλά μια ιστορική εικόνα, αλλά και να κατανοηθεί η ιδιαιτερότητα της ιστορίας της Θεσσαλονίκης, που έζησε παράλληλα και άρρηκτα συνδεδεμένη με την τιμή του Μυροβλήτη και προστάτης της Αγίου Δημητρίου. Με το διάταγμα των Μεδιολάνων, που υπέγραψε ο Μέγας Κωνσταντίνος το 313 μ.Χ., οι Θεσσαλονικείς Χριστιανοί ελεύθερα πλέον έσπευσαν αμέσως να τιμήσουν τον συμπολίτη τους μάρτυρα Άγιο Δημήτριο, χτίζοντας έναν μικρό Ναό «οικίσκο» στο χώρο όπου είχε μαρτυρήσει και ταφεί, κοντά στο υπόγειο ερειπωμένου ρωμαϊκού λουτρού δίπλα στο Στάδιο της πόλεως:
…οἰκία φορητοῖς ἐπικεχωσμένη καὶ στενουμένη ὑπὸ τῶν περιβόλων τοῦ δημοσίου λουτροῦ και τοῦ σταδίου.
Ο χώρος αυτός του Ναΐσκου του Αγίου Δημητρίου γρήγορα έγινε κέντρο της λατρείας – τιμής του. Απ’ όλα τα μέρη συνέρρεαν οι πιστοί, άλλοι για να προσευχηθούν στον τάφο του Μεγαλομάρτυρος και άλλοι για να θεραπευθούν από βαριές ασθένειες με το μύρο που ανέβλυζε από τον τάφο του Αγίου Δημητρίου. Μεταξύ των προσκυνητών ήταν και ο έπαρχος του Ιλλυρικού Λεόντιος από το Σίρμιο, ο οποίος θεραπεύθηκε τελείως από ασθένεια που έπασχε. Ο Λεόντιος από ευγνωμοσύνη προς τον Άγιο Δημήτριο έκτισε στα 413 στην ίδια θέση του μικρού Ναού νέο επιβλητικό Ναό που με διάφορες προσθήκες, επισκευές και διαρρυθμίσεις σώθηκε μέχρι τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917, οπότε και καταστράφηκε, για να αναστηλωθεί στη συνέχεια «ἐκ βάθρων».
Ο Προστάτης Άγιος Δημήτριος και ο Ιερός Ναός
Αν και έχουν περάσει τόσοι αιώνες από τον καιρό της κατασκευής της και έχει ταλαιπωρηθεί από τον χρόνο, σεισμούς, πυρκαγιές και αναστηλώσεις, διατηρεί τη γνησιότητα και το πνεύμα της μεγαλοφροσύνης που ξεχωρίζει την αρχιτεκτονική της εποχής, καθώς και την έξοχη και διαχρονική καλλιτεχνική αξία και αισθητική, όπως μπορούμε να κρίνουμε από όσα μέρη διασώθηκαν. Κατανοούμε λοιπόν τους λόγους για τους οποίους η Βασιλική του Αγίου Δημητρίου κυριαρχεί λειτουργικά και οπτικά επί σειρά αιώνων στη Θεσσαλονίκη, μια και υπήρξε όχι μόνο το κέντρο της τιμής του Αγίου Δημητρίου, πολιούχου και προστάτη της πόλεως, αλλά και ο κατεξοχήν λατρευτικός χώρος της πρωτεύουσας της μακεδονικής γης, όπου η χριστιανική πίστη συνδέθηκε άμεσα και άρρηκτα με τις παραδόσεις και την ιστορία του Ορθόδοξου Ελληνικού Έθνους.
ekklisiaonline .gr