Το πρωί στη δουλειά παίρνει το Μήτσο τηλέφωνο ο κολλητός του και του λέει:
– Δεν θέλω να σε ταράξω αλλά αν πας αυτή τη στιγμή στο σπίτι σου θα πιάσεις τη γυναίκα σου στα πράσα με τον εραστή της.
– Τι λες τώρα; Μιλάς σοβαρά; ρωτάει ο Μήτσος.
– Αν δεν ήμουν σίγουρος δεν θα στο έλεγα, απαντάει εκείνος.
εύγει ο Μήτσος φουριόζος για το σπίτι. Μπαίνει σε ένα ταξί και λέει στον οδηγό να κάνει γρήγορα. Στη διαδρομή συνεχώς φυσούσε και ξεφυσούσε. Κάποια στιγμή ο οδηγός τον ρώτησε:
– Συγγνώμη κύριε, σας συμβαίνει κάτι; Σας βλέπω πολύ ανήσυχο.
– Με πήρε ο φίλος μου και μου είπε πως αύτη τη στιγμή η γυναίκα μου είναι στο σπίτι με τον εραστή της.
Φτάνουν τελικά και ο ταξιτζής λέει:
– Αν μου επιτρέπεται να ανέβω μαζί σας, γιατί στην ταραχή σας μπορεί να κάνετε κανένα κακό.
Ανεβαίνουν μαζί και πραγματικά βρίσκουν τη γυναίκα του Μήτσου στο κρεβάτι με τον εραστή της. Αρχίζει να φωνάζει ο Μήτσος:
– Ρε ‘σύ με τη γυναίκα μου, μέσα στο σπίτι μου, δεν ντρέπεσαι;
-Τι φωνάζεις; του απαντάει ο εραστής, ξέρεις ποιος είμαι εγώ;
– Όχι, ρε, δεν ξέρω, ποιος είσαι εσύ;
– Ποιος νομίζεις ότι πληρώνει τους λογαριασμούς του σπιτιού σου; Ποιος πληρώνει τα φροντιστήρια των παιδιών σου; Ποιος πλήρωσε το καινούργιο αμάξι της γυναίκας σου; Εσύ με τον ψωρομισθό σου νομίζεις ότι τα πληρώνεις όλα αυτά;
Κάγκελο ο Μήτσος. Γυρνάει και ρωτάει τον ταξιτζή:
– Εγώ τώρα τι κάνω;
Και ο ταξιτζής του απαντάει:
– Σκέπασε τον μη κρυώσει!