Ένας ιερέας πεθαίνει και βρίσκεται στην είσοδο του Παραδείσου. Μπροστά του βρίσκεται ένας τύπος με μαύρο γυαλί , τζιν παντελόνι, φανταχτερό πουκάμισο και μυστήριο ύφος…
Έρχεται ο άγιος Πέτρος και ρωτάει τον πρώτο:
“Ποιος είσαι, τέκνο μου εσύ;”
“Ο Μητσάρας να ουμ . 40 χρόνια ταξί, πρώτος στην πιάτσα Βαρδάρη-Λαχαναγορά, βασικά”
“Έλα, τέκνο μου”, λέει ο άγιος Πέτρος. “Πάρε αυτή τη μεταξωτή ρόμπα με τα χρυσά κοσμήματα και έλα στο βασίλειο των Ουρανών…”
Ο Μήτσος περνάει λοιπόν στον Παράδεισο και έρχεται η σειρά του ιερέα.
“Είμαι ο πατήρ Ιωσήφ Αγγελίδης, 40 χρόνια στην ενορία της Ιεράς Μητροπόλεως άνω Παναγιάς”.
“Πάρε, τέκνων μου”, λέει ο άγιος Πέτρος, “αυτή τη βαμβακερή ρόμπα και προχώρησε κι εσύ στο Βασίλειο των Ουρανών”.
“Μα γιατί”, απορεί ο ιερωμένος. “Γιατί μετάξια και χρυσάφια στον ταξιτζή και σε μένα ένα απλό βαμβακερό;”
“Κοίταξε τέκνων μου”, του λέει ο άγιος Πέτρος. “Σε μας εδώ μετράει το αποτέλεσμα. Όταν εσύ κήρυττες, το ποίμνιο κοιμόταν. Όταν οδηγούσε ο Μήτσος όμως, οι επιβάτες έκαναν την προσευχή τους.”