Όταν ο Κωστίκας έλαβε ως δώρο έναν παπαγάλο, δε φανταζόταν ότι θα ήταν τόσο αθυρόστομος!
Προσπάθησε πολύ σκληρά να του μάθει καλούς τρόπους φροντίζοντας όταν είναι κοντά του να λέει μόνο όμορφες λέξεις, να ακούει κλασσική μουσική και οτιδήποτε άλλο μπορούσε να σκεφτεί που θα έκανε τον παπαγάλο του να αποβάλλει αυτό το λεξιλόγιο.
Τίποτα όμως δε βοηθούσε και μια μέρα απηυδισμένος άρχισε να του φωνάζει και φυσικά ο παπαγάλος ανταπέδιδε τα “καντίλια”. Όταν δε, άρχισε να τον ταρακουνάει, εκείνος άρχισε να τον βρίζει χειρότερα από ποτέ! Πάνω στα νεύρα του λοιπόν, ο Κωστίκας άρπαξε το πτηνό και το πέταξε στην κατάψυξη!
Για λίγα λεπτά ακούγονταν ακόμη οι κραυγές και τα βρισίδια του, μέχρι που έγινε απόλυτη ησυχία. Φοβούμενος μήπως έχει πάθει κάποιο κακό ο παπαγάλος του, ο Κωστίκας άνοιξε την πόρτα της κατάψυξης και αυτός βγήκε έξω ήρεμος, ανέβηκε στο χέρι του Κωστίκα και του είπε: “Πιστεύω πως ίσως σε προσέβαλα με το λεξιλόγιο και την αγενή συμπεριφορά μου. Ζητώ ειλικρινά συγνώμη και σκοπεύω να κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να επανορθώσω.”
Εντυπωσιασμένος ο Κωστίκας από την τεράστια αλλαγή έχει χάσει τα λόγια του. Δε μπορούσε να καταλάβει τι ήταν αυτό που έκανε τον παπαγάλο να αλλάξει τόσο πολύ μέσα σε τόσο λίγο χρόνο. Εκείνη τη στιγμή πετάγεται ο παπαγάλος και με ιδιαίτερη ευγένεια και χαμηλό τόνο στη φωνή, του λέει: “Όχι πως με νοιάζει, αλλά θα μπορούσα σας παρακαλώ να μάθω, τι ακριβώς έκανε η αξιότιμη γαλοπούλα που βρίσκεται εντός της κατάψυξης;“