Τέτοια είναι τα παραδείγματα που θέλουμε να αναδεικνύονται σε μια κοινωνία, όπου ο καθένας νιώθει ελεύθερος να εκφράσει αυτό που είναι και να πάρει τις δικές του επιλογές για την δίκη του προσωπική ζωή.
Λένε πως τα πτυχία και τα πλούτη δεν σε κάνουν και άνθρωπο κοινωνικά μορφωμένο. Η ιστορία της κυρίας Παντελίτσας Φρίξου από το χωριό Ξυλοφάγου είναι ίσως ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά παραδείγματα της ρήσης αυτής. Είναι 75 χρόνων, χήρα και μητέρα τριών παιδιών, το ένα εκ των οποίων πάντρεψε πρόσφατα.
Η ιστορία της υπεροχής μητέρας Παντελίτσα Φρίξου
Η κυρία Άντρη Κούννου δημοσίευσε το ρεπορτάζ στο κυπριακό Ρεπορτερ Online, με τίτλο «Παντελίτσα Φρίξου: Η μάνα πρέπει να πονεί τα παιδιά της».
Μιλώντας γι’ αυτό τον γάμο, βουρκώνει συγκινημένη, δηλώνοντας περήφανη και πανευτυχής, όχι μόνο για τον γιο της –συγγραφέα Μάριο Φρίξου– αλλά και για τον σύζυγό του, Φάνο Ελευθεριάδη. Ανοίγοντας την ψυχή της στον ΡΕΠΟΡΤΕΡ, η κυρία Φρίξου μιλά για τον δικό της αγώνα ζωής, στέλνοντας παράλληλα ένα ηχηρό μήνυμα στις μητέρες που εξακολουθούν να αρνούνται να αποδεχθούν τα παιδιά τους έτσι όπως γεννήθηκαν.
«Γεννήθηκα στην Ξυλοφάγου το 1941, όταν ακόμα οι μαμμούδες ξεγεννούσαν στα σπίτια. Έτσι ήρθα κι εγώ στον κόσμο. Ήμουν το δεύτερο από τα 12 παιδιά μιας οικογένειας που δεν ήταν εύπορη. Ήταν δύσκολες οι εποχές. Πήγα σχολείο μέχρι την τετάρτη τάξη του δημοτικού. Ήμουν έξυπνη και ήθελα να το συνεχίσω κι ας πήγαινα με τρυπημένα παπούτσια που γέμιζαν νερό όποτε έβρεχε. Με έβγαλαν, όμως, για να δουλέψω στα χωράφια και να φροντίσω τα μικρότερα αδέλφια μου. Εγώ τους έπλενα, τους έραβα, τους μαγείρευα. Από 14 χρονών ξυπνούσα στις 4:00 το πρωί για να ζυμώσω, διαφορετικά είχα να αντιμετωπίσω τη βέργα της μάνας μου. Από την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου στη δουλειά.
“Γέμιζα 60 μεγάλες κοφίνες με πατάτες τη μέρα. Μια φορά τον μήνα, μπορεί να τρώγαμε και κοτόπουλο»”, Παντελίτσα Φρίξου
«Στα 25 μου παντρεύτηκα τον άντρα μου με προξενιό. Ήταν ένας πολύ καλός άνθρωπος, που παρότι στην αρχή ήμουν διστακτική γιατί δεν τον ήξερα, στην πορεία τον αγάπησα. Αποκτήσαμε μαζί τρία αγόρια και δουλεύαμε και οι δύο σκληρά για να μην τους λείψει τίποτα. Πήγαινα στα χωράφια με ένα αγόρι 5 μηνών στην αγκαλιά. Στη μια κοφίνα είχα τον γιο μου και στην άλλη έβαζα πατάτες. Πότε στα χωράφια, πότε στους δρόμους να καθαρίζουμε, αργότερα εγώ ως καμαριέρα σε ξενοδοχεία και κείνος ως καθαριστής σκυβάλων στον δήμο. Εκ γενετής ανάπηρη κατά 45% στο ένα πόδι, μα ποτέ δεν μ’ ένοιαξε. Ούτε καν επίδομα δεν έπαιρνα, γιατί ήμουν αγράμματη γυναίκα και δεν ήξερα απ’ αυτά. Μόνο να είναι καλά τα παιδιά μου με ένοιαζε. Τίποτε άλλο».
«Ήταν Δεκαπενταύγουστος του 1991. Εγώ δούλευα και ο άντρας μου είχε πάει στη θάλασσα μαζί με τον μικρότερο γιο μας, τον Μάριο, που τότε ήταν μόλις 12 χρονών. Η θάλασσα είχε σηκώσει κύμα. Ο άντρας μου ήξερε καλό κολύμπι, μα ήταν φαίνεται η κακιά στιγμή. Τον παρέσυραν τα κύματα στους βράχους. Χτύπησε και στη συνέχεια πνίγηκε μπροστά στα μάτια του παιδιού μας. Εκείνη τη μέρα που μου το είπαν δεν θα την ξεχάσω ποτέ. ‘‘Ξέχασ’ τον τζύρην μας’’ μου είπε ο μεγαλύτερος γιος μου. Έκλαιγα μ’ αναφιλητά. Ήταν τόσο καλός άνθρωπος. Έμεινα μόνη μου με τρία παιδιά, 23, 17 και 12 ετών. Δεν είχα άλλη επιλογή από το να γίνω για εκείνα και μάνα και πατέρας, προσπαθώντας να μην τους στερήσω τίποτα. Ακόμα και όταν μπήκε στη ζωή μου ο καρκίνος και τα προβλήματα υγείας που μου στέρησαν τη μισή μου γλώσσα, δεν λύγισα».
Η συνέχεια της εξομολόγησης από την Παντελίτσα Φρίξου
«Θυμάμαι ήταν 17 χρονών ο Μάριος. Τον βρήκα στην πολυθρόνα του σαλονιού μας να κλαίει. ‘‘Γιατί κλαις γιε μου;’’ τον ρώτησα αμέσως. Εκείνος μου ζήτησε να καθίσω γιατί ήθελε να μου πει κάτι. Δεν περίμενα όμως ποτέ να ακούσω αυτό: ‘‘Μάνα είμαι ερωτευμένος με κάποιον άντρα. Είμαι ομοφυλόφιλος, δεν είμαι σαν τους άλλους άντρες. Γι’ αυτό κλαίω’’… Έμεινα για λίγο σιωπηλή. Ήθελα να κατανοήσω αυτό που μόλις είχα ακούσει. Δεν είχα καταλάβει τίποτα μέχρι τότε. Δεν ήταν θηλυπρεπής. Δεν ξέρω αν ο περίγυρός μας το είχε καταλάβει. Εγώ όμως όχι. Ήταν ένα σοκ στην αρχή. ‘‘Αν δεν με θέλεις, πες μου το και εγώ θα φύγω αμέσως από το σπίτι’’, ήταν τα λόγια του Μάριου, που αμέσως με ταρακούνησαν».
«Δεν μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μου μακριά από το παιδί μου. Μάνα σημαίνει να πονείς τα παιδιά σου. Να τα καταλαβαίνεις και να τα στηρίζεις. Όφειλα να είμαι δίπλα του”… ‘‘Να φύγεις να πάεις πού; Εδώ είναι το σπίτι σου κι εγώ σε αγαπώ και θα σε αγαπώ το ίδιο. Μου αρκεί να είσαι ευτυχισμένος κι εγώ δεν πρόκειται να μπω εμπόδιο’’ του απάντησα όταν μου αποκάλυψε ότι είναι ομοφυλόφιλος. Κι ας μαράζωσα μέσα μου. Κι ας έκανα καιρό να το χωνέψω. Δεν μου το είπε κάποιος, μα ήξερα ότι αυτό που συνέβαινε στον γιο μου ήταν εκ γενετής. Ούτε με ψυχολόγους θα περνούσε ούτε με τίποτα.
“Έπραξα μόνη μου αυτό που θα έκανε ευτυχισμένο το παιδί μου και όχι τον κόσμο”, Παντελίτσα Φρίξου
Δεν είμαι μορφωμένη. Έπραξα μόνη μου αυτό που θα έκανε ευτυχισμένο το παιδί μου και όχι τον κόσμο. Νομίζω πως αυτό είναι και το σωστό».
«Στην αρχή σκέφτηκα και τα λόγια του κόσμου. Ζούμε σε ένα χωριό. Μια κλειστή κοινωνία που δεν ήξερα πώς θα αντιδρούσε. Ευτυχώς, όμως, δεν το άφησα να με επηρεάσει σε βάρος του παιδιού μου. Πήρα την απόφαση πως δεν θα άκουγα κανέναν, ό,τι και να έλεγε. Για μένα είχε περισσότερη σημασία να είναι καλά ο γιος μου και όχι τα λόγια του κόσμου. Έτσι πορεύτηκα τόσα χρόνια και δεν το μετάνιωσα στιγμή. Αφού τον αποδέχτηκα εγώ, η μάνα του, γιατί να μην τον αποδεχθεί και ο υπόλοιπος κόσμος; Του επέτρεψα να φέρνει τους φίλους του στο σπίτι και να συμπεριφέρεται όπως νιώθει. Έτσι σιγά-σιγά εξοικειώθηκα κι εγώ. Όταν άρχισε να ακούγεται στο χωριό, εγώ δεν το συζήτησα ποτέ με κανέναν. Μόνο κάποιοι συγχωριανοί μου είπαν ‘‘μεν μαραζώνεις τζιαι έχει πολλούς’’. Ούτε ντράπηκα ούτε προσπάθησα να το κρύψω από κανέναν. Ούτε όμως δέχτηκα ποτέ από κανέναν να μιλήσει άσχημα για κανένα από τα παιδιά μου».
«Ο άντρας μου δεν έζησε για να ακούσει αυτή την αποκάλυψη από τον Μάριο. Τον έζησα, όμως, και ξέρω από πρώτο χέρι πως ποτέ δεν θα έδιωχνε το παιδί μας από το σπίτι επειδή είναι ομοφυλόφιλος. Ήταν ένας άνθρωπος που πάντα πρόσφερε στους συνανθρώπους του. Απ’ αυτόν νομίζω πως πήρε και ο Μάριος, που κάνει το δικό του φιλανθρωπικό έργο μέσα από τα βιβλία του. Ο πατέρας του θα τον αγκάλιαζε και θα τον στήριζε, όπως οφείλει να κάνει κάθε σωστός γονιός που αγαπά το παιδί του. Δεν θα είχε πρόβλημα. Εξάλλου, ποιος γονιός διώχνει τα παιδιά του; Θα πεθάνει μετά και θα έχει το βάρος μέσα του».
«Τον άνθρωπο που επέλεξε ο γιος μου να έχει δίπλα του, εγώ τον αγαπώ σαν δικό μου παιδί. Όπως ακριβώς έχω και τις συντρόφους των άλλων παιδιών μου. Αυτό θεωρώ ότι είναι το σωστό. Ούτε όμως μπορώ να κρίνω τους δικούς του γονείς, που δεν αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο το δικό μου παιδί. Δεν τους γνωρίζω, γι’ αυτό και δεν έχω το δικαίωμα. Το παιδί τους, όμως, είναι πολύ καλό και μου δίνει χαρά που είναι μέλος της οικογένειάς μας».
«Όταν ο Μάριος μού ανακοίνωσε ότι θέλει να παντρευτεί τον Φάνο, του έδωσα την ευχή μου. Το όφειλα στο παιδί μου. Ράφτηκα και στολίστηκα, όπως έκανα όταν πάντρεψα και τα άλλα μου παιδιά. Βγήκα και κάλεσα στο χωριό και πήγα περήφανη στον γάμο τους. Δεν μπορούσα να μην πάω στον γάμο του παιδιού μου, επειδή για κάποιους ανθρώπους ήταν μη ‘‘φυσιολογικό’’. Εύχομαι κάποια στιγμή να καταλάβουν όλοι οι γονείς που φέρνουν στον κόσμο παιδιά με διαφορετική σεξουαλική ταυτότητα, πως είναι πολύ πιο σημαντικό να τα αγκαλιάζουν και να τα αποδέχονται όπως ακριβώς είναι, χωρίς να τα κρίνουν ή να προσπαθούν να τα αλλάξουν. Δεν είμαι μορφωμένη. Έπραξα μόνη μου αυτό που θα έκανε ευτυχισμένο το παιδί μου και όχι τον κόσμο. Νομίζω πως αυτό είναι και το σωστό».