Ένας κύριος είχε στο σπίτι του έναν παπαγάλο. Μια μέρα παρήγγειλε πετρέλαιο για την πολυκατοικία. Του έτυχε όμως μια επείγουσα δουλειά και είπε στον παπαγάλο όταν χτυπήσουν το κουδούνι από την ΒP να τους ανοίξει και να τους πει να βάλουν 1 τόνο πετρέλαιο.
Πράγματι σε λίγο χτυπά το κουδούνι, ανοίγει ο παπαγάλος και λέει από το θυροτηλέφωνο στον υπάλληλο της ΒΡ: “10 τόνους πετρέλαιο, 10 τόνους πετρέλαιο”.
Όταν γύρισε ο κύριος μόνο που δεν έπαθε εγκεφαλικό βλέποντας το πετρέλαιο να έχει πλημμυρίσει την είσοδο της πολυκατοικίας, το κλιμακοστάσιο, το λεβητοστάσιο και να τρέχει στο δρόμο.
Βουτάει από το λαιμό το παπαγάλο και τον ρωτά έξαλλος: “Πόσο πετρέλαιο τους είπες;”
“Παράγγειλα λίγο περισσότερο για να έχουμε, αφεντικό!”, απαντά ο παπαγάλος.
Τον αρπάζει αυτός και για να μην τον πνίξει του ανοίγει τα φτερά και τον καρφώνει στον τοίχο.
“Εκεί θα μείνεις”, του λέει, “Ακου 10 τόνους πετρέλαιο! 10 ώρες θα μείνεις κρεμασμένος μέχρι να καταλάβεις τι έκανες”.
Ο παπαγάλος που από το φόβο του καθόταν κρεμασμένος χωρίς να μιλάει για ώρες, κάποια στιγμή κοιτάζει στον απέναντι τοίχο που ήταν κρεμασμένος ένας μεγάλος Σταυρός με τον Εσταυρωμένο και του λέει:
“Φαντάσου πόσους τόνους πετρέλαιο είχες παραγγείλει εσύ για να σ έχει τόσα χρόνια κρεμασμένο τ αφεντικό!”.