Σημαίνει να σέβεσαι τον άνθρωπο εκείνο που αφήνει τη ματσάρα, που εσύ βλέπεις με τους κολλητούς σου, για να σου φέρει τα σουβλάκια και τις πίτσες που παρήγγειλες. Σημαίνει να σέβεσαι τον τύπο εκείνο που μες στη βροχή και το κρύο πήρε το ζεστό σου πακετάκι, πήρε το μηχανάκι κι οδήγησε μέχρι την γκαρσονιέρα σου -που ένας Θεός ξέρει πού τη βρήκες μέσα στα στενά και τις ερημιές. Σημαίνει να μάθεις επιτέλους πού μένεις και να δώσεις σωστές πληροφορίες για τη διεύθυνση παράδοσης.
Άλλο «Καποδιστρίου 2» κι άλλο «Καποδιστρίου 20», ένα μηδενικό καμιά φορά κάνει τη διαφορά.
Για να γεμίσεις εσύ το στομαχάκι σου κάποιος εργάστηκε γι΄αυτό και κάποιος άλλος έτρεξε για να στο παραδώσει εντός μισάωρου – άντε σαρανταπεντάλεπτου. Γιατί όταν πεινάς ο χρόνος κυλάει αργά. Και δεν τα λέω εγώ, αλλά οι παθόντες εκείνοι ντελιβεράδες που σε συνεργασία με το σουβλατζίδικο και την πιτσαρία της γειτονιάς φροντίζουν γι’ αυτό που θα φρόντιζε κι η μάνα σου -να μη κοιμηθείς νηστικός. Σε βγάζουν απ’ την δύσκολη εκείνη θέση «Τι να φάμε πάλι;» ή «Ποιος μαγειρεύει τώρα;».
Γίνονται καλοί σου φίλοι πια αφού συναντιέστε, αν όχι καθημερινά, τουλάχιστον τρεις με τέσσερις φορές εβδομαδιαίως και ξέρουν ακριβώς πώς και τι τρως.
Πάνω απ’ όλα είμαστε όλοι άνθρωποι κι οφείλουμε να σεβόμαστε τον συνάνθρωπο εκείνο που εργάζεται για να βγάλει τα προς το ζην του κάτω απ’ τις όποιες καιρικές κι εργασιακές συνθήκες. Άλλωστε κι εμείς το ίδιο κάνουμε, ο καθένας στο πόστο του. Καμιά δουλειά δεν είναι υποδεέστερη της άλλης.
Να σέβεσαι τον ντελιβερά όπως θα σεβόσουν κι εκείνον τον τύπο με το κοστούμι. Εκεί φαίνεται τι άνθρωπος είσαι, ανεξάρτητα απ’ το ποιον έχεις απέναντί σου και τι έχεις να κερδίσεις από αυτόν.