Ήταν ένα αντρόγυνο που και οι δυο ήταν γκομενιάριδες. Ο άντρας κάθε τόσο έφευγε ταξίδια δήθεν για δουλειές, και η γυναίκα του, του ανταπέδιδε το κέρατο.
Έτσι και τώρα ο άντρας λέει στη γυναίκα του:
– Γυναίκα πρέπει να λείψω για δυο μέρες στα Τρίκαλα. Φεύγω αμέσως.
Και φυσικά ο τύπος είχε ραντεβού με μια πιτσιρίκα σε ένα όμορφο ξενοδοχείο για ένα υπέροχο διήμερο. Με το που φεύγει ο άντρας, τρέχει στο τηλέφωνο η θείτσα και τηλ. στο Μήτσο.
– Έλα Μήτσο, έφυγε, του λέει. Ντριν το κουδούνι, ανοίγει η θείτσα, μπαίνει μέσα ο Μήτσος, τρέχουν στο κρεβάτι και πλακώνωντε στο καλούπωμα του διώροφου. Κι’ απάνω που είχαν καλουπώσει τον πρώτο όροφο και άρχιζαν τον δεύτερο, ακούνε κλειδί στην πόρτα.
– Αμάν ο άντρας μου, λέει η θείτσα.
– Που να κρυφτώ; Ρωτάει ο Μήτσος.
– Γρήγορα στο μπάνιο και μη βγάλεις άχνα, του λέει η αυτή.
Μπαίνει ο Μήτσος στο μπάνιο, ξαπλώνει μέσα στη μπανιέρα όσο ποιο βαθιά μπορούσε, και δεν έκανε κιχ. Μπαίνει ο σύζυγος μέσα, και τον ρωτάει η γυναίκα του γιατί γύρισε.
Τι να της πει κι’ αυτός, ότι τον έστησε η πιτσιρίκα, και της λέει ότι αναβλήθηκε η δουλειά και άδικα έτρεχε μέσα στη ζέστη να προλάβει.
– Τώρα πηγαίνω να κάνω ένα μπάνιο και ύστερα θα ξαπλώσω, της λέει.
Η θείτσα έπαθε ταράκουλο, όταν άκουσε μπάνιο. Τι να κάνει για να μη μπει ο άντρας της στο μπάνιο, του λέει:
– Τι μπάνιο θέλεις τώρα, εγώ δεν κρατιέμαι, σε θέλω ΤΩΡΑ.
– Άσε με ρε γυναίκα, λέει αυτός, πρώτα θα κάνω ένα μπάνιο και μετά.
Και μπαίνει στο μπάνιο, και βλέπει το Μήτσο γυμνό ξαπλωμένο στη μπανιέρα, και τρελαίνεται.
– Τι κάνεις εδώ ρε παλιό πού..τη;
Ο Μήτσος του κάνει σσσσσς….. και του έδειχνε με το δάκτυλο προς το πάνω στο ταβάνι. Πάλι ο σύζυγος δυνατά:
– Ρε ~!@@##$%^ τι κάνεις εδώ !!!!
Πάλι ο Μήτσος τα ίδια.
– Σσσσσσσς…και με το δάκτυλο του έδειχνε προς τα πάνω.
Κάποια στιγμή, και αφού αυτό επαναλήφθηκε αρκετές φορές, ο σύζυγος ρωτάει το Μήτσο με σιγανή φωνή πλέων
– Τι τρέχει ρε μάγκα; Τι κάνεις εδώ;
Και ο Μήτσος του απαντάει σιγά-σιγά.
– Άσε ρε φίλε που να στα λέω. Ήμουν στον από πάνω όροφο με μια παντρεμένη, και ξαφνικά ήρθε ο άντρας της, και εγώ για να μη με πιάσει, πήδησα από το παράθυρο του μπάνιου της και βρέθηκα στο δικό σου μπάνιο. Κατάλαβες τώρα γιατί σου έλεγα μη φωνάζεις; Για να μη μας ακούσει ο από πάνω. Τώρα αν θέλεις και έχεις τίποτα παλιά ρούχα να μου δώσεις να φορέσω για να φύγω, θα στο χρωστάω.
Ο σύζυγος το έφαγε το παραμύθι, μιας και αυτός έκανε τέτοιες δουλειές, και του λέει:
– Καλά ρε φίλε, ευτυχώς έπεσες σε “συνάδελφο“, κάτι θα σε βολέψω, πηγαίνει στη γυναίκα του, που εν τω μεταξύ είχε πάθει χοντρή πλάκα, και της λέει:
– Το και το ρε γυναίκα, δώσε κανένα ρούχο να φορέσει για να φύγει ο κακομοίρης.
Η θείτσα γεμάτη χαρά, που τη γλίτωσε, του δίνει ρούχα τα οποία φοράει ο Μήτσος, και αφού ευχαριστεί, φεύγει. Ο σύζυγος κάνει τώρα το μπάνιο του, και αμέσως μετά πηγαίνει στο κρεβάτι με τη γυναίκα του για να συνεχίσει αυτό που άφησε μισό ο Μήτσος.
Ξαφνικά, και πάνω στο καλύτερο, ο σύζυγος αρχίζει στο βρίσιμο και στα χαστούκια τη γυναίκα του. Η γυναίκα κλαμένη τον ρωτάει με απορία:
– Τι έπαθες ξαφνικά άντρα μου;
Και αυτός της απαντάει:
– Μωρή καρ..λα @###%%#5, τώρα θυμήθηκα ότι έχουμε μονοκατοικία!!!!!!!!!!!!!!!!!!